United States or Åland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Τριστάνος σας μηνάει ότι θάναι κρυμμένος στο δρόμο μέσα στα βάτα. Σας μηνάει να τον λυπηθήτε. — Είπα. Ούτε πύργος, ούτε φρούριο, ούτε διαταγή βασιλική θα μ' εμποδίσουν να κάνω το θέλημα του φίλου μου».

Τέλος με πήρε ένας αγάς των γιανιτσάρων, που σε λίγο έλαβε διαταγή να πάη να βοηθήση το Αζόφ, που το πολιορκούσαν οι Ρούσσοι. Ο Αγάς, που ήταν άνθρωπος πολύ γαλάντης, πήρε μαζί του όλο το σαράι του και μας τοποθέτησε σ' ένα μικρό φρούριο απάνω στη Μαιώτιδα λίμνη, που το φυλάγανε δυο μαύροι ευνούχοι και είκοσι στρατιώτες.

Μολαταύτα το τελευταίο του φρούριο το Κάρχαιξ αντέχει ακόμη, γιατί δυνατά είναι τα τείχη του, και δυνατή είναι η καρδιά του γυιού του, του Καερντέν, του καλού ιππότη. Μα ο εχθρός τους τσιτώνει ολοένα και πεινάνε: θα μπορέσουν να βαστήξουν πολύ ακόμη;» Ο Τριστάνος ρώτησε πόσο μακρυά ήτανε το φρούριο του Κάρχαιξ. «Άρχοντα, δυο μίλλια μοναχά». Χωρίστηκαν και κοιμήθηκαν.

Ναι, το ξέρεις: αν ξαναδώ το δαχτυλίδι με την πράσινη πέτρα, ούτε πύργος, ούτε φρούριο, ούτε Βασιλική διαταγή θα μ' εμποδίσουν να κάνω τη θέλησι του φίλου μου, κι' ας είναι φρονιμάδα και τρέλλα ας είναι! — Φίλη, ο Θεός που γεννήθηκε στη Βηθλεέμ ας σε ανταμείψη. — Φίλε, ο Θεός ας σ' έχη στη φύλαξί του!» Ο Τριστάνος κατέφυγε στην Ουαλλία, στον τόπο του ευγενικού Δούκα Γκιλαίν.

Έπειτα απάντησε: «Ναι, την τελευταία φορά που μου μίλησε, θυμάμαι που του είπα: «Αν ποτέ ξαναϊδώ το δαχτυλίδι με την πράσινη πέτρα, ούτε πύργος, ούτε φρούριο, ούτε διαταγή Βασιλική θα μ' εμποδίσουν να κάνω το θέλημα του φίλου μου κι' ας είναι φρονιμάδα ή τρέλλα. — Βασίλισσα, σε δυο μέρες η Αυλή θαφήση το Τινταγκέλ για τον Άσπρο Κάμπο.

Σκοτώσανε άφθονους Ρούσσους, μα μας το πληρώσανε καλά: Οι γιανιτσάροι περάσανε το Αζόφ διά πυρός και σιδήρου χωρίς να χαριστούν ούτε σε γένος ούτε σε ηλικία. Έμεινε μόνο το δικό μας μικρό φρούριο. Οι εχθροί θελήσανε να μας πιάσουν με την πείνα. Οι είκοσι γιανιτσάροι ωρκιστήκανε να μην παραδοθούνε ποτέ.

Όταν μπήκε μέσα στο φρούριο, παίζοντας με το ρόπαλό του, βαλέδες και ιπποκόμοι μαζεύτηκαν στο πέρασμά του, και τον κυνηγούσαν σαν λύκο από δω κι' από κει. «Κυττάχτε τον τρελλό, χου, χου, χουΤου ρίχνουν πέτρες, τον χτυπούν με τα ραβδιά. Αλλά τους ξεφεύγει με τρόπο: αν του επιτίθενται, από τ' αριστερά, γυρίζει και χτυπάει δεξιά.

Αισθάνομαι ό,τι θα αισθανόταν ένας που θα ξαναγύριζε στο κατακαμμένο, το κατεστραμμένο φρούριο, που κάποτε ένας ακμαίος ηγεμών το οικοδόμησε, και το εστόλισε με όλα τα δώρα της πολυτελείας και πεθαίνοντας το άφησε μαζί με πλήθος ελπίδες στον αγαπητόν του γυιό. 3 Σεπτεμβρίου.

Φίλε Τριστάνε, μόλις ιδώ το δαχτυλίδι με την πράσινη πέτρα, ούτε πύργος ούτε τείχος, ούτε φρούριο κανένα θα μεμποδίση να κάνω το θέλημα του φίλου μου. — Ιζόλδη, ο Θεός να σε προστατεύη. Τα δυο τους άλογα βάδιζαν κοντά-κοντά. Την τράβηξε κοντά του και την έσφιξε στην αγκαλιά του. «Φίλε, είπεν η Ιζόλδη, άκουσε την τελευταία μου παράκλησι. Σε λίγο θ' αφήσης αυτόν τον τόπο.