Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Η ώρα παρήρχετο. Είχον λαλήσει ήδη δύο φοράς τα ορνίθια. Η Πούλια είχεν υπερβή προ πολλού το μεσουράνημα. Από την αντικρυνήν κορυφήν της ράχης, όπου ήσαν άλλα καλύβια κατοικούμενα από τας οικογενείας βοσκών ηκούσθησαν μεμακρυσμένα λαλήματα. Εις ταύτα απήντησεν ευθύς το λάλημα των πετεινόν από τον ορνιθώνα του καλυβιού του Λυρίγκου. Η λεχώνα εξύπνησε.

Είχεν ανάγκην να συνέλθη εκ της ταραχής της· μάλιστα, άμα ως παρήρχετο η πρώτη συγκίνησις, ήθελε και να παίξη ολίγον, Οι άνθρωποι, άμα ο ουρανός σκοτισθή, απελπιζόμεθα, αλλά εις την πρώτην αιθρίαν, υψώνομεν προκλητικά το μέτωπον, έτοιμοι και ειρωνίας ν' αρχίσωμεν με οιονδήποτε.

Τότε οι νέοι βλέποντες ότι παρήρχετο η ώρα, εδέθησαν εις τον ζυγόν και έσυρον την άμαξαν εντός της οποίας εκάθητο η μήτηρ των· διήνυσαν ούτω τεσσαράκοντα και πέντε στάδια και έφθασαν εις το ιερόν. Αφού εξετελέσθη η πράξις αύτη υπό τα όμματα όλης τις πανηγύρεως, έσχον θάνατον άριστον.

Εσυγύριζεν η Μαριώ, έπλυνεν ολίγα φορέματα των μικρών της, διώρθονεν άλλα, ήρχιζε το πλέξιμόν της, . . . αλλ' ο καιρός δεν παρήρχετο. Τι να κάμη; Της ήλθεν όρεξις ν' ανοίξη το βαρύ εκείνο κιβώτιον, και να ιδή ολίγον, να ιδή μόνοντα τάλληρα του σάκκου. Ποτέ της δεν είχεν ιδεί πολλά μαζή, . . . ουδέ ολίγα, η αγαθή γυνή.

Επειδή δε η ώρα παρήρχετο, και ούτε ο αδελφός μου, ούτε ο Κιαμήλ επέστρεφε: — Μου έρχεται μία ιδέα, είπον προς τας γυναίκας. Ο Μιχαήλος βεβαίως θα εύρε τον Κιαμήλ· αλλ’ ο Κιαμήλ ύστερον από ό τι συνέβη, εντροπιάρης καθώς είναι, θα αποποιήται να έλθη εις το σπίτι, ως εκ της παρουσίας μου. — Καλά το ηύρες! είπεν η μήτηρ μου.

Ούτω διήρχοντο αι ημέραι και παρήρχετο ο καιρός, η δε κυρία μου σκέψις ήτο περί της μελλούσης εις Αγγλίαν αποδημίας. Τα όνειρά μου περί τούτο περιεστρέφοντο, και ήσαν όνειρα υπό πάσαν έποψιν χρυσά. Αλλ' εξαίφνης και ησυχία και εργασία και σχέδια και όνειρα, τα πάντα διά μιας ανετράπησαν. Κατά τας αρχάς Μαρτίου μίαν νύκτα εξύπνησα έντρομος. Είχα ακούσει τουφεκισμούς αλλεπαλλήλους εις τον ύπνον μου.

Οι καπνοί που την εσκότιζον πριν, διελύοντο και τώρα έβλεπε καθαρά ενώπιόν της. Πολύ δίκαιον είχεν ο πατήρ της, όστις, αφού την εχειραγώγησε και την ενίσχυσεν, απήλθεν εκ του κόσμου τούτου, βέβαιος περί του έργου του. Η ασθένεια της Αρσινόης βαθμηδόν υπεχώρει, δεν θα παρήρχετό δε πολύς καιρός και η ίασις θα ήτο εντελής.

Εξετέλεσε το καθήκον του, απέδειξεν εις τον σωτήρα του την ειλικρίνειαν της φιλίας του και την έκτασιν της ευγνωμοσύνης του.....Διατί όμως αργεί τόσον ο Λιάκος; Διατί δεν επιστρέφει το ταχύτερον, ώστε να παύση η αβεβαιότης υπό της οποίας βασανίζεται;... Και έβλεπεν ανά πάσαν στιγμήν το ωρολόγιόν του, και ηπόρει διά την βραδύτητα του ωροδείκτου. Η ώρα δεν παρήρχετο!

Τώρα θαρθή ο πατέρας σας . . . όπου είνε, έφτασε. Να κάμετε φρόνιμα . . . Θα σας φέρη καλούδια . . . Στραγάλια και μύγδαλα. — Ταάλια κη μύλαλα! επανελάμβανεν ο Μανώλης με το στόμα ανοικτόν. Εν τούτοις παρήρχετο η ώρα και ο Αγάλλος δεν εφαίνετο.

Εκατόν δέκα δραχμάς τοις είχε προτείνει ο Μανώλης ο Πολύχρονος, εκατόν είκοσιν ο Λάμπρος ο Βατούλας. Αλλά δεν ενόουν να καταβούν παρακάτω από τας 150. Εν τούτοις η ώρα παρήρχετο, ήτο ήδη οψία δείλη. Ο ήλιος εχαμήλωνεν. Από μιας ώρας δεν είχε παρουσιασθή εις την θύραν του περιβόλου κανείς απεσταλμένος ούτε του ενός ούτε του άλλου κόμματος.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν