United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις την συνοικίαν, κατοικουμένην υπό πτωχών εργατών, το παν εκοιμάτο ήδη. — Και θα βλέπω την Πομπωνίαν; επανέλαβεν η Λίγεια. — Ναι, αγαπητή μου. Θα τους προσκαλέσωμεν να έλθουν εις την έπαυλίν μας ή ημείς θα υπάγωμεν εις την οικίαν των. Θέλεις να πάρωμεν μαζί μας τον Απόστολον Πέτρον; Τον βαρύνει η ηλικία και είναι κατάκοπος, θα έρχεται και ο Παύλος να μας βλέπη.

Αυτή η οικία της Δελχαρώς είχε δοθή προικώα είς ταύτην, ήτο δε αυτή η παλαιά οικία, η κτισθείσα από τας οικονομίας της Χαδούλας, και από τον πρώτον πυρήνα, τον οποίον είχε σχηματίσει από το κομπόδεμα των αειμνήστων γονέων της. Ύστερον, ολίγα έτη μετά τον γάμον της Δελχαρώς, είχε κατορθώσει η μήτηρ της ν' αποκτήση και δευτέραν φωλεάν, μικροτέραν και αθλιεστέραν της πρώτης, εις την αυτήν συνοικίαν.

Οι Τούρκοι, ιδίως εν μεγαλοπόλεσιν, όχι μόνον δεν κατοικούν υπό μίαν με χριστιανούς στέγην, αλλ’ ουδ’ εις την αυτήν συνοικίαν τους ανέχονται. Τι ήτο λοιπόν τούτο; Μι’ από τας πολλάς δουλοπρεπείς φιλοφρονήσεις; αλλ’ όχι, η γραία δεν ωμίλει διά τον τύπον. — Εσύ είσαι διαβασμένος άνθρωπος, μοι έλεγε, και γνωρίζεις του Θεού τον νόμον.

Δεν ήξευρεν εις ποίαν συνοικίαν της πόλεως είχεν εκραγή το πυρ, αλλ' υπέθετεν ότι η Τρανστιβέρη με τας πυκνάς της οικίας, τας ξυλίνας αποθήκας της και τα εύθραυστα παραπήγματα, όπου επωλούντο δούλοι, θα είχε γίνει κατ' αρχάς παρανάλωμα των φλογών. Ως αστραπή διήλθε της κεφαλής του Βινικίου η σκέψις του Ούρσου και της κολοσσιαίας δυνάμεως του.

Ατυχώς δε υπήρχε λόγος ισχυρός προς ύπαρξιν τοιαύτης προδιαθέσεως. Διότι των Τούρκων ο ερεθισμός οσημέραι ηύξανεν, ήσαν δε γνωσταί αι εις την συνοικίαν των συναθροίσεις και είχον ακουσθή απειλαί προσεχούς επιθέσεως. Αλλ' εγώ ουδέν εισέτι περί τούτων εγνώριζα, ουδέ προέβλεπα νέας κατά την ημέραν εκείνην συγκινήσεις.

Αλλ' όμως το πράγμα, όπως συνέβη, ηδύνατο να το εκλάβη ως απατηλήν οπτασίαν, διότι η γραία εκείνη πρώτην και τελευταίαν φοράν ώφθη, ουδ' είξευρέ τις πόθεν ήρχετο και πού διηυθύνετο, ουδέ την είδεν έκτοτε ανθρώπινον όμμα είτε παρά την ακτήν, είτε εις την κώμην, είτε παρά την συνοικίαν των αλιέων.

Τι να κάμη; Πώς να περάση τέτοια χρονιάρα μέρα; Τι εσοφίσθη; Της Κοκκώνας το σπίτι, το οποίον εφοβούντο τα παιδία της πολίχνης, και το οποίον δεν αγίαζαν οι παππάδες όταν κατήρχοντο από την άνω συνοικίαν με τους σταυρούς, ήτο κατάλληλος σταθμός διά να κρυβή κανείς και να περάση ως καλικάντζαρος, επειδή το εκαλούσαν η ημέραις, αφού μάλιστα χάριν των ημερών αυτών θα το έκαμνε και ο Παλούκας.

Οι ποιμένες των Καλυβιών, ολόκληρον συνοικίαν αποτελούντες, εκκλησιάζοντο εις τον Άι-Γιώργη της Χ'στοδουλίτσας, οι αιπόλοι των Καμπιών, της Μυγδαλιάς και του Κουρούπη, ελειτουργούντο εις τον Άγιον Χαράλαμπον. Οι άμοιροι βοσκοί της Κεχρεάς, τ' Άι-Κωνσταντίνου, Άι-Θανασιού, των Μποστανιών και άλλων μερών, ήσαν σκόρπιοι «σαν του λαγού τα τέκνα».

Διήλθομεν εις την οδόν Αθηνάς. Δύο-τρεις πιστολιαίς, ακουσθείσαι, συνετάραξαν την συνοικίαν. Παρακάτω ηκούομεν. «Δυο στον τόπο και ένας λαβωμένος».

Επειδή αι οιμωγαί των μαστιγουμένων δούλων δεν κατεπράυνον ούτε τον πόνον ούτε την οργήν του, έλαβεν άλλο στίφος ανδρών και επί κεφαλής των, πολύ αργά την νύκτα, ώρμησεν εις αναζήτησιν της Λιγείας. Εξηρεύνησε την συνοικίαν Εσκουιλίνου, Ζουβούρου και τας πλησίον οδούς.