United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τέλος αι δύο λέμβοι, αι φέρουσαι τους υποψηφίους, εξεκίνησαν διά να εισπλεύσωσιν εις τον λιμένα. Η βάρκα του Μανώλη με τους δύο συντρόφους του είχε γείνει άφαντος ήδη. Το δε κόττερον, εφ' ου είχε μείνει μόνος ο κυβερνήτης του, ήρχετο τελευταίον. Ο καπετάν-Νικολάκης «ήτο φούρκα» ιδών ότι έχασε το ελπιζόμενον φιλοδώρημα, και ότι εγκατελείφθη υπό του Βατούλα.

Πρόσθεσε, κύριε, την γενναιοδωρίαν σου εις το ιδικόν μου βάρος, υπέλαβεν ο Χίλων· ειδεμή ο άνεμος θα παρασύρη το φιλοδώρημα. — Πράγματι, δεν αξίζεις όσον ο Βιτέλλιος, είπεν ο Καίσαρ. — Έ! θείε τοξότα, το πνεύμα μου δεν είναι από μόλυβδον. — Βλέπω ότι ο Νόμος δεν σου απαγορεύει να με ονομάζης θείον.

Θα πάω να ψάξω στο σπίτι σας και μετά θα το σκάσω για τις μεγάλες πόλεις!» «Νομίζεις πως στις μεγάλες πόλεις καλοπερνάνε;», ρώτησε η ντόνα Ρουθ με ύφος σοβαρό και η ντόνα Έστερ, που είχε αδειάσει στο μεταξύ το γάλα και επέστρεφε το δοχείο στη Νατόλια με ένα νόμισμα μισής πέζας μέσα για φιλοδώρημα, σταυροκοπήθηκε: «Ο Θεός να μας φυλάει

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Να επιτρέψης εις άνθρωπον, όστις δέχεται φιλοδώρημα και λέγει «ο Θεός να σου τα πληρώση», να λάβη με οικειότητα την χείρα εκείνην, με την οποίαν έπαιζεν η ιδική μου, την βασιλικήν ταύτην σφραγίδα των ευγενών καρδιών! Α' ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Περίφημα, άρχον. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Εφώναξεν, εζήτησε συγγνώμην; Α’ ΥΠΗΡΕΤΗΣ. Εζήτησεν έλεος.

Τον έβλεπα να λαλή περιπαθώς δακτυλοδεικτών τας αδελφάς μου και εμέ, ενώ ο ναύτης απέσυρε την χείρα, εντός της οποίας εζήτει ο πατήρ μου να θέση φιλοδώρημα. Κατ' εκείνην την στιγμήν η μήτηρ μου όπισθεν μ' έλαβεν εκ της χειρός. Εστράφην προς αυτήν. ― Λουκή μου, πάρε τας αδελφάς σου και πηγαίνετε με την ευχήν μας. Αφήσατέ μας ημάς εις το έλεος του Θεού.

Είπε ότι το έδωσες εσύ στο αφεντικό της. Στο σπίτι ήταν η θεία Ρουθ και η θεία Νοέμι, ενώ η θεία Έστερ είχε πάει στις παρακλήσεις. Πήραν το καλάθι, ευχαρίστησαν την υπηρέτρια και της έδωσαν και φιλοδώρημα. Μετά όμως η θεία Νοέμι λιποθύμησε. Η θεία Ρουθ όμως την πέρασε για νεκρή και έβαλε φωνή.