United States or Togo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ιδού δε πώς εκυριεύθησαν αι Σάρδεις· κατά την δεκάτην τετάρτην ημέραν της πολιορκίας ο Κύρος διεκήρυξε δι' ανδρών εφίππων εις όλας τας τάξεις του στρατού ότι θα ανταμείψη εκείνον όστις πρώτος ήθελεν αναβή επί των επάλξεων.

Αλλ' εάν ο Χοπ-Φρωγκ με τα κακοφτιασμένα ποδάρια του δεν μπορούσε να κινηθή παρά με μεγάλην δυσκολίαν και κόπον επάνω εις ένα δρόμον ή εις ένα σανιδόστρωτο, εφαίνετο ότι η φύσις ηθέλησε ν' ανταμείψη την ατέλειαν των κάτω μελών του με βραχίονας, των οποίων η γιγαντιαία δύναμις των μυών επέτρεπε να κάμνη γύρους μιας καταπληκτικής ευστροφίας όταν ευρίσκετο εμπρός εις τα δένδρα, ή εις σχοινία ή εις άλλο οιονδήποτε πράγμα όπου μπορούσε να σκαρφαλώση.

Εκείνος δε ο οποίος ζητεί παρά των νόμων να τιμωρούν διά να μη ανταμείψη και δι' όσα ευηργετήθη, σκεφθήτε εις ποίαν υπερβολήν αδικίας φθάνει.

Την είδε κύπτουσαν επί της κλίνης του, ενδεδυμένην ως δούλην ωραίαν, ως θεάν επουράνιον: Οι οφθαλμοί του εστράφησαν ακουσίως προς το λάβαρον και προς τον μικρόν εκείνον σταυρόν, τον οποίον του είχε δώσει όταν τον εγκατέλιπε. Θα ανταμείψη λοιπόν πάντα ταύτα διά νέας αρπαγής; Και ησθάνθη αιφνιδίως ότι δεν ήρκει να την έχη πλησίον του.

Αυτό θα μου κατεξέσχιζε την καρδιά. Προς τούτοις είναι τόσο τίμιος, και δεν εφίλησεν ούτε μια φορά την Καρολίνα μπροστά μου. Γι' αυτό ας τον ανταμείψη ο Θεός! Για το σέβας που έχει στην κόρη πρέπει να τον αγαπώ.

Είπε τ' όνομά του κι' ο Τριστάνος του είπε: «Είμαι ο Τριστάνος, Βασιληάς του Λοοννουά, κι' ο Μάρκος ο Βασιλιάς της Κορνουάλλης είναι θείος μου. Έμαθα, άρχοντα, ότι οι υποτελείς σου σού έκαμαν άδικο πόλεμο κι' ήρθα να σου προσφέρω της υπηρεσίες μου. — Αλλοίμονο! άρχοντα Τριστάνε, πηγαίνετε το δρόμο σας κι' ο Θεός να σας ανταμείψη. Πώς να σας δεχτούμε εδώ μέσα; Δεν έχουμε πεια τροφές.

ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Είμαι φαυλότατος του κόσμου· το αισθάνομαι πλειότερον παντός άλλου. Τίνι τρόπω, ω Αντώνιε, ω μεταλλείον γενναιοδωρίας, ήθελες ανταμείψη καλυτέρας μου υπηρεσίας, αφού στέλλεις χρυσούν στέφανον εις την αισχράν διαγωγήν μου; Εξογκούται η καρδία μου και αν η θλίψις δεν κατασυντρίψη αυτήν, τρόπος ταχύτερος θα καταστρέψη την θλίψιν. Αλλά αισθάνομαι ότι θα επαρκέση η θλίψις.

Ναι, το ξέρεις: αν ξαναδώ το δαχτυλίδι με την πράσινη πέτρα, ούτε πύργος, ούτε φρούριο, ούτε Βασιλική διαταγή θα μ' εμποδίσουν να κάνω τη θέλησι του φίλου μου, κι' ας είναι φρονιμάδα και τρέλλα ας είναι! — Φίλη, ο Θεός που γεννήθηκε στη Βηθλεέμ ας σε ανταμείψη. — Φίλε, ο Θεός ας σ' έχη στη φύλαξί του!» Ο Τριστάνος κατέφυγε στην Ουαλλία, στον τόπο του ευγενικού Δούκα Γκιλαίν.

Ο Αγαμήδης λοιπόν και ο Τροφώνιος, οίτινες κατεσκεύασαν τον εν Δελφοίς ναόν του θεού, ευχηθέντες να συμβή εις αυτούς το άριστον, κοιμηθέντες πλέον δεν εξύπνησαν• και οι υιοί της Αργείας ιερείας ομοίως, όταν ηυχήθη η μήτηρ να ανταμείψη η Ήρα την ευσέβειάν των, επειδή καθυστέρησεν η άμαξα και ζευχθέντες αυτοί έφερον αυτήν εις τον ναόν, μετά την ευχήν την οποίαν έλαβον, την νύκτα απέθανον.

Φίλε, φώναξέ με, το ξέρεις πώς θάρθω! — Φίλη, ο Θεός να σε ανταμείψη! Όταν πέρασε το κατώφλι, οι σπιούνοι, ερρίχτηκαν απάνω του. Ο τρελλός έσκασε τα γέλοια, στριφογύρισε το ρόπαλό του και είπε: «Με διώχνετε, ωραίοι άρχοντες.