United States or Indonesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διά τούτο δε, όσον και όπως αν ενδυθώσιν, όσον και όπως αν επιδειχθώσι δημοσία, όσον και όπως αν καλύψωσιν αληθή και έντιμον πολλάκις πενίαν υπό πλούτον ψευδή οι νομίζοντες αρκούσαν των πολλών την γνώμην εις ευτυχίαν των ολίγων, ματαία πάντως είνε η προσπάθεια, και ανωφελείς οι αγώνες των· διότι βλέποντες αυτούς μειδιώσι μεν εξ οίκτου οι απαθέστεροι, ερωτώσι δε περιέργως αλλήλους οι νευρικώτεροι: «Πού τα βρίσκει λοιπόν κ' εξοδεύειοι δε απερισκεστότεροι και αναφωνούσιν ίσως δυσάρεστόν τι και προπετές επιφώνημα εν μέσω της οδού.

Ίσως και σεις πάλιν να με ευρίσκετε άξιον οίκτου, και δεν νομίζω ότι έχετε άδικον να έχετε τοιαύτην ιδέαν. Με την διαφοράν ότι εγώ δεν το νομίζω απλώς, αλλ' είμαι βέβαιος ότι είσθε άξιοι οίκτου. Φίλος του Απολλοδώρου Ο ίδιος είσαι πάντοτε Απολλόδωρε.

Αι ίδιαι παλαιαί σκληρότητές του, τον έκαμαν να καταστείλη την ορμήν του οίκτου, και να προσθέση εις τας παλαιάς σκληρότητάς του μίαν ασυγκρίτως στυγερωτέραν. Εγνώριζεν ότι σοβαρά παράπονα υπήρχον εκκρεμή κατ' αυτού.

Την ογδόην ημέραν από της εκδρομής των, τα πτώματα των δύο πνιγμένων ηλιεύθησαν πλησίον ερήμου ακτής. Το τρίτον δεν ευρέθη. Ω, τις θα διηγηθή τα συναξάρια των θαλασσομαρτύρων τούτων, των βιοπαλαιστών, των αξίων παντός οίκτου και συμπαθείας; Κατά παν έτος η θάλασσά μας ζητεί το θύμα της. Φρίκη και πένθος διαχύνεται ανά την μικράν μας νήσον.

Αλλ' εκείνη η κραυγή, να εκτελέση την απόφασίν του, ήτο πολύ απροσδόκητος και τον έκαμε να ωχριάση ακόμη περισσότερον, καίτοι είχεν ήδη το χρώμα νεκρού και μάλιστα έτρεμεν ολίγον, ώστε έπαυσε να ομιλή. Εγώ δε, ως βέβαια συμπεραίνεις, εγέλων διότι ούτε άξιος οίκτου μου εφαίνετο ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος υπερέβη με την γελοίαν ματαιοδοξίαν του όλους τους κενοδόξους.

Απόθανε εκεί όπου έζησες, και ανάζησε υπό των φιλημάτων μου· αν τα χείλη μου είχον τοιαύτην δύναμιν, θα εφθείροντο εις την εργασίαν ταύτην. ΟΛΟΙ. Ω άξιον οίκτου θέαμα! ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Αποθνήσκω, Αιγυπτία, αποθνήσκω· δος μου ολίγον οίνον και άφες με να ομιλήσω.

Δύο ή τρεις ημέρας μετά την εξαφάνισιν της Αϊμάς, ευρέθη ο Μάχτος περιπατών παρά τον αιγιαλόν, ονειροπολών, στενάζων και νομίζων εαυτόν άξιον οίκτου, υπέρ παν ανθρώπινον πλάσμα. Τότε περιφέρων εική το βλέμμα τήδε κακείσε, είδε μακρόθεν το καπηλείον του Κατούνα, όπερ αναπαρίστα εις τας όψεις αυτού την προχθές συμβάσαν αξιοθρήνητον σκηνήν.

Εισέρχεται εις την αίθουσαν, όπου πρόκειται να γείνη η κλήρωσις, κ' εκπλήτεται ότι δεν είνε ο πρώτος. Πολλοί άλλοι γνώριμοι και ομότεχνοι τον προέλαβον. Παρατηρεί τας ανησύχους αυτών μορφάς, και μειδιά παράδοξον οίκτου μειδίαμα. — Όλοι αυτοί θαρρούν πως θα κερδήσουν, λέγει καθ' εαυτόν.

Η Λίγεια εφαντάζετο ότι μόνη η ιδέα άλλου έρωτος εκτός του Χριστού ήτο αμάρτημα κατ' Εκείνου και της διδασκαλίας Του. Ενώ έκαμεν αυτάς τας σκέψεις, έβλεπεν ότι ο Βινίκιος την παρηκολούθει με το βλέμμα πλήρες ικεσιών. Τότε η καρδία της επλημμύρει εξ οίκτου, όταν τον επλησίαζε και τον έβλεπεν, όλα ηκτινοβόλουν εις την θέαν του, και ησθάνετο την καρδίαν της πλημμυρούσαν από χαράν.

Ο Μάκβεθ δεν τιμωρείται υπό της σπάθης μόνης του Μακδώφ, αλλ' υπό της συνειδήσεώς του αυτής. Η ενδόμυχος δίκη του, συνταυτιζομένη μετά του εγκλήματος, είναι σύγχρονος αυτού, ή μάλλον ειπείν προγενεστέρα. Προηγηθείσα της πράξεως, ήρχισεν αφ' ότου συνελήφθη ο σκοπός αυτής. Η ψυχική κατάστασις του Μάκβεθ αποκαθιστά αυτόν άξιον οίκτου μάλλον ή αποστροφής.