United States or Wallis and Futuna ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεύτερος δε αυτός από την οικογένειαν ταύτην, θεραπευθείς από την νόσον, ανέθηκεν εις τους Δελφούς μέγαν κρατήρα αργυρούν και υποκρατηρίδιον εκ σιδήρου κολλητού, πράγμα πολύ πλέον άξιον θέας από όλα τα εις τους Δελφούς αφιερώματα, έργον Γλαύκου του Χίου όστις πρώτος όλων των ανθρώπων εφεύρε την κόλλησιν του σιδήρου.

Επί της ψυχής εκείνης της θερμαινομένης υπό μεγάλων παραδόσεων δεν ηδύνατο να εγκαθιδρυθή διά πολύν καιρόν η αποθάρρυνσις, όπως επί πεπυρακτωμένου σιδήρου δεν δύναται να καθήση σταγών ύδατος. Ευθύς αμέσως ο γέρων ανέλαβεν όλην αυτού την ενεργητικότητα, όλην την ακλόνητον πεποίθησιν περί του Άι Γιώργη του, όσην έτρεφε και περί του ομωνύμου Στρατηλάτου.

Διότι πολύ υπακούει εις αυτήν την επωδήν και της συμβαίνει το εναντίον αφ' ό,τι εις τα φαντάσματα• τα μεν φαντάσματα αν ακούσουν ήχον χαλκού ή σιδήρου φεύγουνκαι αυτά σεις τα λέγετεαυτή δε αν πουθενά κουδουνίζη χρήμα τρέχει προς τον ήχον.

Δηλαδή από γάλα και κρέατα δεν είχαν καμμίαν έλλειψιν, εκτός δε τούτου και από το κυνήγιον δεν επρομηθεύοντο μηδαμινήν τροφήν ούτε ολίγην. Και βεβαίως και από ενδυμασίας και στρώματα και κατοικίας και σκεύη μαγειρικά και οικιακά είχαν αφθονίαν. Διότι αι κεραμοπλαστικαί τέχναι και αι πλεκτικαί δεν έχουν καμμίαν ανάγκην του σιδήρου.

Και δεν ηδυνήθησαν μεν οι Πέρσαι να την κυριεύσουν, πολύ δε ολιγώτερον να προσβάλουν την Κωνσταντινούπολιν, ως μη έχοντες άλλως και πλοία, αλλ' όμως και ούτω μεγάλη ήτο η ταραχή εις Κωνσταντινούπολιν, οπόθεν έβλεπαν οι κάτοικοι τους πολεμίους διά πυρός και σιδήρου ερημούντας πάσας τας πλησίον χώρας εις την απέναντι ασιατικήν παραλίαν.

Ήτο τω όντι η φλογέρα του Μήτρου μικρά, χρυσίζουσα, με πέντε τρύπας, μαύρας εις τα χείλη εκ του καυτερού σιδήρου διά του οποίου ήνοιξεν αυτάς ο τεχνίτης και άλλην μίαν εις το αντίθετον μέρος.

Αλλ' η μνήμη αυτής έγεινε κατ' ολίγον ηρεμωτέρα, αι λεπτομέρειαι της αποπτάσης ευτυχίας επανήλθον όλαι εις την διάνοιάν της, και το μέγεθος της αμαρτίας αυτής περιέσφιγξεν ως διά σιδηρού κλοιού την καρδίαν της. Τα ενθυμήθη όλα, και ανελύθη εις δάκρυα πικρά.

Είχεν αρχίσει την εργασίαν του ο Νικόλας ο Κοψαχείλης, διά τρομακτικών φωνών διευθύνων τον ημίονόν του, κυλίοντα το μάρμαρον και συνάμα διά του σιδηρού πτύου ωθών υπ' αυτό τας ελαίας.

Γελάσας δε είπε προς τους ιερείς· «Ω ανόητοι κεφαλαί, γίνονται τοιούτοι θεοί έχοντες σώμα και σάρκα, αισθανόμενοι τα κτυπήματα του σιδήρου; Ο θεός ούτος είναι τωόντι άξιος των Αιγυπτίων.

Εις την Λακεδαίμονα μεταχειρίζονται νόμισμα σιδηρούν, και τούτο διά το ευτελές του σιδήρου• και όστις έχει πολύ του τοιούτου σιδηρού νομίσματος θεωρείται πλούσιος, εις άλλο δε μέρος το νόμισμα τούτο δεν έχει καμμίαν αξίαν. Εις την Αιθιοπίαν μεταχειρίζονται νόμισμα λίθους γεγλυμμένους, τους οποίους ανήρ Λακωνικός δεν ημπορεί να μεταχειρισθή.