Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Αλλ' εκεί επί της ερήμου κορυφής του όρους, κατά την νύκτα εκείνην της τρικυμίας, ηδύνατο ν' ανακτήση ισχύν και ειρήνην ανεκλάλητον· διότι εκεί ήτο μόνος μετά του Θεού. Και ούτω επί της μορφής της κυπτούσης εις ερημικήν δέησιν επί των ορέων, και επί των εργατών εκείνων επί της τεταραγμένης λίμνης, το σκότος έπιπτε και οι μεγάλοι άνεμοι έπνεον. Ώραι και ώραι παρήρχοντο.

Εις την συνοικίαν, κατοικουμένην υπό πτωχών εργατών, το παν εκοιμάτο ήδη. — Και θα βλέπω την Πομπωνίαν; επανέλαβεν η Λίγεια. — Ναι, αγαπητή μου. Θα τους προσκαλέσωμεν να έλθουν εις την έπαυλίν μας ή ημείς θα υπάγωμεν εις την οικίαν των. Θέλεις να πάρωμεν μαζί μας τον Απόστολον Πέτρον; Τον βαρύνει η ηλικία και είναι κατάκοπος, θα έρχεται και ο Παύλος να μας βλέπη.

Περί το τέλος των αποστολικών περιπλανήσεων, κατά την διάρκειαν των οποίων συνέβησαν τινα των προειρημένων, ο Ιησούς εις την θέαν του πλήθους ησθάνθη βαθυτάτην συμπάθειαν. «Και ιδών εσπλαγχνίσθη επ' αυτούς, ότι ήσαν ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα». Ήσαν προσέτι όμοιοι με σπαρτά ώριμα, αλλ' αθέριστα δι' έλλειψιν εργατών.

Επελθούσης της ώρας καθ' ην Ιουδαίοι τεχνίται διετάχθησαν να κατασκευάσωσι το όργανον του μαρτυρίου, παρετηρήθη μετ' εκπλήξεως ότι ουδέν εκ των γνωστών ξύλων έστεργε να τηρήση την συνήθη απάθειαν, αλλ' ως αν εν τω οργανισμώ αυτού εφώλευε μυστηριώδες τι πνεύμα, διερρηγνύετο πανταχόθεν, και απεσκίρτα συστρεφόμενον και διακρούον την μανιώδη καταφοράν και παραλύον των εργατών τα τεχνάσματα.

Να χαθή, ο αφωρισμένος, που θέλει λεφτά! είπον μετά θυμού. Η ανάγκη τον έκαμε μίαν ημέραν και απεφάσισε να εξέλθη εις την αγοράν και ζητήση εργασίαν. Ήτο μεγάλη έλλειψις εργατών και τα κτήματα είχον ανάγκην να σκαφούν διότι ήρχιζαν ν' ανοίγουν. — Θα με ιδούν πώς έγεινα και θα με λυπηθούν διελογίσθη ο Δημήτρης. Και εξήλθε με την αξίναν του εις την αγοράν.

Κατεδαφίζομεν τας οικίας διά να μη φθάση η πυρκαϊά εις την Λιμενίαν οδόν, απεκρίθη είς εκ των εργατών. — Με εβοηθήσατε. Σας ευχαριστώ. — Οφείλει τις να βοηθή τον πλησίον του, απήντησαν φωναί. Τότε ο Βινίκιος, όστις από πρωίας έβλεπε μόνον όχλους αγρίους, ρήξεις και διαρπαγάς, παρετήρησε προσεκτικώς τα πρόσωπα, τα οποία τον περιεστοίχιζον και είπε: — Να σας ανταμείψη . . . ο Χριστός!

Πλησίον του Δημήτρη όμιλος εργατών, συμφωνήσας ητοιμάζετο ν' ακολουθήση τον κτηματίαν Δρόσον. — Μωρέ παιδιά, θέλουμε κι' άλλον ένα να το σώσωμε, είπεν ούτος προς τους εργάτας· δεν έχετε κανένα παιδί ακόμη; — Όσκε· δέκα ειμάστενε. Ο Δρόσος παρετήρησε τον Δημήτρην. — Ε, Δημήτρη· είπε, στρέφων την χείρα και καμμύων τον ένα οφθαλμόν ερωτηματικώς· πώς! μονάχος εσύ; — Μονάχος.

Γεννήθηκε από τις ανάγκες και τα αισθήματα των εργατικών, που γυρεύουν να καλλιτερέψουν την τύχη τους, να δουλεύουν δηλαδή λιγώτερο, να κερδίζουν περισσότερο, και να γλεντούν και να ξεκουράζουνται όσο μπορούν περισσότερογιατί είναι αλήθεια κατακουρασμένοι άνθρωποι. Αλλά γιατί το ιδανικό των εργατών να γίνει όλων των ανθρώπων ιδανικό, αυτό δεν το νοιώθω.

Μικρόν κατά μικρόν οι όμιλοι των εργατών, με τας αξίνας επ' ώμου διασκορπίζονται, άλλος εδώ, άλλος εκεί και η αγορά μένει έρημος καθ' όλην την ημέραν, με τους καταστηματάρχας μόνον, τους προύχοντας, τους θηρευτικούς δικολάβους, τους πολυασχόλους ιατρούς, μακαρίως διημερεύοντας εις τα βρωμερά καφενεία και τους μπακαλόπαιδας, βράζοντας τα κουκία ή καθαρίζοντας της ζυγαριές των.

Ο Χίλων διεκόπη εις τας σκέψεις του από τον Κουάρτον, όστις επέστρεψε μετ' ολίγον συνοδευόμενος από άνθρωπον, φέροντα μόνον ένα από τους χιτώνας εκείνους των εργατών, οίτινες άφιναν γυμνόν τον δεξιόν βραχίονα καθώς και την δεξιάν πλευράν του στήθους. Εις την θέαν του νεωστί ελθόντος ο Χίλων εστέναξεν εξ ευχαριστήσεως. Ποτέ δεν είχεν ιδή τοιούτον βραχίονα ούτε τοιούτο στήθος.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν