United States or Tanzania ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΑΓ. ΔΗΜ. Ψεύτες και επίορκοι και ανδροφόνοι όλοι, σκορπιού γεννήματα!. . . Όπου οι νόμοι σας λεν υπακοή, εσείς σηκώνετε κεφάλι ανυπότακτο. Μα 'γώ από αυτό το χάλι σώθηκα το Ευαγγέλιο της δόξης τον μακαρίου Θεού μόλις επίστεψα. Μέσα μου, του Κυρίου επλεόνασεν η χάρις με αγάπη και με πίστι. Μετάνοιωσε και σκόρπισε χώμα στην κόμη σου.

Αυτό φαίνεται σα δραματικό παραμύθι. Η αλήθεια είναι πως μετάνοιωσε ο Κωσταντίνος πικρά σαν άκουσε τους θρήνους της μάννας του. Την ξανάφερε στην καρδιά του γιου της η Ελένη τη θεοφοβωσύνη εκείνη που του μετρίαζε κάποτες την πολιτική του σκληρότητα, και τον έφερνε στα συλλογικά του. Είταν αηδιασμένος από τη Ρώμη.

Κάνοντας την απόφαση, ανοίγει το χαρτί και διαβάζει. «&Μη βγαίνης ποτέ από τον ίσιο δρόμο&». Διαβάζοντας τη συμβουλή, μετάνοιωσε, γιατί την προτίμησε από τα εκατό φλωριά, αλλά δε μπορούσε να κάνη αλλοιώτικα, και συμφώνησε πάλι άλλα εφτά χρόνια να ξαναδουλέψη τον αφεντικό του πάλι για εκατό φλωριά, κι' έτσι ξαναμπήκε πάλι στη δουλειά.

Έκαμε ο Θεοδόσιος νανοίξη ομιλία και να πη πως κι ο Δαβίδ μαθές όχι μονάχα φονιάς, μα και μοιχός έγινε, κι ως τόσο από τέτοιες τιμωρίες δεν πέρασε. — «Μετάνοιωσε όμως» αποκρίθηκε ο Ιεράρχης «κ' υπόφερε βάσανα και βάσανα από τις αμαρτίες του.

Να μπορής να γράφης κι αυτό το βράδι! μου είπε: Κ' είχε κάποια δόση πίκρας ο τόνος της, σα να ήθελε να πη πως εγώ δεν αιστανόμουνα όπως αυτή. Μετάνοιωσε όμως αμέσως, ακκούμπησε το κεφάλι της στο δικό μου κ' είπε: — Είσαι ευτυχισμένος που μπορείς να γράψης.

Αμέσως η Βασίλισσα μετάνοιωσε. Όταν έμαθε από τον Ντινάς ντε Λιντάν με πόση λύπη έφυγε ο Τριστάνος άρχισε να πιστεύη ότι ο Περινίς της είχε πη την αλήθεια. Ότι ο Τριστάνος δεν είχε φύγει, προκαλεσμένος στ' όνομά της. Ότι πολύ άδικα τον έδιωξε: «Πώς, συλλογιζότανε, σας έδιωξα λοιπόν σας, Τριστάνε, φίλε! Τώρα πεια με μισείτε και ποτέ δε θα σας ξαναϊδώ.

Το μήλο πήρε η Αφροδίτη βραβείο της ομορφιάς της· τούτο κ' εγώ για βραβείο σου δίνω· έχετε κ' οι δυο τούς ίδιους κριτάδες σας· εκείνος ήτανε βοσκός· εγώ γιδάρης. Αφού είπεν αυτά το βάνει στο κόρφο της· κ' εκείνη, όταν εσίμωσε, τον εγλυκοφίλησε. Κ' έτσι ο Δάφνης δε μετάνοιωσε που αποκότησε ν' ανέβη τόσο ψηλά, επειδή επήρε φιλί καλύτερο κι από το χρυσό μήλο.

Κάνοντας την απόφαση, ανοίγει το χαρτί και διαβάζει: «&Μην ανακατεύεσαι ποτέ στες δουλιές του αλλουνού!&» Διαβάζοντας τη συμβουλή, μετάνοιωσε πάλι, γιατί την προτίμησε από τα εκατό φλωριά, αλλά δε μπορούσε να κάνη αλλοιώτικα, και ξανασυμφώνησε πάλι γι' άλλα εφτά χρόνια να μεταξαναδουλέψη τον αφεντικό του για εκατό πάλι φλουριά κι' έτσι ματαξαναμπήκε πάλι στη δουλειά....

Συνέφερε τότες ο Θεοδόσιος, και σταλήθεια μετάνοιωσε. Κι αφού έμεινε μερικόν καιρό τραβηγμένος και βασανισμένος από τη συνείδησή του, πρόβαλε μια μέρα στη Μητρόπολη να λειτουργηθή. Παρουσιάζεται τότες ο Αμπρόσιος στης εκκλησιάς το νάρθηκα, και του λέει να μη σιμώση και μολύνη το Ναό του Θεού με την παρουσία του, και πως τέτοιο αμάρτημα χρειάζεται καιρό και καιρό μετανοιωσύνη και προσευκή.