United States or Belarus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα τι κατάλαβες που βρεθήκαμε έρμοι και μοναχοί σαν πλάκωσε το κακό από την Ανατολή! Τα ίδια της Χίος, μόνο κάτι μικρότερα. Πήραμε όλοι μας τα βουνά. Είτανε νύχτα, και τρέχανε σα λυσσασμένοι κατόπι μας. Μα μεις ξέραμε τα κατατόπια, κι αυτοί δεν τάξεραν. Κ' έτσι γλύτωσαν πολλοί, αν και το χωριό μας ρημάχτηκε. Μα εγώ τέτοια τύχη δεν είχα.

Και αφού περιέσφιγξεν ο μαυριδερός την οσφύν του ως εστηρίζετο εκεί όλον το θάρρος του, κ' εκρότησαν ηδέως αι παλάσκαι, ετράπη ταχύς προς το βουνόν ως άνθρωπος γνωρίζων τα «κατατόπια». Και μετ' ολίγον έχων προ αυτού πάντοτε τον νεαρόν Θανάσην, έκλινεν όπισθεν του όρους προς ανατολάς, όπου ηγείρετο η Μονή του Ευαγγελισμού. Οι δύο άλλοι ηκολούθουν.

Αφού λοιπόν έπεισε μερικούς να πάνε μαζί του, και τους είπε πως σε λίγες μέρες έρχεται κι από τη Ρώμη βοήθεια, και τέλος τους έκαμε και κατάλαβαν πως εδώ είναι ζωή ή θάνατος, τους μοίρασε σε μικρές παρέες, τους έκρυψε σε σύδεντρα ξοχικά κατατόπια, κι από κει ξεχύμιζαν και κόβανε Γότθους. Τέλος και στην Αθήνα μέσα ώρμησαν, τους ξάφνισαν απάνω στα ξεφαντώματά τους και τους ανεμοσκόρπισαν.

Κ' εγώ ο Συνέσιος, ο φιλόσοφος, να στέκουμαι στα τειχίσματα απάνωΚι όχι μονάχα στα τειχίσματα παραστεκότανε, μα και καβαλλάρης έβγαινε ο Κυρηναίος ο Παπαφλέσσας, ναγναντεύη του εχτρού τα κατατόπια. Ως και πολεμικές μηχανές αγωνιζότανε να σοφιστή με τις επιστήμες που γνώριζε από τη νιότη του.

Ήτο βραχώδης λόφος υψούμενος υπεράνω, εκ των νώτων της οικίας, όπου ήξευρεν όλα τα «κατατόπια» ο Μούρτος. Ούτε κατώρθωσέ τις ποτέ χωροφύλαξ ή άλλος να τον συλλάβη.

Ο Μανώλης, που του κλάδευε και του μπόλιαζε αμίμητα τις ελιές του, που του ξετρύπωνε περίφημα τους λαγούς του, που και στις εθνικές απάνω τις μάχητες πρώτος μυρίζουνταν και μηνούσε του Κυρ Δημήτρη Τούρκικα κατατόπια, Τούρκικες μπροσκάδες και παραμονέματα και σκοπούς, αυτός και τώρα πήγε και τα πρόφταξε του αφέντη του μ' όλα τα στολίδια και ταποσώσματα που τα κολνούσε ο καθένας δηγώντας τους του γειτόνου του.

Μπορούσαμε και στην προσευχή τους να πάμε, να δούμε τι λογής Θεός είναι που τους ακούει και δεν τους πλακώνει με μύριους σεισμούς. Μα φίλε μου, δεν είναι αυτή η δουλειά μας. Με την άδειά σου λοιπόν, την αφίνουμε την Καταμεσινή την Ασία και περνούμε κατά τα δικά μας τα κατατόπια. Καλή η διασκέδαση απάνω εδώ, μα κι ο καθάριος αέρας καλλίτερος. Πάγω να σκάσω. Η βώχα με τάραξε.

Ο Μιχάλης πάλε, κάμνοντας ο δύστυχος καρδιά με το στανιό, τράβηξε σπίτι του να πάρη τη γυναίκα του και να πάνε στου Γιάνη. Τάξερε τα τούρκικα τα κατατόπια ο Δημήτρης σαν τα δικά τους. Και το Χασάνη τονε γνώριζε και τις συνήθειές του. Πηγαίνει απ' ασύχναστα καταράχια και κρυφοχώνεται σε ρουμάνι που παράπλευρα περνούσε κάθε ταχυνή ο Χασάνης, διαβαίνοντας κι αυτός στις ελιές του. Η ώρα του κιόλας.

Τω είπα να έλθη να με πληροφορήση. Ο αρχηγός σκεφθείς επ' ολίγον είπε προς τον ορεσίβιον·Τώρα, ειξεύρεις τα κατατόπια όλα του βουνού; — Τα ξεύρω, αφέντη. — Ειμπορείς να οδηγήσης έν απόσπασμα; — Ειμπορώ. — Δεν ειμπορείς να εύρης και τα ίχνη ενός οδοιπόρου, εις ένα τόπον απάτητον; — Δι' αυτό δεν αποκρίνομαι, είπε σύννους ο βοσκός. — Δεν έχεις κανένα σκύλον; — Έχω ένα. — Λαγωνικόν;

Την ώρα ίσια ίσια που η Ασήμω χωνότανε μέσα στα μεσημεριανά κατατόπια της, ξεκινούσε κι ο Πανάγος από το σπίτι να ρίξη μια ματιά στις δουλειές του. Το χωριό, καθώς ίδαμε, δεν είταν και πολύ μακριά. Πήρε το μονοπάτι και πότε διαβαίνοντας από βάτους ανάμεσα, πότε από θυμάρια κι από ρίγανες, πότε πάλε πηδώντας λιθάρια ξερά και γυμνά, ζυγώνει τα λιοφυτεμένα βουνόπλαγα.