United States or Eswatini ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μερικοί εκ των κυρίων μας είχαν καταβή διά να καπνίσουν ήσυχα· και η επίλοιπος συντροφιά δεν εναντιώθηκε, όταν η ξενοδόχος επρότεινεν την συνετήν ιδέαν να μας παραχωρήση έν δωμάτιον, το οποίον είχε παραθυρόφυλλα και παραπετάσματα. Μόλις εισήλθαμεν εκεί, ότε η Καρολίνα κατεγίνετο να σχηματίση κύκλον από Καρέκλας και αφού η συντροφιά κατά παράκλησίν της εκάθησεν, επρότεινεν ένα παιγνίδι.

Παράρτημα της εν Παρισίοις εκδιδομένης Εθνικής Επιθεωρήσεως, 1875. Εξεδόθη μέχρι τούδε ο Μάκβεθ, και μέρος του Αμλέτου. Περί μεν την ενδυμασίαν των ηθοποιών μεγάλη κατεβάλλετο φροντίς ήτο δε αύτη μεγαλοπρεπής και συχνάκις πολυδάπανος· αλλά τα της σκηνογραφίας ήσαν πενιχρώτατα. Επί παραστάσεως τραγωδιών μέλανα παραπετάσματα εκρέμαντο επί του θεάτρου.

Ω! τώρα ήτον ο καιρός να έλθη ο Φαέθων να σας κεντρόνη τα πλευρά, να τρέξετετην Δύσιν την Νύκτα να μου φέρετε την παχνοσκεπασμένην! Έλα ν' απλώσης τα πυκνά παραπετάσματά σου, ω Νύκτα, και σκοτείνιασε, που τ' αγκαλιάσματά μας να μη 'μπορή να τα ιδή ο Έρως ο δραπέτης , κι ο άνδρας μου να πεταχθή κρυφάτην αγκαλιάν μου, χωρίς κανείς να τον ιδή, κανείς να τον ακούση.

Φευ! ηδύνατο ν' ανακαλύψη τις αρχάς παραφροσύνης εν εμοί, βλέπων τα μεγαλοπρεπή και φανταστικά παραπετάσματα, τα επιβάλλοντα αιγυπτιακά ανάγλυφα, τα αλλόκοτα έπιπλα, τα πλαίσια και τα επί των καταχρύσων ταπήτων παράδοξα αραβουργήματα! Το όπιον, εις ου την έξιν είχα από τινος παραδοθή, επενήργει, ώστε πάσα μου σκέψις ή πράξις να λαμβάνη την χροιάν των ονείρων, τα οποία μοι επέφερε.

ΜΟΝΤΕΚΗΣ Συχνοπηγαίνει μοναχόςτο δάσος πριν να φέξη, και την δροσιάν την πρωινήν με δάκρυα πληθαίνει, και με αναστενάγματα τα νέφη συννεφιάζει · Και άματην Ανατολήν ο Ήλιος αρχίση να πλησιάζη με χαράν εις της Αυγής την κλίνην και να τραβά τα σκιερά παραπετάσματά της, ο υιός μου ο βαρύκαρδος φεύγει το φως, γυρίζει, και κλειδομανταλόνεται, και τα παράθυρά του κλειστά τα έχει, και μισεί την λάμψιν της ημέρας, και μίαν νύκτα τεχνητήν ολόγυρα του κάμνει.

Από όλας τας πλευράς του δωματίου, πλούσια παραπετάσματα ερρίγουν υπό την πνοήν μιας σοβαράς και μελαγχολικής μουσικής, της οποίας δεν ανευρίσκετο η προέλευσις.

Η λευκή κόμη του είχεν ενωθεί με την γενειάδα του, και ο ήλιος ο οποίος διεπέρα τα παραπετάσματα, έλουε το λυπημένον του μέτωπον με άφθονον φως. Και της Ηρωδιάδος το μέτωπον είχε ρυτίδας. Ιστάμενοι δε απέναντι ο είς του άλλου, εβλέποντο με ύφος αγριωπόν. Τώρα οι δρόμοι των βουνών ήρχισαν να βρίθουν κόσμου. Βοσκοί εκέντριζον βους, παιδία έσυρον όνους, ιπποκόμοι ωδήγουν ίππους.

Ούτω μείνας μόνος μετά την έξοδον του υπηρέτου εφρόντισε να κλείση την εσωτερικήν θύραν του ευρυχώρου άντρου, να σύρη τα παραπετάσματα και να καταστήση αόρατα εις τους οφθαλμούς του Γεωργίου Σχολαρίου τα παρ' αυτού λατρευόμενα.

Την αυτήν εσπέραν ο Βινίκιος επιστρέφων εις την οικίαν του, παρετήρησε καθ' οδόν το επίχρυσον φορείον του Πετρωνίου, βασταζόμενον υπό οκτώ Βιθυνών. Διά νεύματος τους εσταμάτησε και επλησίασεν εις τα παραπετάσματα. — Σου εύχομαι όνειρον γλυκύ και αίσιον! ανέκραξε γελών, εις την θέαν του Πετρωνίου κοιμωμένου. — Α! είσαι συ! είπεν ο Πετρώνιος. — Ναι! Ενύσταζα· διήλθον την νύκτα εις το Παλατίνον.

Η πλευρά του βουνού με την ρωμαλέαν φυτείαν της παρουσίαζεν έν όλον γιγάντειον μωσαϊκόν ένεκεν του διαφόρου χρωματισμού των δένδρων και των χαμοκλάδων της. Αι ξανθαί αγράμπελοι και οι κισσοί, με τα πεντοβολούντα βοτρυοειδή άνθη των, ανερριχώντο επί των κλάδων, σχηματίζουσαι τερπνά παραπετάσματα, κρεββάτια χαριτωμένα διά τας νύμφας της κοιλάδος.