United States or Suriname ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η εκκλησία με τις αρχαίες κολώνες της μυρτοστολισμένες, έδειχνε χαρά μεγάλη· φαινόταν να στην πόρτα πως περίμενε τον ερχομό του. Το καμπαναριό έχυνε κλαγγή ακατάπαυτη σα να τούλεγε ανυπόμονα έλα! — Γκλανγκλαν!... γκλανγκλαν!... γκλανγκλαν!... Η λιτανεία σκόρπισε αμέσως.

Τρελλαμένος απ' την αγάπη είδε κι' απόειδε και μια νύκτα έβαλε ένα τρομπόνι στα μιλίγγια του και σκόρπισε στον άνεμο το άσχημο πρόσωπό του. Το πρωί τον βρήκανε κάτω από τα παράθυρα του κοριτσιού. Σημάδι δεν έμενε πια απ' την ασχημιά του και χρειάσθηκαν άλλα σημάδια για να γνωρίσουν ποιος ήτανε.

Ανάθεμα την καλωσύνη... Μια γενιά καλωσύνες, μια γενιά με το δρόμο του Θεού, μια γενιά με το Ευαγγέλιο, με το χαμόγελο, με το γλυκό το λόγο. Τι απολάψαμε; Μας ξέχασε κι' ο Θεός με την καλωσύνη. Θυμάσαι τον παππού μου. Πού να τονέ θυμάσαι; Τονέ θυμάται ο κόσμος. Τι βγαίνει; Ο Άγιος Γιάννης. Έτσι τονέ λέγανε. Σκόρπισε το βιος του σε δικούς και ξένους.

Ό,τι όμως ξεχώρισε τον Ηρώδη από τους άλλους είταν πρώτα, τα περίφημα ξοχικά του Παλάτια, που ρητόρευε μέσα εκεί και φιλοσοφούσε με τους σοφώτερους του καιρού τουσοφούς που ζητωκραυγούσανε σε κάθε του λέξηκαι δεύτερο, τα θεόλαμπρα χτίρια που σκόρπισε στην Ελλάδα, και μάλιστα στην Αθήνα. Το μαρμαρένιο Στάδιο το ξέρουμε, τα θέατρα του και τα Ωδεία τα ξέρουμε.

Μα η λάμψη του διαμαντιού σκόρπισε όλους τους μαύρους στοχασμούς απ' το μικρό της κεφαλάκι. Σηκώθηκε περήφανη, άναψε τασημένια καντιλλέρια μπροστά στον κρυσταλλένιο καθρέφτη, έβαλε το περήφανο διαμάντι ανάμεσα στα ξανθά της μαλλιά και στάθηκε σα βασίλισσα ανάμεσα στασημένια πολύφωτα. Ώρα πολλή έμεινε σαν άγαλμα, καμαρώνοντας το ασύγκριτο είδωλο μέσα στο αστραφτερό κρύσταλλο.

ΜΑΚΒΕΘ Εις τον αέρα. 'Σκόρπισε το άυλο κορμί των καθώς αχνόςτον άνεμον. Ας έμεναν ακόμη! ΒΑΓΚΟΣ Τα όντ' αυτά τα είδαμεν αληθινά εμπρός μας, ή μη εφάγαμεν κ' οι δυο απ' το φυτόν της τρέλλας κ' έφυγε ο νους μας; ΜΑΚΒΕΘ Βασιλείς θα γείνουν τα παιδιά σου! ΒΑΓΚΟΣ Συ βασιλεύς! ΜΑΚΒΕΘ Και Καουδώρ προς τούτοις. Δεν το είπαν; ΒΑΓΚΟΣ Αυτά ήσαν τα λόγια των! — Αλλά ποιος πλησιάζει;

Το πήραν κατάκαρδα μερικοί, και μάλιστα δικοί μας, που σκόρπισε Γότθους μέσα στον τόπο, και τάχατες νόθεψε τη φυλή μας, έξω από τάλλα κακά που προξένησε με το να διόριζε τέτοιους βαρβάρους σε σπουδαία πολιτικά και στρατιωτικά αξιώματα. Σάματις μπορούσε και να τους καταπιή σα δράκος να γλυτώση ο τόπος!

Δύναμαι. — Αν εύρης την νέαν μεμονωμένην, άρπασέ την, και μη φροντίζης πλέον διά τους άλλους. — Καλώς. — Αν την εύρης περικυκλωμένην, σκόρπισέ τους και απείλησον ολίγον τον Πρωτόγυφτον. Ύστερον παράλαβε την νέαν και φύγε. — Πού να την οδηγήσω; — Εδώ θα σας περιμένω. — Καλώς έχει. Και ο εκατόνταρχος τεθείς επί κεφαλής της εξανδρίας, ανεχώρησε προθυμότατος εις την αποστολήν ταύτην.

ΑΓ. ΔΗΜ. Ψεύτες και επίορκοι και ανδροφόνοι όλοι, σκορπιού γεννήματα!. . . Όπου οι νόμοι σας λεν υπακοή, εσείς σηκώνετε κεφάλι ανυπότακτο. Μα 'γώ από αυτό το χάλι σώθηκα το Ευαγγέλιο της δόξης τον μακαρίου Θεού μόλις επίστεψα. Μέσα μου, του Κυρίου επλεόνασεν η χάρις με αγάπη και με πίστι. Μετάνοιωσε και σκόρπισε χώμα στην κόμη σου.

Είμαι ευτυχισμένος που υπέφερα, που αμάρτησα, γιατί δοκιμάζω το θεϊκό σου έλεος, τη συγχώρεσή σου, τη βοήθειά σου, την απέραντη μεγαλοσύνη σου. Πάρε την ψυχή μου, όπως το πουλί παίρνει το σπόρο του σιταριού. Κύριε, σκόρπισέ με στους τέσσερεις ανέμους, εγώ θα σε δοξάζω επειδή εισάκουσες την καρδιά μου…»