United States or Eswatini ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε οι νέοι βλέποντες ότι παρήρχετο η ώρα, εδέθησαν εις τον ζυγόν και έσυρον την άμαξαν εντός της οποίας εκάθητο η μήτηρ των· διήνυσαν ούτω τεσσαράκοντα και πέντε στάδια και έφθασαν εις το ιερόν. Αφού εξετελέσθη η πράξις αύτη υπό τα όμματα όλης τις πανηγύρεως, έσχον θάνατον άριστον.

Τωόντι δε πάντες σχεδόν οι παραπορευόμενοι έσυρον εις το λιθόστρωτον με πολλήν υπερηφάνειαν ξύλινα ξίφη και η λέξις «κόρνελ» επέτα από στόματος εις στόμα. Σας βεβαιώ όμως ότι όσην υπερηφάνειαν μου ενέπνεε το αξίωμα του συνταγματάρχου, άλλο τόσον κακόν μου έκανεν ο τίτλος «κόρνελ», καίτοι είμαι άγαμος. Επί τέλους ημείς οι Έλληνες πιθανόν να έχωμεν ελαττώματα, αλλ' αυτά δεν τα υποφέρωμεν!

Αι πεπλοφόροι γυναίκες και οι μεγαλοπρεπείς γέροντες επέβαινον ως επί το πλείστον υποζυγίων, ενώ οι υιοί των ή οι αδελφοί των, μακράς ράβδους φέροντες εις τας χείρας, έσυρον κατά μήκος του δρόμου τα ζώα με τα έμψυχα και τα άψυχα φορτία των. Τα παιδία πολλάκις εβάδιζον παίζοντα παρά το πλευρόν των γονέων των, και όταν εκουράζοντο ανήρχοντο επί ίππου ή ημιόνου.

Κακαί Δυνάμεις τον έσυρον έρμαιόν των . . . . Η Κόρη των Άλπεων εξηφανίσθη, εξηφανίσθη και η στεγάσασα καλύβη. Το νερό κατέρρεε κελαρύζον εις τας γυμνάς των βράχων πλευράς· χιόνι ήτο απλωμένο γύρω του. Ο Ρούντυ έτρεμεν από το ψύχος διάβροχος μέχρι δέρματος, το δακτυλίδι του είχεν εξαφανισθή, ο αρραβών του, που του το είχε βάλει η Μπαμπέττα στο δάκτυλό του.

Η λευκή κόμη του είχεν ενωθεί με την γενειάδα του, και ο ήλιος ο οποίος διεπέρα τα παραπετάσματα, έλουε το λυπημένον του μέτωπον με άφθονον φως. Και της Ηρωδιάδος το μέτωπον είχε ρυτίδας. Ιστάμενοι δε απέναντι ο είς του άλλου, εβλέποντο με ύφος αγριωπόν. Τώρα οι δρόμοι των βουνών ήρχισαν να βρίθουν κόσμου. Βοσκοί εκέντριζον βους, παιδία έσυρον όνους, ιπποκόμοι ωδήγουν ίππους.

Αλλ' οι Μεσσήνιοι, οίτινες παραπορευόμενοι την παραθαλασσίαν είχον σπεύσει εις βοήθειαν, εισήλθαν ένοπλοι εις την θάλασσαν, και αναβάντες εις τα ρυμουλκούμενα εκείνα πλοία επολέμησαν από των καταστρωμάτων και τα απέσπασαν από τον εχθρόν, ενώ τα έσυρον ήδη.

Έπειτα, ενώ οι Συρακούσιοι εισελθόντες εις τα πλοία έσυρον αυτά διά σχοινιών και έπλεον κοντά εις την παραλίαν, διά να φθάσουν εις την Μεσσήνην, προσεβλήθησαν πάλιν υπό των Αθηναίων· αλλ' ο στόλος των Συρακουσίων απομακρυνθείς της παραλίας και ορμήσας κατ' αυτών εκυρίευσε και άλλο πλοίον.

Ταύτα βλέποντες οι Λακεδαιμόνιοι και υπερβολικά στενοχωρούμενοι διά το πάθημα, το οποίον έκλειεν εις την νήσον τους πολεμιστάς των, ηγωνίσθησαν να τους βοηθήσουν και εισερχόμενοι εις την θάλασσαν ένοπλοι ελάμβαναν τα πλοία των και τα έσυρον προς το μέρος, όπου έμεναν. Έκαστος ενόμιζεν ότι θα επήρχετο αποτυχία όπου αυτούς δεν συνήργει ατομικώς.

Καταδιώκοντες δε οι Αθηναίοι και έξ πλοία τα εγγύτερον αυτών ευρισκόμενα εκυρίευσαν και επανέκτησαν εκείνα, τα οποία τοις ανήκον και τα οποία οι Πελοποννήσιοι κατά την έναρξιν της μάχης βλάψαντες πλησίον της ξηράς έσυρον κατόπιν των· εκ των ανδρών δε άλλους μεν εφόνευσαν, μερικούς δε συνέλαβον ζώντας.

Διότι συγχρόνως και οι ναύται, εκτελούντες το πρόσταγμα του πλοιάρχου έσυρον μετά ταχύτητος τα σχοινία των ιστίων, άτινα όλα ομού συνεστράφησαν προς την άλλην πλευράν υπό την διεύθυνσιν του ναυκλήρου: — Γιάσσα-Γιάσσα! Όλοι μαζί! — Γιάσσα-Γιάσσα! Άλλα παιδιά!