United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκτός δε τούτου οι κακοί ζητούν άλλους διά να περάσουν μαζί τας ώρας των, και αποφεύγουν τον εαυτόν των. Διότι ενθυμούνται πολλά και φρικτά, και προβλέπουν και άλλα πολλά παρόμοια, όταν είναι μόνοι των, ενώ, όταν ευρίσκωνται μαζί με άλλους, τα λησμονούν. Και επειδή δεν έχουν εις την ψυχήν των τίποτε το αξιαγάπητον, διά τούτο δεν έχουν κανέν φιλικόν αίσθημα με τον εαυτόν των.

Λησμονούν ότι και αν ολόκληρον την Πελοπόννησον αποκτήση έκαστος εξ αυτών, θα λάβη παρά του Αιακού μόλις ενός ποδός τόπον• αυτήν δε την πεδιάδα άλλοτε άλλοι κατά καιρούς θα γεωργούν, οι οποίοι με το άροτρον θ' αποσπάσουν και θα καταρρίψουν το τρόπαιον.

Κ' εκέρασε πρώτα-πρώτα αυτός τους ναύτας από ένα τσίπουρο της πατρίδος του, της αμπέλου του ευώδες ποτόν, για να τους βάλη, ως έλεγε, λίγο-λίγοτο δουζένι . Και ούτω πράγματι ήρχισαν να ψάλλωσιν οι ναύται κάτω το άσμα των Χριστουγέννων μετά πόνου βιαζόμενοι να λησμονούν την πατρίδα και τας οικίας των, συνηθισμένοι εις τας αποδημίας.

Κι αυτός τους προστάζει να σηκώσουν αμέσως το κυνήγι και να το φέρουνε στην Αθήνα, για να κάμουν ένα καλό ζιαφέτι πριν πολεμήσουν. Κ' έτσι έγινε. Πάνε στην Αθήνα, ψήνουν το κυνήγι, καθίζουνε μέσα στο παλάτι, και το ρίχτουν στο φαγοπότι. Και τρώγοντας και πίνοντας λησμονούν του τσομπάνη τα λόγια. Ως και τραγουδιστάδες, και χορεύτρες γυρεύανε.

Και όμως πόσοι, ονομαζόμενοι χριστιανοί, τυφλωμένοι από τα πάθη, λησμονούν και παραβιάζουν την θείαν ταύτην εντολήν, την οποίαν ο Χριστός μας έδωκεν! «Εγώ λέγω υμίν αγαπάτε τους εχθρούς υμών, αγαθοποιείτε τους μισούντας υμάς, και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων και καταδιωκόντων υμάς.

Εν τούτοις αι εβδομάδες παρήρχοντο και ήρχιζαν οι χωρικοί να λησμονούν την ιστορίαν αυτήν, ή τουλάχιστον να μη ομιλούν περί αυτής, ότε, περί τα τέλη του Σεπτεμβρίου, έρχεται μίαν αυγήν ο πατήρ του Χρήστου και μου λέγει ότι ο υιός του δεν είναι καλά. — Τι έχει; — Δεν ηξεύρω. Έχει θέρμην δεν έχει όρεξιν. Υπήγα αμέσως να τον ίδω.

Τότε εις όσους μεν είναι μαλακόν, αυτοί μανθάνουν ευκόλως, αλλά και λησμονούν ευκόλως, εις όσους δε είναι σκληρόν, συμβαίνουν τα αντίθετα, όσοι δε το έχουν δασύτριχον και ανώμαλον, διότι ανεμίχθη κανέν μέρος από λίθους ή από χώμα ή από κόπρον, αυτοί σχηματίζουν ασαφή εκμαγεία. Επίσης δε ασαφή σχηματίζουν και όσοι το έχουν σκληρόν, διότι δεν έχουν βάθος.

Ούτω γίνεται σύγχυσις εις την οποίαν λησμονούν τι ήρχισαν να συζητούν, και αφού υβρισθούν μεταξύ των φεύγουν και με το δάκτυλον οι περισσότεροι σκουπίζουν τα ιδρωμένα μέτωπά των• εκείνος δε φαίνεται νικητής ο οποίος ανεδείχθη πλέον φωνακλάς και αδιάντρωπος και φεύγει τελευταίος.

Υποθέτουν ότι ο πολύς κόσμος αισθάνεται και πρέπει να αισθάνεται τας ιδικάς των ανάγκας, και λησμονούν, ότι αυτοί μεν είνε εμπρός, πολύ εμπρός, οι δε άλλοι οπίσω, διότι αυτοί μεν διήνυσαν την οδόν διά του σιδηροδρόμου, οι δε άλλοι παρέπονται πεζοί. Ωμίλει έτι ο φίλος μου, ότε εισήλθομεν εις την πόλιν.

Ο Θησεύς, φθάσας εις Κρήτην, εφόνευσεν ευτυχώς τον Μινώταυρον, και επανήλθε σώος εις τας Αθήνας μετά των διασωθέντων και ευγνωμονούντων συντρόφων του. Αλλ' εν τω μέσω της χαράς των λησμονούν να υψώσωσι το λευκόν αντί του μαύρου πανίου. Ιδών δε τούτο μακρόθεν ο Αιγεύς, και νομίσας ότι ο υιός του εχάθη, έπεσε και επνίγη εις την θάλασσαν, ήτις έκτοτε ωνομάσθη Αιγαίον Πέλαγος .