Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 7 Μαΐου 2025


Ανάθεμα την αρρώστεια, που τον έρριξε στη στερηά! Ας όψεται ο Δεσπότης, ο μπάρμπας του, που τον έφαγε να γίνη παπάς· ας όψεται η γυναίκα του, πούθελε από καπετάνισσα να γίνη παπαδιά, για να τον έχη στο φουστάνι της και να τρώη τις προσφορές του κόσμου. Κι' αυτός τους άκουσε. Άκουγε όλον τον κόσμο. Δεν μπορούσε να πη το όχι.

Ήμουνα άξιος εγώ να παρουσιάζωμαι στο Θυσιαστήριο του Θεού; Ας όψωνται αυτοί που με παρακίνησαν, έλεγε στους δικούς του, στην παπαδιά, σε κάτι ανηψίδια του. Τι να κάνης; «Και παπάς έγινες, Κώστα; Έτσι τώφερε η κατάρα». Να τρώμε τις προσφορές των χριστιανών και να ντροπιάζωμε την ιερωσύνη. — Πες μου τον καλύτερο! του είπε μια μέρα η παπαδιά. Όλο τον κατακλυσμό φέρνεις...

Η καθεμία ήθελε ν' ακούση «τα δικά της τα ονόματα», και να τ' αναγνωρίση, καθώς απηγγέλλοντο αραδιαστά. Άλλως θα είχαν παράπονα κατά του παππά, κι' ο παππάς αν ήθελε να φάγη κι' άλλοτε, εις το μέλλον, προσφορές, ώφειλε να τα έχη καλά με της ενορίτισσαις.

Έργο αυτόχρημα κλασικό, που δεν πρέπει να λείπη από καμιά βιβλιοθήκη, η μετάφραση τούτη του Κονδυλάκη αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, μιαν από τις ωραιότερες προσφορές στην νεοελληνική λογοτεχνία και γλώσσα. Άπαντα

Ύστερ' απ' ολίγο, τα έφερε ο διάολος να μαλλώση με τον ένα, έπειτα με τον άλλον, παπά της Εκκλησιάς· τότε κι' αυτή, για να μην τους τα χαραμίζη, και κολάζη την ψυχή της, έπαψε της προσφορές και τα μνημόσυνα. Μόνο επήγαινε ακόμα στην Εκκλησιά, κ' εκολλούσε κεράκια στους Αγίους.

Γιατί όσες χώρες βρίσκουνται στον ήλιονε από κάτου και στον αστρόφωτο ουρανό θνητοκατοικημένες, 45 απ' όλες πιο πολύτιμη αφτή είταν της καρδιάς μου, η Τρία η μεγάλη, ο Πρίαμος, κι' ο ξακουστός λαός του. Τι προσφορές δεν έλειπαν ποτές απ' το βωμό μου, σταλιές και τσίκνα· αφτό κι' εμάς μας έλαχε πρεσβιό μας

Ήρθε καιρός να του κάμη η καψογυναίκα του τις εννιά του. Παίρνει τον Παπα-Ξυδέα πάλι και παίρνει σπερνά, που έφτιασε, και παίρνει προσφορές και λιβάνια να πα να τόνε διαβάσουν. Πάνε στο κοιμητήρι, διαβαίνουν τα μνημούρια, φτάνουν και στου μαβρο-Λίακα τον τάφο. Τηράνε, τι να ιδούνε! Βλέπουν να κάθεται απάνου στον τάφο του ένα μεγάλο σκυλί σα δαμάλι.

Στις σαράντα ημέρες απάνου από τη θανή του μαβρο-Λιάκα, έπιασ' η καψόχηρά του αποβραδίς κ' έφτιασε σπερνά και προσφορές, να πάη την άλλ' ημέρα, να πάρη και τον παπά, να του κάμη τις &σαράντα& του.

Μοίρασε το κριάς κι' ο Αχιλέας, κι' έπειτα κάθισε αντικρύ του θεϊκού Δυσσέα, έτσι απ' τον άλλο τοίχο εκεί, και του Πατρόκλου τούπε πρώτα το μέρος των θεών να πάρει και να κόψει. 220 Κι' έρηξε αφτός τις προσφορές μες στης φωτιάς τις φλόγες Τότε όλοι σ' έτοιμα άπλωσαν φαγιά στρωμένα ομπρός τους.

Έργο αυτόχρημα κλασικό, που δεν πρέπει να λείπη από καμιά βιβλιοθήκη, η μετάφραση τούτη του Κονδυλάκη αποτελεί, χωρίς αμφιβολία, μιαν από τις ωραιότερες προσφορές στην νεοελληνική λογοτεχνία και γλώσσα. Άπαντα

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν