United States or Ireland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεύτερος δε αυτός από την οικογένειαν ταύτην, θεραπευθείς από την νόσον, ανέθηκεν εις τους Δελφούς μέγαν κρατήρα αργυρούν και υποκρατηρίδιον εκ σιδήρου κολλητού, πράγμα πολύ πλέον άξιον θέας από όλα τα εις τους Δελφούς αφιερώματα, έργον Γλαύκου του Χίου όστις πρώτος όλων των ανθρώπων εφεύρε την κόλλησιν του σιδήρου.

Οι αργυραμοιβοί ήσαν σχεδόν αναγκαίοι εκεί. Διότι είκοσιν ημέρας προ του Πάσχα οι ιερείς ήρχιζον να εισπράττουν τον παλαιόν ιερόν φόρον του ημίσεως σεκέλ, τον οποίον ώφειλε να πληρώνη πας Ισραηλίτης πτωχός ή πλούσιος, δεν ήτο δε νόμιμον να πληρώνεται ο φόρος ούτος εις έν των διαφόρων νομισμάτων των συρρεόντων εθνικών, αλλ' έπρεπε να πληρώνεται εις αργυρούν εγχώριον νόμισμα.

Είς δύο-τρεις φιλαργύρους, οίτινες, όταν επλησίαζεν ο δίσκος, έκαμνον πως κοιμώνται, παρουσίαζε κατ' επανάληψιν τον αργυρούν δίσκον φωνάζων δυνατώτερα: — Το λάδι της εκκλησίας! Έως ου τους ηνάγκαζεν εξ εντροπής να δώσουν τον οβολόν των. Μόνον ο γέρω-Μασώνος, απόστρατός τις ναύτης, μόνον εκείνος του εγλύτωνε πάντοτε.

Σωκράτης Επειδή δε ενόμισα ότι αυτός δεν κάμνει λόγον δια μικρά πράγματα, αλλά δι' εκείνα τα οποία φαίνονται ότι είναι μέγιστα, περί αρετής και περί πλούτου, τον ηρώτησα ποίον από τα δύο δύναται να είπη, ότι πλουσιώτερος άνθρωπος είναι εκείνος εις τον οποίον κατά τύχην υπάρχει αργυρούν τάλαντον, ή εκείνος εις τον οποίον υπάρχει αγρός άξιος δύο ταλάντων ;

Από τον θάνατον. — Δεν σημαίνει, αφού απέθανε. — Και ήλπιζα να την εύρω ζωντανήν, είπεν ο γέρων. Κρίμα, κρίμα! — Και δύναμαι να σ' ερωτήσω εις ποίαν περίστασιν την είχες σώσει; ηρώτησεν ο Πλήθων. — Γνωρίζεις αυτό; είπεν ο γέρων. Και τω έδειξεν αργυρούν εγκόλπιον, φέρον εγκεχαραγμένην διά κεφαλαίων την λέξιν: ΠΛΗΘΩΝ! — Το γνωρίζω, είπεν ο φιλόσοφος, αλλά πού το ηύρες;

Και αν τον έβλεπες υπό την φαεινήν ακτινοβολίαν της σελήνης, εθεώρεις ότι περισσότερον ζωντανόν ήτο το αργυρούν καρυοφύλλι, ου αι γλυφαί έπαιζον ως φολίδες έρποντος όφεως υπό τας μαρμαρυγάς του αργυρού φωτός, παρά ο φέρων αυτό Γέρω-Γιάννης, όστις σιγά-σιγά με κλειστά τα μάτια εβάδιζεν ως άνθρωπος έχων αντί ψυχής καρυοφύλλι.

Της προσέφερε την Σκούκια, την προβατίνα με τ' ωραίον καστανόλευκον τρίχωμα και τ' αργυρούν περί τον λαιμόν τσοκάνι και τον Ζάπο, τον εμπιστευμένον του σκύλον και γκιορντάνι από χάνδρας, κοκκινωτέρας των κουμάρων και ζωνάρι με δύο παφτάδες, λαμπροτέρους του αυγερινού και του αποσπερίτη. Και η λυγερή ήσθμαινεν εκ συγκινήσεως ακροωμένη ταύτα.

Ο γέρων πρόεδρος έκυψεν επί της μιας πλευράς του πλάτους του κιβωτίου και επί της άλλης κ' εκύτταξε διά μακρών τας αρτίως επιτεθείσας σφραγίδας, κ' επί του στήθους του εκρότησαν ελαφρώς τα παράσημα. Έφερε το αριστείον του αγώνος αργυρούν και δύο αργυρούς σταυρούς του Σωτήρος.

Και όταν πάλιν ναυαγός εις μίαν σανίδα σωθή, ή εις ξηρόν βράχον από τα δόντια του θανάτου γλυτώση, πρώτα πρώτα θα φέρη το τάξιμόν του εις τον άγιον, λαμπάδα μεγάλην ή αργυρούν κανδήλιον, και ύστερον θα μεταβή εις την οικίαν του να χαιρετίση την μητέρα του ή την σύζυγόν του. Αλλ' ενίοτε δεν επανέρχεται. Το τάξιμόν του ήτο βαρύ. Είχε τάξει όλην την ζωήν του. Να γείνη καλόγηρος!