United States or Afghanistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να σ' πη ο παππάς 'ς τ' αυτί. Θεοκατάρατε! Κατηράσθη καθ' εαυτήν η γραία Αχτίτσα, αγανακτήσασα πλέον. Και κατήλθε τας βαθμίδας μίαν-μίαν, σπογγίζουσα τους οφθαλμούς της με την μανδήλαν της, να μη την ίδη κλαίουσαν η ωραία κόρη της και λυπηθή και αυτή, η ορφανή και απροστάτευτη. Συγχρόνως ο μογιλάλος, αποκρεμάσας τα δισάκκιον και την χλαίναν, ετίναξε και ητοίμασεν αυτά διά το ταξείδιον.

Αι γυναίκες και οι άνδρες της γειτονιάς εξήλθον ευθύς των οικιών των και μαθόντες την αιτίαν των φωνών, ήρχισαν όλοι ομού να ρίπτουν λίθους και ξύλα κατ' επάνω του. — Να χαθής, αφωρεσμένε, να χαθής! — Έχεις χέρι να βαρέσης κι' όλα! — Φεύγα από κοντά μας, φεύγα! — Όξω μη βουλιάξης το χωριό, θεοκατάρατε!

Ο τρελλός φώναζε κιο παπάς έλεγε στο δαίμονα, πούτον, ως υπόθεταν, μέσα στον άρρωστο: — «Έβγα θεοκατάρατε, από τον άνθρωπο, να πας στα τάρταρα του Άδου, το κατοικητήριό σου!» Ο άρρωστος αποκρινόταν, αντί του δαίμονα: — «Από πού να βγω; — Από τανύχι του μικιού του δακτυλιού, να μην του κάμης κακόΤότε ο άρρωστος γελούσε αληθινό σατανικό γέλιο κέλεγε: — Κιαμέ δε θα βγω; Α δε βαριέσαι, ανήμενε.

Θεοκατάρατε! Ανεφώνησεν ακόμη μίαν φοράν η γραία, η σορός, απειλητικώτερον. Και ο γέρω-Μπαρέκος, αφού απεμακρύνθη έμφοβος, ετάχυνε κατόπιν το βήμα και έγεινεν άφαντος.

— Σ' το ρημαδιακό σ' να κάμουν σταυρό, θεοκατάρατε! Απήντησε τότε τραχεία και φοβερά φωνή γραίας άλλης, σωρευμένης ως σακκίου επί της σαλευομένης του μαύρου οίκου αυλαίας, υψηλής και μεγάλης ως παλατίου, ήτις σεισθείσα επί των σιδηρών στροφίγγων της, έτριξε γοερώς, ως να έκλαιε πνιγόμενος.