United States or Afghanistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Πετρώνιος ήκουε κατάπληκτος μίαν δούλην, ήτις ετόλμα να αντιτείνη εις διαταγήν, και έλεγε: «Δεν δύναμαι· δεν θέλω». Ήτο πράγμα τόσον ανήκουστον εν Ρώμη, ώστε κατ' αρχάς ενόμισεν ότι παρήκουσε. Τέλος συνέσπασε τας οφρύς.

Αλλ' η πατρίς, παιδία μου, είπεν ο γέρων, είναι μήτηρ φιλόστοργος, την οποίαν και δούλην και ελευθέραν και ευτυχούσαν και δυστυχούσαν οφείλομεν ν' αγαπώμεν, το παν προθύμως υπέρ αυτής θυσιάζοντες, « Αυτήν ας έχωμεντον νουν, αυτήν ας αγαπώμεν, «Και όπου αν υπάγωμεν, ας μη την λησμονώμεν. »

Όταν ήτο ακόμη παιδίον εις την εξοχήν του Αούλου, εν Σικελία, παρεκάλει μίαν γραίαν δούλην εξ Αιγύπτου να της διηγήται ιστορίας με δράκοντας κατοικούντας εις σπήλαια. Της εφάνη ότι ο γλαυκός οφθαλμός ενός εκ των τεράτων εκείνων την παρετήρει ασκαδραμυκτί.

Την πατρικήν μου πόλιν, τον Έκτορα που έχασα και την σκληράν μου τύχην που μ' έκαμε δούλην ενώ δεν ήξιζα. Δεν πρέπει κανείς να μακαρίζη ένα άνθρωπον πριν ιδή πώς θα περάση την τελευταίαν ημέραν της ζωής του και πώς κατέβη εις τον άλλον κόσμον. Ο Πάρις δεν έφερε την Ελένην εις το Ίλιον ως σύζυγον αλλά ως καταστροφήν.

Επώλησα εις την δυστυχισμένην Ευνίκην δύο κλωστές από τον παλαιόν μανδύαν μου. Είναι εύμορφη, και εάν μου την επρόσφερεν ο Πετρώνιος . . . Ναι, ναι, Χίλων Χιλωνίδη, είσαι ξένος και ορφανός, λάβε όπως ημπορέσης μίαν δούλην τουλάχιστον διά να σε παρηγορή. Αλλ' ιδού έφθασα εις του Σπόρου αυτού του κλέπτου. Το καπηλείον του είνε ο τόπος πού πληροφορείται κανείς ευκολώτερα».

Αυτοί δηλαδή θα γίνουν υπόδουλοι κατ' άλλον τρόπον και πολύ ασχημότερον εις τους ικανούς να συγκρατούνται βεβαίως από τας ηδονάς, οι οποίοι απέκτησαν την μέθοδον των ηδονών, και είναι και κάποτε άνθρωποι εντελώς κακοί, και τότε την ψυχήν των θα την έχουν εν μέρει μεν δούλην, εν μέρει δε ελευθέραν, και δεν θα είναι άξιοι να ονομάζωνται απολύτως ανδρείοι και φιλελεύθεροι.

Εις την οικίαν του οι δούλοι διήγον καλλίτερον ή αλλαχού, αλλ' υπό τον όρον να εκτελούν την υπηρεσίαν των με τρόπον άμεμπτον και να σέβωνται την θέλησιν του δεσπότου, όσον και την των θεών. Προσέβλεψε προς στιγμήν την γονυπετή και κλαίουσαν δούλην, και έπειτα είπεν: — Ύπαγε να ζητήσης τον Τειρεσίαν.

Είχε γείνει η πρώτη εις την κολυμβήθραν κατάδυσις, και ο παπάς εβάπτιζε «την δούλην του Θεού Αχλαδίαν», ότε η Σαϊτανικολίνα επλησίασε και με φωνήν διστακτικήν του είπεν: — Αγλαΐα είνε τόνομα, αφέντη παπά, Αγλαΐα. Ο ιερεύς διακόψας το βάπτισμα και κρατών μετέωρον το νήπιον, το οποίον εκραύγαζεν, απήντησεν: — Αγλαΐα, Αχλαδία το ίδιο είνε. Κατέχω κεγώ με τα ονόματα που πάτε και βγάνετε;

Συ λοιπόν είσαι, που αρχηγός των εκλεκτών Ελλήνων αφήρεσες άλλοτε την Τροίαν από τον Πρίαμον, μολονότι είσαι τόσον άνανδρος; Συ, ο οποίος πεισθείς εις τα λόγια της κόρης σου, που είναι παιδί ακόμη, τόσον υπερηφανεύεσαι και καταδέχεσαι να πολεμής μίαν δυστυχισμένην δούλην γυναίκα; Δεν σ' ευρίσκω ούτε σε άξιον της Τροίας ούτε την Τροίαν άξιάν σου.

Τοιαύτης επιζήλου θέσεως και τοιούτων αγαθών επρόκειτο να παραιτηθή η Χρυσηίς όπως επιστρέψη εις την δούλην αυτής πατρίδα και νυμφευθή πιθανώς δούλον τινα του Αγαμέμνονος.