United States or Yemen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν θέλεις να είσαι πιο σίγουρος ανέβα στα καπούλια κι εσύ, βλάκαΈκπληκτος ο Έφις, μετά από κάποια παραΚαλία και απειλές, φόρτωσε το δισάκι του στο άλογο που έμοιαζε να κοιμάται, έπειτα σκαρφάλωσε στα καπούλια, πίσω από τον ντον Πρέντου, προσπαθώντας να μην του γίνεται βάρος. «Τώρα θα ιδρώσει το άλογό σας!» «Ο διάολος να με πάρει, είναι το πιο γερό άλογο της περιοχής.

Κ' η ζωή μου παραστράτησε, η ζωή μου ασχήμισε την ασχήμια των σκλάβων. Όμως ο παππούς μου εμένα, ένας αρματωλός, χύμηξε μια μαύρη νύχτα στο χωριό, με σαράντα παλληκάρια, κι' άρπαξε την καλύτερη. Την κάθισε στα καπούλια του αλόγου του και χάθηκε στο σκοτάδι σαν τον άνεμο. Εκείνοι ήσανε άλλοι άνθρωποι, γιατρέ. ΜΙΣΤΡΑΣΤι σχέση έχουνε όλα τούτα; Δεν καταλαβαίνω.

Δε σας απομένει λοιπόν τίποτες, ωραία Κυνεγόνδη; — Ούτε ένα μαραβεντί είπεν αυτή. — Τι ν' αποφασίσουμε; είπεν ο Αγαθούλης. — Ας πουλήσομε ένα από τα τ' άλογά μας, είπεν η γρηά. Εγώ θα κάτσω στα καπούλια του ζώου, πίσω από τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, αν και δε μπορώ να βαστιέμαι παρά στο ένα κωλομέρι, και θα φτάσομε στα Γάδειρα.

Σα σκύλος π' άγριου γουρουνιού ή ζαρκαδιού δαγκάνει καπούλια πίσω και μεριά, με πείσμα κυνηγώντας, και το μπερδέβει ενώ ζητάει τριγύρω να ξεφύγει· 340 έτσι ο λεβέντης Έχτορας τους κόλλησε, και πίσω έσφαζε πάντα το στερνό· κι' εκείνοι δρόμο πάντα, όπως μια μέρα γράφτηκε να φύγουν τα παιδιά τους.

Ο Τριστάνος έπιασε στο πέρασμα ένα απ' αυτούς από τα ορθωμένα κόκκινα μαλλιά τόσο δυνατά ώστε αναποδογύρισε στα καπούλια του αλόγου του, και τον εσταμάτησε. — Ο Θεός να σας σώση, ωραίε κύριε! είπεν ο Τριστάνος. Από ποιο δρόμο έρχεται ο δράκονταςΚαι όταν ο φυγάς τούδειξε το δρόμο, ο Τριστάνος τον άφησε. Το τέρας επλησίαζε.

Καταλαβαίνετε: έξω ήταν η γιαγιά που έσπρωχνε την πόρτα και την εμπόδιζε να φύγει. Τότε, μια φορά, πήγα εγώ στο Νούορο. Βρήκα το γαμπρό μου σ’ ένα μέρος που έμοιαζε με την κόλαση: στο Μύλο. Του τα είπα όλα. Τότε εκείνος ζήτησε τρεις μέρες άδεια και ήρθε μαζί μου. Νοίκιασε ένα άλογο, επειδή κοστίζει λιγότερο από το αμάξι, και μ’ έβαλε στα καπούλια.

Εσύ όμως να θυμάσαι, Έφις: το κτηματάκι το θέλω εγώ…Το μαρτύριο κράτησε σ’ όλο τον δρόμο, μέχρι που ο Έφις, περισσότερο κουρασμένος από το αν είχε πάει με τα πόδια, γλίστρησε από τα καπούλια και τράβηξε κάτω το δισάκι.