United States or Saint Martin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε ο βασιλεύς στοχαζόμενος το πράγμα αξιοθαύμαστον και περίεργος διά να ιδή ένα τέρας, λέγει· κάμετε γρήγορα καθώς σας επρόσταξα· και παρουσιάσατέ μου εδώ την μαϊμούν την τόσον εξαίρετον.

Και από του σημείου τούτου ο κρότος αυτός είναι καθαρώς γλωσσικής φύσεως, διότι δεν παράγεται αυθορμήτως εκ φυσικής ανάγκης, αλλά μιμητικώς. Ως τοιούτος γίνεται εξαίρετον όργανον της νοήσεως, διότι γυμνάζει την ψυχήν εις τας παραστάσεις άνευ των αισθήσεων και προ πάντων διότι ο κρότος, δηλαδή η λέξις τόρα πλέον, γίνεται αφορμή προς επανάληψιν και τελειοποίησιν της παραστάσεως.

Όταν εβγήκαμεν από το λουτρόν, μερικοί σκλάβοι μας εσφούγγισαν με πανιά λευκά πολλά ψιλά· ήλθαμε έπειτα εις ένα μεγαλοπρεπή χοντζερέ, εις τον οποίον και οι δύο εκαθήσαμεν εις μίαν τράπεζαν γεμάτην από διάφορα εκλεκτά φαγητά, βαλμένα εις απλάδια από φαρφουρί φίνο της Κίνας· τα μοσχοκάρυδα της Μαλάκας, τα γαρούφαλα της Ναγκασάρ, και η κανέλλα Σιρενδίβ εστόλιζαν τα φαγητά· ύστερον που εφάγαμεν όσον μας άρεσεν, έπιαμεν ένα κρασί πολλά εξαίρετον, και εχαρήκαμεν αρκετήν ώραν.

Η νέα εκείνη εσταμάτησεν εις μίαν θύραν κλεισμένην, και κτυπώντας την εβγήκεν ένας Χριστιανός γηραλέος και σεβάσμιος· αυτή του έδωσε μίαν μονέδαν εις το χέρι, χωρίς να του ειπή τι· αυτός που ήξευρε τον σκοπόν της ευθύς της έφερε τρεις καράφες γεμάτες εξαίρετον κρασί. Ο βαστάζος τις έβαλε μέσα εις το ζεμπίλι, και ηκολούθει την νέαν γυναίκα.

Και όταν εσήκωσαν την τράπεζαν έφερον του βασιλέως ένα εξαίρετον πιοτόν από το οποίον μου έδωσεν ένα ποτήρι και αφού το έπια έγραψα και άλλους στίχους, εις τους οποίους εφανέρωνα την κατάστασίν μου συνωδευμένην με τόσες ταλαιπωρίας και κακοπαθείας· ανέγνωσε και εκείνους ο βασιλεύς και είπεν· εάν ένας άνθρωπος ήτον αρκετός να γράφη με τοιούτον στοχασμόν και τελειότητα, θα ήτον ο σοφώτερος όλων των σοφών.

ΕΡΜ. Αριθμητικήν, αστρονομίαν, θαυματοποιίαν, γεωμετρίαν, μουσικήν και μαγείαν. Έχεις ενώπιόν σου ένα εξαίρετον μάντιν. ΑΓΟΡ. Επιτρέπεται να του κάμω μερικάς ερωτήσεις; ΕΡΜ. Ελεύθερα. ΑΓΟΡ. Από πού είσαι; ΠΥΘΑΓΟΡΑΣ. Σάμιος. ΑΓΟΡ. Και πού εσπούδασες; ΠΥΘ. Εις την Αίγυπτον κοντά εις τους εκεί σοφούς . ΑΓΟΡ. Λοιπόν, εάν σε αγοράσω, τι θα με διδάξης; ΠΥΘ. Δεν θα σε διδάξω τίποτε, αλλά θα σε ενθυμήσω.

Εγώ ευθύς με το μαχαίρι έσχισα το δέρμα και το όρνεον βλέποντάς με έφυγε· τότε θεωρώντας ολόγυρα είδα το χρυσούν εκείνο παλάτι ως μου είπον και περιπατώντας ολίγον έφθασα εις την θύραν του και άρχισα να θεωρώ ένα προς ένα τα όσα αξιοθαύμαστα πράγματα έβλεπα εκεί· και εμβαίνοντας μέσα εις την αυλήν, όλην λιθοπόρφυρον, είδον μίαν σκάλαν από μάρμαρον λευκότατον και αναβαίνοντας επάνω εις διάφορα ανώγεα, εστρωμένα με πολύτιμα στρωσίδια και προχωρώντας παραμέσα εις ένα αργυροκρυστάλλινον θάλαμον, εύρον σαράντα κορασίδας ωραιοτάτας τόσον, που έμεινα όλος εκστατικός, εις τοιαύτην εξαίρετον ευμορφιάν και άφωνος.

ΠΟΛ. Ποίον άλλο παρά η Λημνία την οποίαν τόσον εξετίμα ο Φειδίας, ώστε και εχάραξεν επί του αγάλματος το όνομά του; Αλλά και η Αμαζών, η οποία στηρίζεται επί της λόγχης, δεν μου αρέσει ολιγώτερον. ΛΥΚ. Αυτά τωόντι είνε τα καλλίτερα και δεν έχομεν ανάγκην άλλων τεχνιτών. Τώρα λοιπόν θα προσπαθήσω να πάρω εξ εκάστου των αγαλμάτων τούτων ό,τι εξαίρετον έχει να το συναρμόσω εις μίαν εικόνα.

Η τόση επιμονή των σκύλων, εις τους οποίους ούτοι αποδίδουν εξαίρετον νοημοσύνην, έκαμνεν αυτούς να υποπτεύωνται μήπως δεν ήτο εκεί απλούς διαβάτης, αλλά κάποιος παραμονεύων να κλέψη τα πρόβατα ή λύκος ορεγόμενος λείας.

Ο Πετρώνιος, έχων εξαίρετον μνήμην και γνωρίζων όχι μόνον τους αξιωματικούς, αλλά και όλους σχεδόν τους στρατιώτας της πραιτοριανής φρουράς, έκαμε νεύμα εις ένα αρχηγόν. — Τι συμβαίνει, Νίγερ; Σας υποχρεούσι να φρουρήτε πέριξ της φυλακής! — Τω όντι, ευγενή Πετρώνιε. Ο πραίφεκτος εφοβείτο μήπως απεπειρώντο να ελευθερώσουν τους εμπρηστάς.