United States or Réunion ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η κυρία Σοφία ηγέρθη, επροσπάθησεν εις μάτην να προφέρη καταληπτάς τινας λέξεις απολογουμένη, μας εκαληνύκτισε, χωρίς όμως να μας δώση την χείρα, και εξήλθε του δωματίου. Ο Κ. Μελέτης έμεινεν ολίγα εισέτι λεπτά μεθ' ημών, προσπαθών να διασκεδάση την δυσάρεστον εντύπωσιν, την οποίαν επροξένησεν εις τον Νίκον η έκστασις της αδελφής του.

Εις το Λονδίνον ενυμφεύθη κάποιος μίαν κυρίαν, η οποία εφαίνετο αρτιμελής, εξαιρέσει μικράς χωλότητος και ολίγης ασχημίας, των οποίων όμως την δυσάρεστον εντύπωσιν εμετρίαζε κάπως σημαντική προιξ. Αλλά την πρώτην μετά τον γάμον νύκτα ανέμενε τον γαμβρόν πολύ δυσάρεστος έκπληξις. Η νεόνυμφος έκαμε την εξής τουαλέταν της νυκτός.

Εάν μεν λοιπόν, καθώς προ ολίγου τώρα είπον, περιωρίζοντο εις το να με περιγελούν μόνον, καθώς λέγεις ότι περιγελούν εσένα, τούτο δεν θα μου ήτο διόλου δυσάρεστον, να περάσωμεν ολίγας ώρας εις το δικαστήριον με αστεϊσμούς και περιγελάσματα· αν όμως λάβουν το πράγμα υπό σπουδαίαν έποψιν, τούτο πλέον ποίον τέλος θα έχη είναι άδηλον εις τον κάθε ένα εκτός από σας τους μάντεις. Ευθύφρων.

Μία λάμψις χρυσή και κρινόχρους εκάλυπτεν ολίγον κατ' ολίγον τον ουρανόν. Ο Ούρσος ήτο ευτυχής βλέπων τους δύο αρραβωνιασμένους. Εις την γαλήνην της εσπέρας εκείνης συνωμίλουν κρατούμενοι εκ της χειρός. — Δεν δύναται να σου συμβή τίποτε το δυσάρεστον, Μάρκε, αφού ανεχώρησες από το Άντιον εν αγνοία του Καίσαρος; ηρώτησεν η Λίγεια. — Τίποτε, αγάπη μου, απήντησεν ο Βινίκιος.

Διά ταύτα λοιπόν αι ποικιλίαι των οσμών δεν έλαβον ονόματα, επειδή δεν αποτελούνται ούτε εκ πολλών ειδών ούτε εξ' απλών ειδών, αλλά διττώς μόνα καλούνται, φανερά όντα, το ευάρεστον και το δυσάρεστον, εκ των οποίων τούτο μεν βιάζει και κάμνει τραχείαν όλην την κοιλότητα την μεταξύ της κεφαλής και του ομφαλού ημών , το άλλο δε κατα- πραΰνει και πάλιν εις την φυσικήν κατάστασιν αγαπητώς επανα- φέρει αυτήν.

Ότι δε αυτά είναι γελοία, θα γείνη ολοφάνερον, αν δεν μεταχειριζώμεθα πολλάς ονομασίας, τας ονομασίας δηλαδή ευχάριστον και δυσάρεστον και καλόν και κακόν· αλλ' επειδή αυτά απεδείχθη ότι είναι δύο, ας τα ονομάζωμεν και με δύο ονόματα· κατ' αρχάς μεν ας τα ονομάζωμεν καλόν και κακόν, και έπειτα πάλιν ευχάριστον και δυσάρεστον.

Ο παράσιτος όμως είνε απηλλαγμένος όλων τούτων• είνε τόσον ανεξίκακος ώστε δεν οργίζεται, δεν έχει δε και λόγους διά να οργίζεται• και αν τύχη ποτέ ν' αγανακτήση, δεν κάνει τίποτε κακόν και δυσάρεστον, αλλά μάλλον γέλωτα και ευχαρίστησιν προξενεί η οργή του εις εκείνους με τους οποίους ευρίσκεται.

Όλα καλά και αξιοπερίεργα, υπέλαβα εις απόκρισιν του τελευταίου λαλήσαντος, αλλά δυστυχώς δεν θα δυνηθώμεν να επισκεφθώμεν όσα μας λέγετε, διότι αναχωρούμεν αύριον. Νομίζω ότι δεν ηπατήθην ιδών λάμψιν ευχαριστήσεως εις του Κ. Μελέτη τους οφθαλμούς, τους οποίους έστρεψε διά μιας προς εμέ. Αλλ' όμως μετά πολλής φυσικότητος προσεποιήθη έκπληξιν δυσάρεστον. — Αύριον, ανέκραξε!

Διά τούτο δε, όσον και όπως αν ενδυθώσιν, όσον και όπως αν επιδειχθώσι δημοσία, όσον και όπως αν καλύψωσιν αληθή και έντιμον πολλάκις πενίαν υπό πλούτον ψευδή οι νομίζοντες αρκούσαν των πολλών την γνώμην εις ευτυχίαν των ολίγων, ματαία πάντως είνε η προσπάθεια, και ανωφελείς οι αγώνες των· διότι βλέποντες αυτούς μειδιώσι μεν εξ οίκτου οι απαθέστεροι, ερωτώσι δε περιέργως αλλήλους οι νευρικώτεροι: «Πού τα βρίσκει λοιπόν κ' εξοδεύειοι δε απερισκεστότεροι και αναφωνούσιν ίσως δυσάρεστόν τι και προπετές επιφώνημα εν μέσω της οδού.

Ουδέ παρέλειψε το τελευταίον τούτο δυσάρεστον καθήκον, διά τον λόγον ότι ο βαρώνος Κούστε διεκρίνετο ως δεινότατος της Τοσκανίας εραστής, εκτιμητής όχι μόνον μαρμάρων και νομισμάτων, αλλά και της ζώσης γυναικείας καλλονής.