United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αγωγιάτης ήρχετο, μεταφέρων εις τα χωρίον δύο φορτία ελαιών επί δύο ζωηρών ημιόνων, οίτινες σπεύδοντες, ως να εννόησαν ότι ενύκτωσεν, ελάκτιζον διά των οπισθίων ποδών τας ξηράς εν τη οδώ κλάρας, ταράσσοντες τα μικρά πτηνά, τα οποία εισέδυον πλέον εις τας κατοικίας των.

Πανταχού αλλού ωθούσι την κρόκην προς τα άνω, οι Αιγύπτιοι προς τα κάτω. Οι άνδρες βαστάζουσι τα φορτία εις την κεφαλήν, αι γυναίκες επί των ώμων· αι γυναίκες ουρούσιν όρθιαι, οι άνδρες καθήμενοι. Αφοδεύουσιν εντός των οικιών και τρώγουσιν έξω εις τας οδούς, λέγοντες ότι τα μεν αισχρά πλην αναγκαία πρέπει να τα εκπληροί τις κρυφίως, τα δε μη αισχρά αναφανδόν.

Λέγουσι δε οι Καρχηδόνιοι και τα εξής, ότι εις μέρος τι της Λιβύας, πέραν των Ηρακλείων στηλών, υπάρχουσιν άνθρωποι μετά των οποίων εμπορεύονται· αποβιβάζοντες τα φορτία των, παρατάσσουσιν αυτά επί της παραλίας, εισέρχονται πάλιν εις το πλοίον των και κάμνουσι μέγαν καπνόν.

Ξαβόηθησαν εκεί, εις τα ξυρόφυλλα του αριού, τα φορτία τωνσακκία πλήρη ελαιών — κ' εκάθισαν, ανακλιθείσαι επ' αυτών, αι δύο γραίαι, ως γλαύκες, σιωπηλαί, κουρασμέναι, ασθμαίνουσαι. Ήρχοντο από το Μποστάνιπορείαν δίωρον.

Αλλά σήμερον είνε τόσον κοινόν τούτο, μάλιστα εις το ελληνικόν κράτος, ώστε δεν ήτο δυνατόν να επισκιάση τα προτερήματα του φυγάδος προμυριώτου. Πράγματι ο κυρ-Δημάκης ήτο δραστήριος και ικανώτατος άνθρωπος. Διεχειρίσθη τόσα χρήματαόχι, λάδια, θέλομεν να είπωμεν. — Πέρασαν από τα χέρια του λάδια και λάδια, φορτία ολόκληρα, τα οποία εφόρτωνεν εις την Αγριάν διά τα Δαρδανέλλια.

Εχρυσώνονταν κ' εγιάλιζαν τα μπροστινά ασπράδια τους από τον ήλιο και πίσω πίσω η μαυρίλα τους πρόβαινε φοβερή. Φόρτωσαν οι αγωγιάτες. Πρώτα έκαμαν τες καβάλες μας κ' ύστερα τα φορτιά. Εγώ μοναχά κι ο ξάδερφός μου ήμεσταν καβάλες. Τ' άλλα τα πράμματα τάχαν φορτωμένα με μαλλιά δικά τους και ξένα οι αγωγιάτες.

Ο λιμήν ούτος ήτο τότε άγνωστος· ώστε επιστρέψαντες οπίσω εκέρδισαν από τα φορτία των πολύ περισσότερα από όλους τους Έλληνας όσους ημείς γνωρίζομεν ακριβώς, μετά τον Αιγινήτην Σώστρατον τον Λαοδάμαντος, διότι μετ' αυτού ουδείς δύναται να παραβληθή.

Αι πεπλοφόροι γυναίκες και οι μεγαλοπρεπείς γέροντες επέβαινον ως επί το πλείστον υποζυγίων, ενώ οι υιοί των ή οι αδελφοί των, μακράς ράβδους φέροντες εις τας χείρας, έσυρον κατά μήκος του δρόμου τα ζώα με τα έμψυχα και τα άψυχα φορτία των. Τα παιδία πολλάκις εβάδιζον παίζοντα παρά το πλευρόν των γονέων των, και όταν εκουράζοντο ανήρχοντο επί ίππου ή ημιόνου.

Οι φυλάττοντες την διάβασιν ταύτην Έλληνες αποσυρθέντες εις τας δύω πλευράς, άφησαν τους εχθρούς να εισέλθωσιν εις το στενόν, έπειτα εφορμήσαντες από τας δύω πλευράς τους έτρεψαν εις φυγήν· εφόνευσαν υπέρ τους πεντήκοντα, ήρπασαν μερικά φορτία και τους λοιπούς κατεδίωξαν ικανόν διάστημα προς την Δαύλειαν.

Η ηλικιωμένη γυνή, άμα αισθανθείσα το επί της άμμου ξερόν σύρσιμον της λέμβου, ηγέρθη από της κωπαστής και ήρχισε να ρίπτη έξω σάκκους ένα-ένα, οίτινες έκαμνον έν πήδημα πρώτον ελαφρόν επί των οστράκων και είτα έμενον εκεί. Παραπέρα, όπου είχον αποβιβάσει τα φορτία των αι άλλαι λέμβοι, θόρυβος ηκούετο.