United States or Northern Mariana Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ενθυμείτο ότι και άλλοτε συνέβη, η γραία, μεταξύ γυναικών και γραϊδίων της γειτονιάς, να εκφράση, μετά σείσματος εκφραστικού της κεφαλής, εις ώρας καθ' ας εγίνετο λόγος περί της μεγάλης πληθώρας των νεαρών κορασίων, περί της σπάνεως, περί του ξενιτευμού και των υπερμέτρων απαιτήσεων των γαμβρών, περί των βασάνων όσα υπέφερε μία Χριστιανή διά να αποκαταστήση «τ' αδύνατα μέρη», τουτέστι τα θήλεα, να εκφράση, λέγω, παραπλήσια αισθήματα.

Μετά ταύτα η μήτηρ ήρχιζε να ζυμώνη, και έπλασε αρκεταίς κουλούραις μετ' αυγών, διά τον σύζυγον, επιδημούντα τοτε, διά την πενθεράν της, δι' εαυτήν, διά ταις κουμπάραις, ως και μικραίς «κοκκώναις» διά την Μόρφω, διά τον Ευαγγελινόν, διά τ' αναδεξίμια της και διά τα πτωχά παιδιά της γειτονιάς.

Ανήμερα των Φώτων, ημέρα θαυμασία χειμερινή. «Χαράτα Φώτα τα στεγνάΕπάνω εις την κορυφήν του Βράχου, της επάνω Γειτονιάς, έλαμπε κάτασπρο το εύμορφο το μικρό σπιτάκι της κοντούλας Ξενιώς, με την κάτασπρη αυλίτσα του, με μίαν μυγδαλίτσαν καταμεσής.

Μια κορασίδα αγάπησε, μια λυγερή παρθένα, Τη Μάρω την πεντάμορφη, την πολυζηλεμένη. Που την εγύρευαν πολλοί, την αγαπούσαν χίλιοι Κι’ είταν αστέρι του χωριού της γειτονιάς καμάρι Και της μαννούλας της χρυσή κι’ ολόχαρη ελπίδα. Καμμιά δεν την εδιάβαινε, καμμιά δεν την περνούσεν. Απ’ όσες κι’ αν ευρίσκονταν σ’ Ανατολή και Δύση.

Αι κραυγαί ήρχοντο ακριβώς εκ της γειτονίας των απεσπασμένων βράχων και σκοπέλων υπό την φοβεράν ακτήν του Κουρούπη. Παρήλθε πολλή ώρα εωσού εννοήσωσι τι τρέχει. Όλοι σχεδόν οι εκκλησιαζόμενοι είχον εξέλθει του ναού.

Αι γυναίκες και οι άνδρες της γειτονιάς εξήλθον ευθύς των οικιών των και μαθόντες την αιτίαν των φωνών, ήρχισαν όλοι ομού να ρίπτουν λίθους και ξύλα κατ' επάνω του. — Να χαθής, αφωρεσμένε, να χαθής! — Έχεις χέρι να βαρέσης κι' όλα! — Φεύγα από κοντά μας, φεύγα! — Όξω μη βουλιάξης το χωριό, θεοκατάρατε!

Παιδιόθεν ήτο ικανός μόνος του, να πλάττη, αυτοδίδακτος, πολλά ωραία μικρά πράγματα· καραβάκια, προσωπίδας, αγαλμάτια, κούκλες και άλλα ακόμη. Ήτο σκιάς της γειτονιάς, ο σημαιοφόρος όλων των μαγκών, και είχεν εις τους ορισμούς του όλους τους αγυιόπαιδας, όλα τα ξυπόλυτα του δρόμου.

Η μικρά αύτη παιδίσκη, καθώς έμαθον, ολίγας ημέρας πριν, όταν απέθανεν έν αρχοντόπουλον της γειτονιάς, τόσον εθαύμασε, και τόσον εγοητεύθη από το θέαμα των λαμπρών εξαπτερύγων, των λαβάρων και θυμιατών, και των πολλών ιερέων με τας στολάς των και του πλήθους του λαού, ώστε εζήλευσε και με πόθον ανέκραξε: — Πότε θα πεθαίνω κ' εγώ, ν' αρθούν να με πάρουν οι παπάδες, σαν τον Παναγάκην!

— « Κικιρίκουουουου» λάλησε μέσα από το κοττέτσι ο μεγάλος ο πετεινός του σπιτιού, «Κικιρίκουουουου..!» λάλησαν κι' οι άλλοι οι μικρότεροι «Κικιρίκουουουουφώναξαν κι' οι πετεινοί της γειτονιάς κι' όλου του χωριού.

Ο Γ ά ι δ α ρ ο ς ν τ υ μ έ ν ο ς Λ ι ο ν τ ο τ ό μ α ρ ο. Ο Γάιδαρος μια ημέρα Ντυμένος πέρα πέρα Με Λιονταριού τομάρι, Σα δυνατό Λιοντάρι, 910 Της γειτονιάς τα ζώα, Και άγρια και αθώα, Με τόλμη κυνηγάει, Παντούθε τα προντάει· Εκείνα τρομασμένα 915 Αναμεράν κρυμένα, Και δίχως ν αναμείνουν Τον τόπον άδιο αφίνουν.