United States or Mozambique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσα είπαμε στου Ιουλιανού το κεφάλαιο για την τιτλοφορημένη εκείνη μερμηγκιά που μπαινόβγαινε στο παλάτι, δεν είναι τίποτις ομπρός στους μύριους αυλικούς αξιωματικούς που θα τους δώσουμε μια γενική περιγραφή όπου κι αν είναι.

Μπορούσαμε και στην προσευχή τους να πάμε, να δούμε τι λογής Θεός είναι που τους ακούει και δεν τους πλακώνει με μύριους σεισμούς. Μα φίλε μου, δεν είναι αυτή η δουλειά μας. Με την άδειά σου λοιπόν, την αφίνουμε την Καταμεσινή την Ασία και περνούμε κατά τα δικά μας τα κατατόπια. Καλή η διασκέδαση απάνω εδώ, μα κι ο καθάριος αέρας καλλίτερος. Πάγω να σκάσω. Η βώχα με τάραξε.

Όλο τον κόσμο τονέ χωρεί η καρδιά του, ως και την Κόλαση με τους μύριους και μύριους αμαρτωλούς της. Στόματα γυρεύει να κηρύξουνε στη γης την αληθινή την αγάπη, χέρια γυρεύει να βοηθήσουν τα τυραννισμένα παιδιά του. Φόρεσε τα μαύρα τα σημάδια της αγιωσύνης, και γύριζε μέσα στο δύστυχο το χωριό μας που ο χάρος είνε γραμμένο να το κάμη φωλιά του.

Αχ, κυρά μου, μη με στοχάζεσαι τόσον σκληροκάρδιον· όχι οι τιμές δεν θέλουν κάμει να σε αφήσω, μα και ο ίδιος ο θάνατος δεν θέλει δυνηθή να με χωρίση από την αγάπην σου, και είμαι έτοιμος να υποφέρω μυρίους θανάτους, παρά να ιδώ μακράν από εμένα εκείνην, της οποίας η ωραιότης μου επλήγωσε την καρδίαν.

Ο κόσμος είνε καθρέφτης που σκύβεις και βλέπεις μέσα το νου σου προτού ν' ανοίξης το στόμα σου και να μιλήσης. Ξεχνάς καμιά φορά το σκοπό σου; Βγαίνεις και τονέ ρωτάς τον κόσμο, τι έχεις να πης ή να κάμης. Σε παίρνει τότες από το χέρι και σε σέρνει σε μύριους γκρεμνούς ο καλόβουλος αυτός κόσμος, που σ' αγαπάει κι όλο για το καλό σου χολοσκάνει και νοιάζεται.

Ηγέρθη, έλαβε το καρυοφύλλι και το εκρέμασεν ούτως εξηρθρωμένον από του τοίχου· συνέλεξε τα διεσκορπισμένα κοσμήματα μετ' ακριβολογίας απομωραμένου, έθεσεν αυτά επί της τραπέζης κ' επανήλθεν εις την θέσιν του. Απ' εκεί δ' έβλεπε και επανέβλεπε το όπλον, πλανώμενος εις μυρίους συλλογισμούς.

Βλέπε κάλλιο το στεφάνι που φέγγει γύρω στο πρόσωπό μου. Κάλλιο άκουγε τον πόνο που βγαίνει με τη φωνή μου. Πόνο μήτε για σένα μήτε για μένα, μόνο για τους μύριους που θα τους σκεπάση αυτό το χώμα.

Λέγουν πως τοιμάστηκε τότες να ξανακάμη το κατόρθωμα του Ξενοφώντα με τους Μύριους, κι αυτό σα να μας δείχνη πως και στους πολέμους κατά τα βιβλία πήγαινε. Δεν είταν όμως γραφτό του. Μια μέρα, εκεί που του χτυπούσαν οι Πέρσοι την πισοφυλακή του, όντας και μεγάλη ζέστη, καβαλλικεύει δίχως την αρματωσιά του και τρέχει στη μάχη. Τούρχεται μια κονταριά στην κοιλιά, κι αυτό είταν το τέλος του.

Κι αυτόν τον γαμβρόν, με μυρίους κόπους, με ανεκδιήγητα βάσανα, μόλις, μετά πολύν καιρόν, να τον πείθη τις να στεφανωθή επιτέλους. Κ' η νύφη να καμαρώνη, φέρουσα στολισμόν πολυτελή, καρπόν πολλής νηστείας και οικονομίας, κ' η νύφη να μην έχη πλέον μέσην, διά ν' αναδεικνύεται το πάλαι λιγυρόν ανάστημά της.

Αχ πόσον είνε ωραία· ο Χόντζας, ο Κατής, και ο Βεζύρης δεν μου φαίνονται πταίσται αν την αγάπησαν. Δεν εστάθηκα εγώ εκείνος, μόνον ελαβώθηκα εις την θεωρίαν της απαρομοίαστης ωραιότητος, αλλά όλοι της αυλής μου έμειναν έκθαμβοι, και με μέγαν αλαλαγμόν της έκαμαν μυρίους επαίνους.