United States or Morocco ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ανατρομάζει η ζητιάνα, και θαρρέψαντας πως θα χαλάση ο κόσμος αρχίζει και παρακαλιέται μεγαλόφωνα. Ακούγει ένας Γότθος την προσευκή της, οργίζεται, και κάμνει να τη σφάξη. Πρόφταξε όμως ένας δικός μας κ' έστρωσε κάτω το Γότθο με μια σπαθιά. Αυτό είταν η αρχή του κακού. Όλοι οι πολίτες στο ποδάρι σηκώθηκαν.

Σαράντα χρόνια ξενοδόχος, είμαι και γιατρός. Να διώ τη γλώσσα σου!». Απαράλλαχτος ο γέρος ο Bressant, όποιος τον πρόφταξε. Κ' η πετσέττα που βαστά στο χέρι να σε σερβίρη, έχει αξιοπρέπεια και κείνη. Να πάτε δίχως άλλο στη Σύρα, μόνο και μόνο για το γέρο Μάτση. Ακούτε με κι αξίζει. Πολύ όμως δυσαρεστήθηκα στη Σύρα, όταν κατέβηκα στην πλατέα και δεν είδα παρά τάγαλμα του Μιαούλη.

Τεχνίτης δεν την έχει φτειασμένη. Την έφτειαξα εγώ ο ταπεινότατος δούλος σου, απατός μου. Πενήντα χρόνια τη δούλευα. Από κείνη την αξέχαστη τη βραδιά είναι που βάλθηκα να σου το τοιμάσω αυτό το δώρο, κ' έρχουμαι τώρα να σου το προσφέρω· δέξου το. Είναι ζυμωμένο με της καρδιάς μου το αίμα. Αυτό το αίμα δεν πρόφταξε να χυθή στο μεγάλο το ποτάμι που πλημμύρισε το Βασίλειό σου.

Ύστερ' απ' αυτή την κουβέντα, άνοιξε ομιλία για την άλλη την ιστορία, του Πανάγου. Πότε πρόφταξε και πήρε το γύρο της η καινούρια η όψη που της κάθισε ο Πάτερ Χαράλαμπος και μάλιστα δίχως φημερίδα, είνε κι αυτό θάμα που μονάχα στα χωριά γίνεται. Ως κ' οι τρεις οι Τούρκοι το ξέρανε, πως είταν ψέματα και πως έγινε λάθος, κι ανακατέψανε στην υπόθεση μέσα τη Μιχάλαινα, λέει, αντίς τη Μαζώχτρα!

Το συγγενολόγι του κυρ Θωμά μήτε να την ακούσουνε δεν ήθελαν. Μέσα στα ρομάνια εκείνου του κάμπου την έπιασαν τη δύστηνη οι πόνοι μια μέρα! Είταν οι πόνοι της άνομής της αγάπης. Καλά που δεν πρόφταξε να γεννηθή το κακόμοιρο το παιδί. Το πήρε μαζί της η μάννα, και πήγανε στον άλλον τον κόσμο.

Πλάκωσε τέλος και ο Λέοντας, και δίχως άλλο ψυχή δε θαπόμνησκε, μόνο που πρόφταξε κι ο Γαϊνάς με ταυτοκρατορικά τα στρατέματα και βοηθούσε πια τώρα τον Τριβιγίλδο! Κολώνει αμέσως ο Λέοντας, μα πού τον αφίνει ο εχτρός! Αναγκάζεται με το στανιό να πολεμήση, καταπονιέται, σκοτώνεται, κι απομένει όλη η εξουσία στους δυο Γότθους.

Γιατί όσους ο Ρωμαϊκός ο στόλος δεν τους πρόφταξε, τους θέρισε η λοιμική που πλάκωσε το χρόνο εκείνο. Μα και κείνοι που χωθήκανε μέσα στη Μακεδονία καλλίτερη τύχη δε βρήκαν. Επειδή στη Νίσα ο Κλαύδιος αλύπητα τους πελέκησε, κι όσοι γλύτωσαν, παραδοθήκανε στους Ρωμαίους και μοιράστηκαν εδώ και κει με τα γυναικόπαιδά τους.

Τον Ευφημία τον είχε ο Αναστάσιος στο στομάχι, κι από τότες μάλιστα που έτυχε σε ομιλία απάνω να του πη ο Αυτοκράτορας πως τονέ βαρέθηκε τον Ισαυρικό πόλεμο, κ' έτρεξε ο Ευφήμιος και το πρόφταξε ενός Ισαύρου αρχηγού.

Κ' έτσι ανταμώνοντας και τους Γότθους που γύριζαν από την Ελλάδα, και τους άλλους που ακόμα κατρακυλούσαν από τα βορεινά, τους πήρανε το κατόπι οι Ρωμαίοι και τους τσακίσανε. Μα κι όσοι ξέφυγαν από τη θάλασσα, τους πρόφταξε ο ναύαρχος ο Βενεριανός στον Ελλήσποντο και τους ξολόθρεψε. Έτσι λοιπό γλύτωσε όχι μονάχα η Αθήνα, παρά όλη η Ελλάδα από τους Γότθους στα 267.