United States or Hungary ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ως έτυχε και άλλοτε να είπωμεν, εκάστη των μεταφορών αυτού είναι καθ' εαυτήν εναργής και ζωηροτάτη, το πλήθος των όμως τοσούτον, ώστε συμπλέκονται προς αλλήλας ως κλάδοι παρθένου δάσους και επέρχεται τότε ρωμαντικόν τι σκιόφως, εν ώ βλέπομεν κινούμενα παντοία έτι ρωμαντικώτερα πλάσματα: βουνά ανταλλάσσοντα φιλήματα και γεννώντα ήρωας συλληφθέντας εκ του ασπασμού τούτου· πτερωτά δακτύλια αναβαίνοντα εις ουρανόν, ράσα καλογήρων αρμενίζοντα εις τον αιθέρα, αγορεύοντας βράχους, ανθρωπόμορφα δένδρα, κύματα σκορπίζοντα μαύρον αφρόν, βρυκόλακας, δράκοντας, κατακλείδια, ανεραΐδας και παντοία άλλα φαντάσματα.

Ο Τριστάνος έπιασε στο πέρασμα ένα απ' αυτούς από τα ορθωμένα κόκκινα μαλλιά τόσο δυνατά ώστε αναποδογύρισε στα καπούλια του αλόγου του, και τον εσταμάτησε. — Ο Θεός να σας σώση, ωραίε κύριε! είπεν ο Τριστάνος. Από ποιο δρόμο έρχεται ο δράκονταςΚαι όταν ο φυγάς τούδειξε το δρόμο, ο Τριστάνος τον άφησε. Το τέρας επλησίαζε.

Υπάρχει κάποιος δράκοντας στο σπίτι μας. Είδα τον ίσκιο του ένα βράδι εδώ μέσα με τα μάτια μου. Μα γιαΤι δε με πιστεύετε; ΣΤΑΥΡΟΣ Λες να είτανε κανείς σαν αυτούς που βασανίζουνε το γήταυρο; Ω να βλέπατε εκεί στη μονιά του το δυνατό θεριό να σπαράζη, να κλαίη, να δέρνεται, να φωνάζη, και κανείς να μην έρχεται, και κανείς να μην μπορή να το γλυτώση από τα νύχια των φοβερών δρακόντων.

Αλλά τότε εφαντάσθην τον πατέρα της κόρης ταύτης καθήμενον προ εμού εντός πολυτελούς ινδικού περιπτέρου, παρά πλουσίαν τράπεζαν, εφ' ης έκαιεν υψηλός λύχνος ευγενούς πορσελάνης, κεκοσμημένος με τους φανταστικούς εκείνους δράκοντας και κροκοδείλους της ανατολικής τέχνης. Προ ημών και περί ημάς έκειντο ανοικτά τα οποία είδον κιβώτια πλήρη μεμβρανών και παπύρων, εξ ων λαμβάνων ο κ.

Επέρασα το επίλοιπον εκείνης της ημέρας περιπατώντας ένθεν κακείθεν, μήπως και εύρω καμμίαν στράταν να έβγω έξω, αλλά ματαίως· την ερχομένην νύκτα, διά να φυλαχθώ από τους δράκοντας, εμβήκα εις μικρόν σπήλαιον, που μόλις με εχωρούσε και με μεγάλες πέτρες έκλεισα την θύραν του σπηλαίου διά προφύλαξίν μου.

Μα τώρα δεν μπορώ να νοιώσω, πως δεν το ξαναθυμήθηκ' από καιρό πια... ΑΝΝΟΥΛΑ Μήπως ήρθε μέσα στο μυαλό σου κανένας δράκοντας και σου τόνε σκότωσε το γήταυρο, γιαγιά; ΓΙΑΓΙΑ Φοβητσιάρα, Αννούλα, φοβητσιάρα. Δε θέλεις και πολύ να το πιστέψης αυτό, και το βράδι να μου λες πως βλέπεις δρακόντους στην κάμαρα σου, όπως εδώ και κάμποσο καιρό, θυμάσαι; ΑΝΝΟΥΛΑ Μα τότε δεν έλεγα ψέματα, γιαγιά μου.

Τούτο όμως δεν την ετάρασσε, ούτε την ημπόδιζεν από το έργον της. Εγνώριζε καλώς ότι μόλις εξερχομένη εκείθεν εγίνετο πάλιν η ωραία και θελκτική μάγισσα, ως ο δράκοντας του μύθου, όστις πλησιάζων εις τον μαγευμένον καθρέπτην εκιτρίνιζεν ως το θειαφοκέρι, έτρεμεν, εκινδύνευε να χάση την ζωήν του, αλλά μόλις απεμακρύνετο εκείθεν, ανελάμβανε τας δυνάμεις του όλας.

Αγκαλιαστά να βρης εκεί 'ςτό στρώμα να κοιμώνται Ο αφωρεσμένος σου αδερφός κ' η σκύλλα σου η γυναίκα, Για να γλυτώσουν σ' έστελναν για τα Χρυσά τα Μήλα, Που τα φυλάει ο Δράκοντας, να χάσης τη ζωή σου· Και σαν εγύρισες μ' αυτά, σ' επήραν 'ςτό κυνήγι Κ' εκεί σ' εσκότωσε ο αδερφός 'ςτόν ύπνο τον γλυκό σου, Τώρ' αρματώσου γλήγορα κι' ανέβα 'ςτ' άλογό σου Και σύρε εκεί και σκότωσε και κάμε τους κομμάτια.

ΙΩΝ Έχει και άλλο γνώρισμα, ή μόνο τούτο βρήκες; ΚΡΕΟΥΣΑ Δυο δράκοντας, που αστράφτουνε μ' ολόχρυσα σαγόνια. ΙΩΝ Δώρο είν' αυτό της Αθηνάς, ή για παιδιά φτιασμένο; ΚΡΕΟΥΣΑ Αντιγραφή του παλαιού Ερεχθονίου είνε. ΙΩΝ Και τα χρυσά για ποιά δουλειά και για ποιο λόγο τάχει; ΚΡΕΟΥΣΑ Να τάχη περιδέραια το νεογέννητό μου.

Όταν ήτο ακόμη παιδίον εις την εξοχήν του Αούλου, εν Σικελία, παρεκάλει μίαν γραίαν δούλην εξ Αιγύπτου να της διηγήται ιστορίας με δράκοντας κατοικούντας εις σπήλαια. Της εφάνη ότι ο γλαυκός οφθαλμός ενός εκ των τεράτων εκείνων την παρετήρει ασκαδραμυκτί.