United States or Burkina Faso ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού λοιπόν έπεισε μερικούς να πάνε μαζί του, και τους είπε πως σε λίγες μέρες έρχεται κι από τη Ρώμη βοήθεια, και τέλος τους έκαμε και κατάλαβαν πως εδώ είναι ζωή ή θάνατος, τους μοίρασε σε μικρές παρέες, τους έκρυψε σε σύδεντρα ξοχικά κατατόπια, κι από κει ξεχύμιζαν και κόβανε Γότθους. Τέλος και στην Αθήνα μέσα ώρμησαν, τους ξάφνισαν απάνω στα ξεφαντώματά τους και τους ανεμοσκόρπισαν.

Αμέσως ο Σίμων πετάχτηκε και βοήθησε με τα δυνατά του χέρια να σύρουν το δίχτυ στην στεριά. Και Αυτός που όλοι γνώριζαν ότι ήτο ο Κύριος, αλλά του οποίου η φωνή και η όψη έκαναν τις καρδιές τους να σταθούν με σεβασμό γεμάτο δέος, έτσι ώστε να μην τολμούν να τον ρωτήσουν, τους είπε, «Ελάτε και φάτε» και τους μοίρασε το ψωμί και τα ψάρια. «Ναι, Κύριε μου, το ξέρεις ότι Σε αγαπώ».

Ο Αλκίνοος τούτ' ως άκουσεν από το χέρι επήρε αμέσως τον πολύγνωμον ανδρείον Οδυσσέα, και απ' την γωνίστρατο θρονί τον κάθισεν, απ' όπου σήκωσε τον Λαοδάμαντα, τον ανδρικόν υιόν του, 170 οπού σιμά του εκάθιζε, τον πολυαγαπημένον. και νίψιμο η θεράπαινα φέρει και από προχύτην του χύνει, εύμορφον, χρυσόν, εις αργυρή λεκάνη, για να νιφθή• κ' ένα ξυστό τραπέζι βάζει εμπρός του• η σεβαστή κελλάρισσα τον άρτον παραθέτει, 175 και απ' όσα φαγιά φύλαγεν, άφθονα του προσφέρει. έτρωγεν ο πολύπαθος, ο θείος Οδυσσέας• και ο Αλκίνοος προς τον κήρυκα• «Ποντόνοε, συγκέρνα εις τον κρατήρα το κρασί, και μοίρασέ το εις όλους ολόγυρα, όπως κάμουμε σπονδαίς του βροντοφόρου 180 Διός, οπού τους σεβαστούς ικέταις συνοδεύει».

Μοίρασε το κριάς κι' ο Αχιλέας, κι' έπειτα κάθισε αντικρύ του θεϊκού Δυσσέα, έτσι απ' τον άλλο τοίχο εκεί, και του Πατρόκλου τούπε πρώτα το μέρος των θεών να πάρει και να κόψει. 220 Κι' έρηξε αφτός τις προσφορές μες στης φωτιάς τις φλόγες Τότε όλοι σ' έτοιμα άπλωσαν φαγιά στρωμένα ομπρός τους.

Ήρθε κ' η Καλαφάταινα με την κόρη της να σε πη έχε γεια, και πουθενά δε σε βρίσκαμε. Να δα που σαγαπάει η μικρή κιόλας, και σου άφησε το κεντημένο αυτό μαντίλι. Τα μοίρασε όλα της τα προικιά. Και για σένα, λέει, έφερε το καλλίτερό της μαντίλι, να τη θυμάσαι. Αυτό είναι το μαντίλι που βρήκες δεμένα αυτά τα χαρτιά, κληρονόμε μου. Είναι μαυρισμένα τα ξόμπλια του, και κίτρινο το πανί του...

Μαζί με τους άλλους κ' οι Αρειανοί της Έδεσας, με το να είχαν κάμει κι αυτοί μερικές αταξίες. Τους άρπαξε ο Ιουλιανός χρήματα και χτήματα· άλλα μοίρασε στους στρατιώτες του, κι άλλα δήμεψε, λέγοντας περιπαιχτικά πως τώρα θαπολάψουν την ουράνια τη βασιλεία. Σε τέτοια βράση απάνου παράξενο δεν είναι που πήραν οι φίλοι του τον κατήφορο.

Νέος Σωκράτης. Με ποίον μέσον; Ξένος. Διότι άλλα από αυτά είναι ακέρατα, άλλα δε κερασφόρα. Νέος Σωκράτης. Έτσι φαίνεται. Ξένος. Λοιπόν διχοτόμησε την πεζονομικήν, και μοίρασέ την εις τα δύο αυτά μέρη προσθέτων και ορισμόν. Διότι, αν θελήσης να προσθέσης ονόματα εις έκαστον από αυτά, θα ευρεθής πάρα πολύ πλεγμένος. Νέος Σωκράτης. Πώς να τα ειπούμεν λοιπόν; Ξένος.

Δεν έμεινε όμως πολύν καιρό γενικός Αυτοκράτορας, επειδή στα 395, Γεννάρη μήνα, απέθανε από δρώπηκα αφού μοίρασε το Κράτος στους δυο του γιους, Αρκάδιο κι Ονώριο. Τέτοιος είταν ο Μεγάλος ο Θεοδόσιος. Ανάγκη δεν είναι να ξεδιαλύνουμε πάλι το χαρακτήρα του. Ξεδιαλύθηκε αρκετά με τα έργα του, και φάνηκαν τα προσόντα του, και καλά κι αχαμνά. Ένα όμως πράμα πρέπει ναναφερθή.

Αφτό το μοίρασε ο στρατός με δίκιο ανάμεσό του, και χώρισαν του βασιλιά την ώρια Χρυσοπούλα.