United States or Azerbaijan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν εβγήκαμεν από το λουτρόν, μερικοί σκλάβοι μας εσφούγγισαν με πανιά λευκά πολλά ψιλά· ήλθαμε έπειτα εις ένα μεγαλοπρεπή χοντζερέ, εις τον οποίον και οι δύο εκαθήσαμεν εις μίαν τράπεζαν γεμάτην από διάφορα εκλεκτά φαγητά, βαλμένα εις απλάδια από φαρφουρί φίνο της Κίνας· τα μοσχοκάρυδα της Μαλάκας, τα γαρούφαλα της Ναγκασάρ, και η κανέλλα Σιρενδίβ εστόλιζαν τα φαγητά· ύστερον που εφάγαμεν όσον μας άρεσεν, έπιαμεν ένα κρασί πολλά εξαίρετον, και εχαρήκαμεν αρκετήν ώραν.

Εάν, τώρα, ο Νικολός είχε προτείνει αυτός την γνώμην, ότι ήτο καιρός να κατέλθωμεν στην βρύσιν να γευματίσωμεν, θα έλεγε: «Καλά σας το είπα εγώ». Επειδή όμως άλλος την επρότεινε, δεν έλεγε: «Καλά μας το είπε ο Αλέξανδρος». Και ταύτα, ενώ ήτο φίλος μου και με ηγάπα. &Μάταιοι οι υιοί των ανθρώπων&. Αφού εφάγαμεν, μετά μίαν ώραν ακόμη, επανήλθομεν εις την εργασίαν.

Η προσδοκία της τοιαύτης αυξήσεως ουδαμώς ηλάττονε την δραστηριότητα της συζύγου του, της καλής Παρασκευής, η οποία μας ητοίμασεν εντός ολίγου δείπνον συνιστάμενον από χλωρά κουκκία μαγειρευμένα μ' ελαιόλαδον, και από χαβιάρι το οποίον κατέβαλα εγώ, εγκαινιάσας ούτω των βαρελιών μου το άνοιγμα. Συνεκάθησε και ο φίλος του Παντελή και εφάγαμεν οι τέσσαρες ως βασιλείς.

Αυτός αφού εφάγαμεν, έπιε τόσον κρασί, που τον έκαμε να χάση κάθε λογής εντροπήν και δεν του έφθασε που ωμιλούσε με μεγάλην ελευθερίαν και θάρρος, αλλά απετόλμησε και έρριξε τας χείρας του επάνω εις τον λαιμόν της Τζελίκας, και με αναισχυντίαν της έδωσεν ένα φίλημα.

Τούτο είναι κράμα απ' όλα τα φίλτρα και τους χυμούς και τα αρώματα... απ' όλους τους αναρχισμούς και τας χειραφετήσεις και τας ουτοπίας και τους παραλογισμούς... απ' όλας τας μαγγανείας και τας αλχημείας... Όταν εφάγαμεν ομού εκ του καρπού εκείνου, εμάθομεν να γνωρίζωμεν το πονηρόν και το αγαθόν, και συνείδομεν ότι γυμνοί είμεθα, και το πρώτον ερύθημα της αιδού επήνθησεν εις τας παρειάς ημών.

Ημείς ως τόσον εξεμακρύναμεν από τον αιγιαλόν, και επροχωρέσαμεν εις τα μέσα του νησιού· εκεί εύρομεν διαφόρους καρπούς δένδρων, οπωρικά και χόρτα, από τα οποία εφάγαμεν διά να φυλάξωμεν όσον εδυνάμεθα την ζωήν μας, μήπως εις εκείνο το αναμεταξύ του καιρού η τύχη ήθελε μας προβλέψει κανένα τρόπον σωτηρίας, ει δε μη όλοι ομού έπρεπε να καρτερήσωμεν τον θάνατον.

Τελειώνοντας αυτά τα γλυκά λόγια τόσον από το ένα μέρος ωσάν και από το άλλο, με επήρεν η Γαντζάδα από το χέρι, και με έφερεν εις μίαν τράπεζαν, που ήτον ετοιμασμένη διά να φάμε· εκαθήσαμεν οι δυο ομού και εφάγαμεν διάφορα λαμπρά φαγητά· και εις το αναμεταξύ που ετρώγαμεν εδιακόπταμεν το φαγί μας με ομιλίες πολλά ηδονικές και γεμάτες από αγάπην.

Η Τζελίκα έκραξεν ευθύς, και της έφεραν διάφορα σερμπέτια και έπιαν όλες, ομοίως και εγώ· υστερώτερα ετοίμασαν μίαν τράπεζαν με διαφόρων λογιών φαγητά, και εφάγαμεν πολλά καλά και τελειώνοντας το φαγητόν, η περιδιάβασις εστάθη τόσον ζωντανή ωσάν να είχομεν πίη πολύ κρασί.

Την αυγήν ξεμακρύναντες από το περιγιάλι εύρομεν ένα μεγαλότατον και υψηλότατον δένδρον, εις το οποίον επάνω εκρίναμεν εύλογον να ξενυκτίσωμεν την ερχομένην νύκτα προς φύλαξιν της ζωής μας. Λοιπόν προς το βράδυ, αφού εφάγαμεν αρκετά οπωρικά διά την πείναν, ανέβημεν εις το δένδρον υψηλά και μετ’ ολίγην ώραν της νυκτός ιδού και ακούομεν το σύρισμα του όφεως υποκάτω εις εκείνο το δένδρον.

Όταν επιάσαμεν κ' εφάγαμεν απ' αυτά τα ψάρια εμεθύσαμεν και όταν τα εσχίσαμεν τα ευρήκαμεν γεμάτα μούστον. Αλλ' έπειτα εσκέφθημεν να ταναμιγνύωμεν με ψάρια του νερού και ούτω εμετριάζαμεν την άκρατον οινοφαγίαν. Έπειτα επεράσαμεν τον ποταμόν, εις το μέρος όπου ήτο διαβατός, κ' ευρήκαμεν είδος κλημάτων θαυμαστόν.