Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025
— Γαλάζιο, άσπρο, μαύρο, κόκκινο η βυσσινί; εψιθύρισε σα να ρωτούσε το άγαλμα. Μα τότε είδε το κέντημα κ' έβγαλε δυνατή φωνή. — Ποιος διάολος το κρέμασ' εδώ μέσα!.. Άπλωσε το χέρι του να το ξεκρεμάση. Η Ελπίδα που κύτταξε από την κλειδαρότρυπα, καθώς άκουσε τις φωνές ετοιμάστηκε να το βάλη στα πόδια. Μα η περιέργεια νίκησε το φόβο της και στάθηκε να ιδή.
Την επόμενη στιγμή όμως πέσανε μερικοί επάνω τους και οι στριγκλιές των γυναικών ενώθηκαν με τα γέλια των αντρών. «Εγώ πάντως θα ήθελα να ξέρω πώς τα κατάφερε να τον δει!» «Αφού δεν είναι τυφλός! Ο διάολος να τους πάρει, προσποιούνται όλοι, από τον πρώτο ως τον τελευταίο.» «Κι εγώ που του έδωσα τρεις φορές από εννέα ρεάλια!
Άιντε τράβα! — Ώστε μ' εκοροΐδευες τόση ώρα; είπεν ο Σακκουλές. Και αποσυρθείς έξω βολής, ήνοιξε την παλάμην εν σχήματι ριπιδίου. — Να!... να σου πάρ' ο διάολος τον πατέρα, παλιομπαγάσα, Τριζώνη! Αλλ' ο ούτως υβριζόμενος εδέχθη τας ύβρεις ως ανθόνερον. Ο σκοπός του άλλως τε αυτός ήτο· να ερεθίση τον θρασύστομον επαίτην, διά να τον υβρίση.
Ο Σορόκος, ο Γαρμπής, ο Γρέγος, ο Πουνέντες όλοι τι άλλο είνε παρά στοιχειά, που αναταράζουν τη θάλασσα και καταντούν για μιας άχρηστα σανίδια τα καμαρωτά πλεούμενα; Μωρέ λόγο που μας τον είπε κι' ο Γιαννιός! Εκείνος εγύρισε και τον είδε με βλέμμα παθητικό και αδύνατο. — Μα τι πειραχτήριο είσαι συ δε μου λες; του είπε παραπονεμένα. Ποιος διάολος σ' έφερ' εδώ μέσα για τις αμαρτίες μου.
Η Νοέμι δεν απάντησε, δεν μπορούσε να μιλήσει. «Τι έγινε;», επανέλαβε δυνατά. «Καταστραφήκαμε, Πρέντου…», είπε τελικά και της φάνηκε ότι μιλούσε παρά τη θέλησή της. «Ξοφλήσαμε. Ο Τζατσίντο πλαστογράφησε την υπογραφή της Έστερ….. Και η τοκογλύφος διαμαρτύρησε τη συναλλαγματική…» «Α, να πάρει ο διάολος!», φώναξε ο ντον Πρέντου, δίνοντας μια γροθιά στον τοίχο.
Ας πάω κάνε παρέκει. ΣΤΕΦΑΝ. Δεν είπες που αυτός λέει ψέμματα; ΑΡΙΕΛ. Εσύ τα λες. ΣΤΕΦΑΝ. Εγώ τα λέω; να λοιπόν. Αν σ' αρέση αυτό, ψεύσε με και άλλη φορά. ΤΡΙΝΚ. Εγώ δεν σ' έψευσα. — Εχάσετε, βλέπω, με τα μυαλά και ταυτιά. Ανάθεμα στο φλασκί σου· είναι δουλειές του κρασιού· πανούκλα να πάρη το τέρας σου, και ο διάολος τα χέρια σου. ΚΑΛΙΜΠ. Χα, χα, χα.
— Πέντε χρόνια, που λες! Στράγγισα στα πόδια μου. Ανήμερα τα Φώτα ήτανε, που μου μπήκε ο διάολος μέσα μου Βγήκε απ' τα νερά και μου μπήκε μέσα στα σωθικά μου. Γύριζα από ταξίδι. Τραβούσα το δρόμο κατά το σπίτι. Ζούσε ακόμα η συχωρεμένη η μάννα μου. Εκεί κατά το μαχαλά μας βλέπω κάτι κορίτσια στην πόρτα. Ποιος γύριζε να κυττάξη; Χορτασμένο το μάτι μας από τέτοια πράμματα.
Ο Αστυνόμος και οι Στρατιώται. ΑΣΤ. Μουρέ Γεράσιμε!! ΣΤΡ. Ντελόγκ' αφέντη. ΑΣΤ. Μουρέ πώς τονε λένε κιόνε το διάολο; ΣΤΡ. Ποιόνε αφέντη; ΣΤΡ. Α! αφέντη — τον Κάντηλα λες; ΑΣΤ. Ναι μουρέ — ν' άμπ' ο διάολος μέσ το μυαλό μου και δεν θυμούμουνε την καντήλα; ναι, ναι, τον καντήλα για σου Γεράσιμέ μου, τον καντήλα — πάρτονε εκιόνε και το Διονύσιο, και τον Τζαβαντίνο, και εκιόνε τον άλλονε το διάολο.
Μακάρι να ’ταν όλοι σαν κι εσένα και τα εφτά σκούδα που μου χρωστάς να ήταν εκατό!» «Ο διάολος να σε πάρει», σκαφτόταν ο Έφις. «Μου δάνεισες τέσσερα σκούδα τα Χριστούγεννα και τώρα τα έκανες κιόλας εφτά!» «Λοιπόν, Καλί», πρόσθεσε χαμηλόφωνα με σκυμμένο το κεφάλι σαν να μιλούσε στα γουρουνάκια που μυρίζονταν με επιμονή τα πόδια του. «Καλί, δώσε μου άλλο ένα σκούδο!
Ύστερ' απ' ολίγο, τα έφερε ο διάολος να μαλλώση με τον ένα, έπειτα με τον άλλον, παπά της Εκκλησιάς· τότε κι' αυτή, για να μην τους τα χαραμίζη, και κολάζη την ψυχή της, έπαψε της προσφορές και τα μνημόσυνα. Μόνο επήγαινε ακόμα στην Εκκλησιά, κ' εκολλούσε κεράκια στους Αγίους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν