Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Χορός δε από δεκαπέντε παιδιά και από άλλας τόσας κόρας να περικυκλώνη την κλίνην και να ψάλλουν ως ύμνον έν εγκώμιον εις τους ιερείς έκαστος χορός, και να τον μακαρίζουν με το άσμα ολόκληρον την ημέραν.

Διότι οι παίδες και αι κόραι πρέπει να μανθάνουν να χορεύουν και να γυμνάζωνται. Δεν είναι έτσι; Μάλιστα. Διά τους παίδας λοιπόν οι χορευταί, διά δε τας κόρας αι χορεύτριαι θα είναι επιτήδειοι να τους γυμνάζουν. Ας είναι έτσι.

Να, πάρε τον σκούφον μου. — Αυτός που βλέπεις εξώρισε τας δύο κόρας του, κ' έδωκε εις την τρίτην την ευχήν του, χωρίς να το θέλη. Αν μείνης κοντά του, σου πρέπει ο σκούφος μου. — Τι νέα, παππού; — Κρίμα να μην έχω δύο σκούφους και δύο κόρας. ΛΗΡ Διατί, παιδί μου; ΓΕΛΩΤ. Αν εχάριζα ό,τι και αν είχα εις τας κόρας μου, θα εκρατούσα δι' εμένα και τους δύο σκούφους.

Τα κλειστά βλέφαρά του, ήσαν πελιδνά ως κογχύλια και οι πολυέλαιοι γύρω ηκτινοβόλουν. Η κεφαλή έφθασεν εις την τράπεζαν των ιερέων. Είς Φαρισαίος την ανέστρεψε περιέργως. Αλλ' ο Μοναή την έβαλε πάλιν εις την θέσιν της και την έστησεν ενώπιον του Αΰλου, ο οποίος είχεν εξυπνήση. Από το άνοιγμα των βλεφάρων και τας νεκράς και σβυσμένας κόρας, εφαίνετο ως να ήθελε να είπη κάτι.

Προ δώδεκα και πλέον ετών ο παπά Διανέλος είχε φίλον τινά ελληνοδιδάσκαλον, χρηστόν άνδρα, αλλ' όστις είχεν αδυναμίαν εις τα ελληνικά ονόματα. Είχε γείνη σύντεκνος του ιερέως, και βαπτίσας τας δύο τελευταίας κόρας του είχε δώσει αυταίς αρχαιοπρεπή ονόματα, τα οποία όμως, επειδή ευρέθησαν επί ουδετέρου εδάφους, εξουδετερώθησαν, ως εικός, και αυτά.

Εις εμέ, παρευρεθέντα κατά τύχην εκεί, το πράγμα εφαίνετο παράξενον, όσον ήθελε φανή εις μαθητήν της γ' τάξεως επαρχιακού γυμνασίου, δραπετεύσαντα άμα τη ενάρξει των μαθημάτων, εις το μέσον του έτους. Αλλ' η εξαδέλφη μου Μαχούλα ήξευρε τι έκαμνεν. Ένα υιόν, μονάκριβον, τον είχεν. Και είχε τεσσάρας κόρας μικράς, των οποίων η μεγαλειτέρα ήτον ήδη δεκαέξ χρόνων.

Και εις το βάθος εφαίνοντο προς βορράν τεμνόμεναι αι δύο των λόφων σειραί, αι περιβάλλουσαι ένθεν και ένθεν τον μακρόν αλλ' ευσύνοπτον εις το βλέμμα κάμπον, η μία η ανατολική, υψηλή, εγγυτέρα εις τον θεατήν, επιστεφομένη από το καλύβι του μπάρμπα-Γεωργιού, Θεός σχωρέσ' τον, του Κοψιδάκη, όπου όχι άπαξ εώρτασες την Πρωτομαγιάν, παιδίον, με γάλα και με οβελίαν αμνόν και με στεφάνους και με λελούδια, όταν έζη ο προς μητρός πάππος σου, ο μπάρμπ' Αλέξανδρος, Θεός σχωρέσ' τον, ο Καρονιάρης, όστις ηγάπα να εορτάζη μεγαλοπρεπώς την Πρωτομαγιάν, χορηγός αυτός όχι μόνον δι' όλους τους υιούς, τας θυγατέρας και τα εγγόνια του, αλλά και διά τα αναδεξίμια του και τους κουμπάρους του και διά τας κόρας των κολληγισσών του ακόμη, τας οποίας επταετής ήδη δεν ώκνεις να ερωτεύεσαι, φανταζόμενος ότι τρέχεις κατόπιν αυτών εις τους ορμίσκους, εκεί όπου ελεύκαινον τας οθόνας, και ότι κρύπτεσαι μαζί των εις τα άντρα, τα πατούμενα υπό της θαλάσσης, αφριζούσης υπό την πνοήν του Βορρά, ονειροπολών την ευτυχίαν εις τους λευκούς και γλαφυρούς κόλπους, με τας ολοβροχίους και βυσιννόχρους τραχηλιάς και εις τας κυανόφλεβας και τορνευτάς ωλένας με τας μακράς και κεντητάς χειρίδας των.

Μία μητέρα είχεν έξ θυγατέρας χωρίς κανένα υιόν, άλλη μία είχεν επτά κ' ένα υιόν, ο οποίος εφαίνετο προωρισμένος να φανή άχρηστος. Λοιπόν όλοι αυτοί οι γονείς, όλα τα ανδρόγυνα, όλαι αι χήραι, ανάγκη πάσα και χρέος απαραίτητον, να υπανδρεύσουν όλας αυτάς τας κόραςκαι τας πέντε, και τας έξ, και τας επτά! Και να δώσουν εις όλας προίκα.

Κι' αγάπησε μίαν κόρην, ήτις ήτον μεγαλειτέρα απ' αυτόν στα χρόνια, και ήθελε να την λάβη σύζυγον. «Ή θα την πάρω, μάνα, ή θα σκοτωθώ». Το είχε πάρει κατάκαρδα. Ήτον «ερωτοχτυπημένος». Τώρα, τι να κάμη η εξαδέλφη μου Μαχούλα; Ν' αφήση τον υιόν της να εμβή στα βάσανα, τόσον νέος, κι' αυτή να έχη τεσσάρας κόρας ανυπάνδρους, να τας καμαρώνη; Και ποιος γονιός το δέχεται αυτό;

Οι αξιοπρεπείς βεβαίως ζητούν τους ομοίους των ως προς το ήθος, και όσον είναι δυνατόν από αυτούς παίρνουν γυναίκας εις γάμον, και τας κόρας των που έχουν δι' υπανδρείαν εις αυτούς τας δίδουν. Το ίδιον δε κάμνει και η γενεά των ανδρείων, δηλαδή επιδιώκει την ομοίαν της φύσιν, ενώ και τα δύο αυτά γένη πρέπει να κάμνουν όλως διόλου το αντίθετον από αυτό. Νέος Σωκράτης. Πώς και διατί; Ξένος.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν