United States or Bhutan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η νεκρά ανέζησε διά των φροντίδων του και μετά τινας ημέρας το ερωτευμένον ζεύγος μετέβη να κρύψη την ευτυχίαν του εις Αγγλίαν, όπου διέμεινε δέκα ολόκληρα έτη. Το μακρόν τούτο διάστημα χρόνου νομίζοντες ικανόν προς τελείαν λήθην, επανήλθον οι δύο ερασταί μετά την παρέλευσιν αυτού εις Γαλλίαν.

Τιμωρία, — διότι ανήλθον εις κόσμους φωτεινούς, υπερβαίνοντας της αντιλήψεώς μου τα όρια· αμοιβήδιότι εκυλίσθην εις κόσμους ερεβώδεις, και επανήλθον εις τον ορνιθώνα, δι' ον επλάσθην και προωρίσθην. Και του Φωτός η πηγή, την οποίαν υπέδειξες εις εμέ διά της Χ ρ υ σ ή ς σου Δ ι α θ ή κ η ς, κατέστη ερέβους πηγή, ην υποδεικνύω εις σε, διά της Δ ι α θ ή κ η ς μου της Σ ι δ η ρ ά ς.

Την επαύριον ο άνεμος εκόπασε, το ψύχος ηλαττώθη πολύ κ' επωφελούμενοι την ανακωχήν του χειμώνος απεφάσισαν ν' απέλθωσιν. Ο μπάρμπα-Στεφανής και ο υιός του μετά δύο άλλων βοηθών επανήλθον εις την μικράν αμμουδιάν υπό τα Μποστάνια, καθείλκυσαν την λέμβον, επέβησαν αυτής, και κάμψαντες το Κάστρον, την έφεραν από &Σοφράν& εις το βορειανατολικόν μέρος.

Η νέα κόρη παρέδωκε την καρδίαν της εις τον Βουσουέτον. Αντί να επιστρέψη εις τον σύζυγόν της, διετήρησε μυστικήν την ανάστασίν της και έφυγεν εις την Αμερικήν με τον δημοσιογράφον. Είκοσι έτη έπειτα και οι δύο επανήλθον εις την Γαλλίαν, πεπεισμένοι ότι ο χρόνος είχεν αρκετά μεταβάλλει την φυσιογνωμίαν της κυρίας, ώστε θα ήτο αδύνατον να την αναγνωρίσουν οι παλαιοί της φίλοι.

Μετά εικοσιεννέα, δε έτη οι Αθηναίοι επανήλθον μετά του Άγνωνος του Νικίου, ο οποίος εστάλη ως οικιστής, και εκδιώξαντες τους Ηδώνας έκτισαν την θέσιν ταύτην, η οποία πρότερον εκαλείτο Εννέα οδοί.

Ο Ευαγγελιστής υπαινίσσεται μόνον την αφορμήν της φυγής και της επανόδου, και ευρίσκει εις την επάνοδον την εκπλήρωσιν της παλαιάς προφητείας του Ησαΐα, «Εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον Υιόν μου». Η φυγή εις Αίγυπτον είχεν συνεπείας τραγικωτάτας. Βλέπων ότι οι Μάγοι δεν επανήλθον προς αυτόν, ο Ηρώδης κατελήφθη από τρόμον ισχυρότερον και μίαν ζηλοτυπίαν πλέον μαύρην και πλέον μοχθηράν.

Αλλ' η μνήμη αυτής έγεινε κατ' ολίγον ηρεμωτέρα, αι λεπτομέρειαι της αποπτάσης ευτυχίας επανήλθον όλαι εις την διάνοιάν της, και το μέγεθος της αμαρτίας αυτής περιέσφιγξεν ως διά σιδηρού κλοιού την καρδίαν της. Τα ενθυμήθη όλα, και ανελύθη εις δάκρυα πικρά.

Οι δε Αθηναίοι, πεισθέντες ότι αρίστη ήτο η παραίνεσις αυτού, εψήφισαν όσα προέτεινε και απεκρίθησαν εις τους Λακεδαιμονίους ό,τι τους υπηγόρευσε, λεπτομερώς και εν συνόλω, ειπόντες ότι ουδεμίαν είχον διάθεσιν να δεχθούν διαταγάς, αλλ' ότι ήσαν έτοιμοι να διαλύσουν τας διαφοράς διά της δικαιοσύνης και εν ισότητι. Και οι μεν πρέσβεις ανεχώρησαν εις την πατρίδα των και έκτοτε δεν επανήλθον πλέον.

Περί τούτου και μόνου εσκεπτόμην έξυπνος, ή κοιμώμενος ωνειρευόμην. Είχον ήδη μεταβή εις Χίον κρυφίως συμπολίταί μου τινές, επανήλθον δε σώοι και αβλαβείς. Αι εκεί Αρχαί ελάμβανον εκ Κωνσταντινουπόλεως διαταγάς να προσελκύωσι τους επιστρέφοντας των Χριστιανών και να μη τους ενοχλώσι. Ταύτα επληροφορούμην, η δε πείρα των επιστρεψάντων μ' ενεθάρρυνε.

Η Γύφτισσα ανήψε φως και είδεν ότι το πράγμα εκείνο ήτο κάνεον πλήρες ασπρορρούχων. Φαίνεται ότι η γυνή εκείνη, ήτις είχεν αρπάσει το κάνεον εκ των χειρών της Αϊμάς, ενόμισε καλόν ν' αποδώση διά νυκτός το αφαιρεθέν πράγμα. Τον δε Μάχτον είχε κατορθώσει ευχερώς η Αϊμά να παροξύνη και να καταπραΰνη, ότε επανήλθον αμφότεροι την εσπέραν εις την καλύβην.