United States or Jamaica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η νεάνις εκάθησε πλησίον του πυρός, το οποίον είχεν ανάψει εις την εστίαν περιμένουσα τον πατέρα της, και εκράτει το ους τεταμένον εις πάντα θόρυβον εις τα φαιδρά άσματα των παίδων της οδού, ανυπόμονος και ανησυχούσα πότε ο πατήρ της να έλθη. Αι ώραι παρήρχοντο και ο πτωχός γέρων δεν εφαίνετο. Το Ουρανιώ είχεν απόφασιν να μη κατακλιθή, αλλ' έμενεν ούτως ημίκλιντος πλησίον της εστίας.

Και παρήρχοντο αι ώραι. Αλλ' η γενική επί του πλοίου ησυχία και η μονότονος της θαλάσσης βοή, και του σκάφους η κίνησις ήρχιζον βαθμηδόν να επενεργώσιν επί του απηυδημένου μου σώματος.

Εγώ δε ζων μίαν μακράν ζωήν και απολαμβάνων τα ίδια και τα ίδια, τον ήλιον, το φως, την τροφήν, ενώ αι ώραι του έτους ήρχοντο και παρήρχοντο όμοιαι και τα γεγονότα επίσης, ως να ηκολούθουν το ένα το άλλο, εκορέσθην από αυτά• διότι η τέρψις δεν υπάρχει εις τα αυτά πράγματα πάντοτε, αλλά και εις το να στερήται κανείς μερικά. ΜΕΝ. Σωστά λέγεις, Χείρων.

Αίφνης, από καιρού εις καιρόν, εξύπνα εκ του μακρού ονείρου της, κ' εφαίνετο ανακτώσα την αίσθησιν του πραγματικού κόσμου, αλλ' ολίγαι παρήρχοντο στιγμαί και πάλιν έπιπτεν εις την νάρκην του ύπνου της βυθιζομένη βαθύτερον ακόμη εις το προσφιλές όνειρόν της.

Εν τούτοις αι εβδομάδες παρήρχοντο και ήρχιζαν οι χωρικοί να λησμονούν την ιστορίαν αυτήν, ή τουλάχιστον να μη ομιλούν περί αυτής, ότε, περί τα τέλη του Σεπτεμβρίου, έρχεται μίαν αυγήν ο πατήρ του Χρήστου και μου λέγει ότι ο υιός του δεν είναι καλά. — Τι έχει; — Δεν ηξεύρω. Έχει θέρμην δεν έχει όρεξιν. Υπήγα αμέσως να τον ίδω.

Οι φοβεροί λόγοι του επιτιμίου ελάμβαναν σάρκα και οστά εις την φαντασίαν των· ποικίλα φοβερά θεάματα ήρχοντο και παρήρχοντο ενώπιόν των και τους κατετρόμαζον. Ο ουρανός ήτο σκεπασμένος από κατάμαυρα νέφη αποκρύπτοντα τελείως τον ήλιον. Τα πουλάκια προαισθανόμενα καταιγίδα είχον τρυπώση.

Αλλ' αυτοί μ' επαρηγόρουν λέγοντες ότι δεν θα παρήρχοντο πολλά έτη και θα επέστρεφα πάλιν προς αυτούς• και μου έδειξαν έδραν και σκηνήν προωρισμένην δι' εμέ πλησίον των επιφανεστέρων. Εγώ δε επισκεφθείς τον Ραδάμανθυν τον παρεκάλουν θερμώς να μου είπη τι έμελλε να μου συμβή και να μου δώση μίαν συμβουλήν περί του ταξειδίου μου.

Ούτω παρήρχοντο αι ημέραι και νύκτες της αθώας αυτής οικογενείας. Ευδαίμονες γυναίκες! Έχε πλούτον, δεν έχεις χαράν, είσαι πένης. Έχε ξηρόν άρτον. Έχεις χαράν; Είσαι πλούσιος. Ευδαίμονες γυναίκες! Την άνοιξιν όμως πράγματι εμόχθουν η καλή μήτηρ και αι τέσσαρες θυγατέρες της.

Την αυγήν επανήλθεν εις την αυλήν η σιωπή, αλλ' εξηκολούθει εντός του χωρίου ο θόρυβος. Πόσον βραδέως αι ώραι παρήρχοντο ! θα επανέλθωσιν οι Τούρκοι πλησίον μας ; θα τους έχωμεν και την νύκτα πάλιν ; Ησθανόμεθα πάντες ότι δεν ηδυνάμεθα να ανθέξωμεν πλειότερον.

Έφαγε και τα ολίγα αποταμιεύματά του και ήδη απέζη, αυτός και η οικογένειά τους εκ των μικρών προσόδων των κτημάτων του. Τα έτη παρήρχοντο. Αι εύμορφοι θυγατέρες του εμεγάλωνον και εγίνοντο ευμορφότεραι.