United States or Dominica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ίσως δε βρέθηκαν εκεί Μαρκέλλοι και Θεόφιλοι να τις σκαρώσουνε. Δούλεψε όμως κ' εδώ η νομοθεσία του Θεοδοσίου, και στα 394, ύστερ' από διακόσες εννενήντα τρεις Ολυμπιάδες, καταργήθηκαν τέλος κ' οι περίφημοι Ολυμπιακοί Αγώνες, κ' έτσι έσβυσε κι αυτή η πολυξάκουστη δόξα της αρχαιότητας. Λες και πλέρωνε τώρα ο δύστυχος ο Εθνισμός για του Διοκλητιανού τις αμαρτίες!

Κ' είχα ένα φόβο, μιαν υποψία . . . έλεγα ναφήσω το βοτάνισμα, νάρθω, να τρέξω, στον μπαχτσέ 'πίσω . . . Κ' έλεγα, ο εξαποδώ κάτι μου σκαρώνει, κάτι μου μαγειρεύει . . . Και δε μούκανε καρδιά, ναφήσω τη δουλειά, το έρμο! Ωχ! δίκηο έχεις, ό,τι και να πης, χριστιανή μου. Αχ! αχ! τι αμαρτίες!

Εκεί βασανίζουνται οι ψυχές για μικρά κρίματα. Εδώ είναι που πλερώνουνται οι μεγάλες οι αμαρτίες. Στα χέρια σας, ω πιστοί, είναι δοσμένη η φοβερή η αγγαρεία, να τους τυραννήτε τους κολασμένους. Μην κοιμάστε, κι ας είναι και νύχτα. Όπου κρυφοστενάζουν οι κολασμένοι, εσείς, «Χαζίρ ολΑυτά κι' άλλα τέτοια μου είπε το Κόλι πολλές φορές. Τώρα άκουγα μονάχα το μουγκρητό, κι ανατρίχιαζα.

Έτσι και σας να σας αφεθούν η αμαρτίες σας, ευχαριστηθήτε να μ' ελευθερώσετε.

Τα είχε ξεσκολήσει αυτά ο παπάς, μα ήθελε πάλι να τη δοκιμάση. Άπλωσε το χέρι του να την χαϊδέψη στο μάγουλο... Η παπαδιά έγεινε κόκκινη σαν τον αστακό απ' το θυμό της. Καθώς ήτανε παχειά κ' αιματώδισα, θαρρούσες πως θα σκάση. — Κάτω τα ξερά σου. Έχεις και λειτουργία αύριο, γέρο κολασμένε! — Ο Θεός είνε μεγάλος, παπαδιά. Άλλες είνε οι αμαρτίες. Η αγάπη δεν είνε κρίμα. Την έδωκε ο Θεός.

Έκαμε ο Θεοδόσιος νανοίξη ομιλία και να πη πως κι ο Δαβίδ μαθές όχι μονάχα φονιάς, μα και μοιχός έγινε, κι ως τόσο από τέτοιες τιμωρίες δεν πέρασε. — «Μετάνοιωσε όμως» αποκρίθηκε ο Ιεράρχης «κ' υπόφερε βάσανα και βάσανα από τις αμαρτίες του.

Περίλυπος εστιν η ψυχή μου μέχρι θανάτουΝικόλαος». Αισθάνθηκα κάτι να μου σφίγγη το στήθος. Πρώτη φορά ήταν που τον πονούσε η καρδιά μου. Ποτέ δεν τον είχα λυπηθή. Μα τώρα, δεν ξέρω, μου φαινότανε πως είχε πληρώσει ακριβά τις αμαρτίες του, και του τα συγχωρούσα όλα, ακόμα και τις ελληνικούρες του, έφτανε μόνον να μην έβλεπα εκείνο τον πικρό λόγο: «Εγώ δε θα σ' ενοχλήσω πια». Όλα του τα συγχωρώ.

Ώσπου να κατέβη στην Ελενόπολη χεροτέρεψε η αρρώστια. Ακόμα λίγο, και κατάντησε αγιάτρευτη. Προβλέποντας τότες το τέλος του, πήγε στην Εκκλησιά και ξομολογήθηκε μεγαλόφωνα· κ' είχε κάμποσες αμαρτίες να τους πη. Θέλησε κατόπι να βαφτιστή.

Ένοιωθε φόβο και ντροπή αλλά και ζήλια. Εκείνοι ήταν άντρες! Τα χέρια τους έμοιαζαν νύχια αρπακτικού έτοιμα ν’ αρπάξουν την τύχη στο πέρασμά της. Έμοιαζαν όλοι ληστές, άνθρωποι πάνω από το νόμο: δεν μετάνιωναν βέβαια για τις αμαρτίες τους, εάν είχαν, δεν τους βασάνιζε η συνείδηση, εάν είχαν πάρει το νόμο στα χέρια τους, στη διάρκεια της ζωής τους.

Ποια ιστορία στην εξομολόγηση του γεμάτου τύψεις Ακαδημαϊκού σ' έκανε να γελάσης; Πες μου την. Τώρα, που έπαιξα Chopin, νοιώθω σαν να έκλαψα για αμαρτίες που ποτέ δεν έκανα και σαν να μυρολόγησα πάνω σε τραγικές ιστορίες που δεν ήτανε δικές μου. Η μουσική πάντα μου φαίνεται πως κάνει αυτήν την εντύπωση.