United States or Cocos Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΘΑΝΑΤΟΣ Όσα κι' αν πης τα λόγια σου πηγαίνουν στα χαμένα και η γυναίκα σήμερα θα κατεβή στον Άδη. Πηγαίνω τώρα με αυτό το κοφτερό σπαθί μου να την αγγίξω. Και, καθώς πολύ καλά γνωρίζεις, ανήκει πια εις τους θεούς του Άδου, όποιος τύχη να του αγγίξη τα μαλλιά αυτή μου η ρομφαία. Η σκηνή μένει επί τινας στιγμάς κενή. Χορός γερόντων.

Εσείς του Φόνου όργανα, όπου και αν πλανάσθε κι' αόρατα συντρέχετε 'ς ό,τι κακόν κι' αν γείνη, ελάτε, κάμετε χολήν το γάλα των μαστών μου! Έλα και συ, Νύκτα βαθειά, σκεπάσου με του Άδου τον σκοτεινότερον καπνόν, ώστε η μάχαιρά μου να μην ιδή την μαχαιριά, και ούτε απ' επάνω να ημπορή ο Ουρανός να με παραμονεύση 'πίσ' απ' τον πέπλον της νυκτός και να φωνάξη: Στάσου!

Αι Δυνάμεις του Άδου εν τη τραγωδία του Σαικσπείρου ενεργούσιν αντιστρόφως ή εν τη τριλογία του Αισχύλου. Παρουσιάζονται επί της σκηνής ουχί μετά το έγκλημα, αλλά προ αυτού, ουχί προς τιμωρίαν, αλλά προς πειρασμόν.

Δεν εστερείτο μεγαλείου ο Μάκβεθ, ή ευγενείας εμφύτου, ηδύνατο δε, καθώς ο Ιώβ, ν' αντιπαλαίση κατά του Διαβόλου και να νικήση αυτόν, εάν εν ημέρα αλαζόφρονος μέθης δεν συνηντάτο η φιλοδοξία του μετά του εξ Άδου πειρασμού: Χαίρε, ω Μάκβεθ! Βασιλεύς μετέπειτα θα γείνης! Γ'. Η Λαίδη Μάκβεθ.

ΖΕΥΣ. Δεν γνωρίζεις, Κυνίσκε, ποίας τιμωρίας υποφέρουν οι κακοί μετά θάνατον και πόση ευδαιμονία επιφυλάσσεται εις τους αγαθούς; ΚΥΝ. θέλεις να μου επαναλάδης τα λεγόμενα περί Άδου, περί των Τιτυών και των Ταντάλων.

Αλλά ιδού τες αυτές, να πληρώσουν πικρό χρέος έρχουνται, η Αντιγόνη κ’ η Ισμήνη, να θρηνήσουν τα δυό τους αδέρφια· και θαρρώ με το δίκιο στ’ αλήθεια από μες στα βαθύκολπα ωραία τους στήθια της καρδιάς των θα χύσουν τον πόνο. Αλλ’ εμείς είναι δίκιο και πριν απ’ αυτές τον παράφωνον ύμνον να τονίσωμε των Ερινύων κι από πάνω να ψάλλωμε μισητό τον παιάνα του Άδου.

Αχ, κόρη μου, και σεις, ξέναι, ω της δυστυχίας μου, ταλαίπωρος εγώ! Φεύγει, παιδί μου, και σε παραδίδει εις του Άδου τας αγκάλας. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Ω της δυστυχίας μου, μητέρα μου ! Κλαίω κ’ εγώ διά των ιδίων λόγων ως και συ, αφού ο αυτός πόνος μας κατασπαράττει και τας δύο. Σβύνεται πλέον δι' εμέ το φως τούτο του ηλίου.

ΚΕΡΒ. Από μακράν εφαίνετο ότι ήρχετο με ατάραχον πρόσωπον, ότι δεν εφοβείτο πολύ τον θάνατον και τούτο ήθελε να δείξη εις τους ευρισκομένους έξω της πύλης του Άδου.

Δεν γνωρίζομεν τίποτε από τας υποχθονίους αυτάς αγωνίας, αλλά δεν ημπορούμεν να φαντασθώμεν περισσότερον φρικτόν έστω και τον τελευταίον κύκλον του βασιλείου του Άδου.

ΑΜΛΕΤΟΣ Ω Άγγελοι του Υψίστου, σεις φυλάξετέ μας! — Μακάριον είσαι πνεύμα, είτε κολασμένο, πνοαίς ουράνιαις φέρνεις, είτε φλόγαις Άδου, έχεις προαίρεσιν καλήν είτε ολεθρίαν, με σχήμα τόσο αξιομίλητον εφάνης, ώστ' εγώ θα σου κρίνω· και σου λέγω, Αμλέτε πατέρα μου και των Δανών ω βασιλέα! Α! δος μου απόκρισιν!