United States or Mauritius ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άνθρωπος πάσχων εξ οδονταλγίας δεν πρέπει να πλύνη το στόμμα του με όξος, αλλά να το κρατή εις το στόμα του και να το καταπίνη. Δύο γράμματα της αλφαβήτου δεν πρέπει να γράψη τις. Ο ασθενής δεν πρέπει να στείλη να ζητήση ιατρόν εν Σαββάτω. Ράπτης δεν πρέπει να εξέλθη με την βελόνην του την νύκτα της Παρασκευής, μήπως την λησμονήση επάνω του, και ούτω λύση το Σάββατον φέρων την βελόνην.

Την πρωίαν της Παρασκευής, αφού έμειναν επί τεσσαράκοντα ώρας ψηφοθηρούντες και συνεννοούμενοι μετά των φίλων, ανεχώρησαν επιστρέφοντες εις την πρωτεύουσαν της επαρχίας οι πέντε υποψήφιοι.

Με τον καιρό η κερά Πιπίνα, της κατεβαίνει να θυμηθή πως ο μακαρίτης ο πεθερός της είτανε θαμμένος στης Αγιά Παρασκευής το μικρό κοιμητήριο, και πως χρέος της είτανε να πηγαίνη να τονε θεμιάζη τα σαβατόβραδα. Πήγαινε λοιπόν και θέμιαζ' εκεί ύστερ' από το Σπερνό, και σα σκοτείνιαζε, έβρισκε τρόπο κ' έμπαινε και στο κελλί του Παπά Νικηφόρου. Άμα τα είδε αυτά η γειτονιά, πήγε να χαλάση ο κόσμος.

Την πρωίαν της Παρασκευής, η βάρκα του Πλαντάρη είχε φανή αντικρύ αγωνιώσα εις τα κύματα, και δύο παιδία του γιαλού, απ' εκείνα που περνούν τον καιρόν των κάτω από τον αρσανάν, μη γνωρίζοντα επί της ξηράς άλλην διατριβήν από τας συρμένας έξω φελούκας, ούτε άλλο παιγνίδι από την θάλασσαν, ήλθαν να πάρουν τα συχαρήκια της Πλανταρούς, ακούσαντα την είδησιν από πορθμείς, οι οποίοι είχαν αναγνωρίσει μακρόθεν την βάρκαν.

Διερχόμενοι έξω από τον μέγαν και άκομψον παλαιόν ναόν της Αγίας Παρασκευής, έκαμναν τον σταυρόν των, και η μήτηρ έφερεν εις τον υπόδικον σιμίθια και σύκα και σαρδέλλες, και καπνόν διά την πίπαν του. Και μέσα εις την βαθείαν τσέπην του φουστανιού της, κρυφά, είχε χωμένην μικράν φιαλίδα με ρώμι ή ρακί, προς παρηγορίαν του φυλακισμένου.

Αφού ήτο πολύ αργά να εκδηλώση την συμπάθειάν του εις τον Ιησούν ως ζώντα Προφήτην, θα έδιδε τουλάχιστον σημείον της αφοσιώσεώς του προς Αυτόν ως Μάρτυρα και θύμα ανόμου συνωμοσίας. Ούτος προσήλθεν εις τον Πιλάτον κατ' αυτήν την εσπέραν της Παρασκευής, και παρεκάλεσεν ίνα δοθή αυτώ το νεκρόν σώμα.

Και οι μεν πλεύσαντες εις τα ανοικτά μετά της τοιαύτης παρασκευής επροχώρουν ανά τα παράλια, οι δε Πελοποννήσιοι μείναντες εις την Αττικήν εφ' όσον χρόνον είχαν τρόφιμα, ανεχώρησαν διά της Βοιωτίας και ουχί διά της οδού διά της οποίας εισήλθον· διερχόμενοι δε έμπροσθεν της Ωρωπού, ελεηλάτησαν την χώραν, η οποία καλείται Πειραϊκή, και την οποίαν νέμονται οι Ωρώπιοι υπήκοοι των Αθηναίων.

62. »Παν μέτρον, το οποίον ηδύνατο να μας επιτρέψη η στενότης του λιμένος κατά του πλήθους των πλοίων και κατά της παρασκευής των εχθρικών καταστρωμάτων, τα οποία τόσον μας έβλαπταν μέχρι τούδε εμελετήθη όσον το δυνατόν καλλίτερον παρ' ημών και παρά των κυβερνητών.

Αντί να μεριμνήσωμεν εγκρατώς και περιεσκεμμένως περί της προχείρου παρασκευής απερίττου ενδυμασίας, δυναμένης να καλύψη τα ριγούντα ημών μέλη, ωνειρεύθημεν αμέσως ενδύματα πολυτελή και χρυσοποίκιλτα, ως μόνην αναβολήν αξίαν των ενδόξων απογόνων του Περικλέους, δυναμένην ανεπαισχύντως να επιδειχθή εις των Ευρωπαίων τα όμματα.

Η προσδοκία της τοιαύτης αυξήσεως ουδαμώς ηλάττονε την δραστηριότητα της συζύγου του, της καλής Παρασκευής, η οποία μας ητοίμασεν εντός ολίγου δείπνον συνιστάμενον από χλωρά κουκκία μαγειρευμένα μ' ελαιόλαδον, και από χαβιάρι το οποίον κατέβαλα εγώ, εγκαινιάσας ούτω των βαρελιών μου το άνοιγμα. Συνεκάθησε και ο φίλος του Παντελή και εφάγαμεν οι τέσσαρες ως βασιλείς.