United States or Benin ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μα και να μη χάνουνταν αμέσως, και νάφιναν τους Τούρκους να πάρουν το δρόμο τους, πάλι θάβρισκαν τρόπο οι Δυτικοί να σπείρουν το σπόρο τους σε κάθε κόχη του τόπου, και μήτ' εθνισμός δε θα μας έμνησκε, μήτε γλώσσα εθνική της προκοπής, μήτε ρουθούνι καθάριο ρωμαίικο δε θανάσαινε σήμερα.

Όι, δεν κάνει, δεν κάνει, ψιθύρισε. Έπειτα είπε: — Από σένα, Γιώργο μου, πούχεις ψυχή άδολη και καθαρή, θακούσ' η χάρη τση. — Εγώ πιστεύω, Βαγγελιό, και πρέπει νάχης και συ πίστη. Το Ευαγγέλιο λέει ότι κι ως ένα σπόρο του συναπιού πίστη αν έχωμε, μπορούμε να μετακινήσωμε βουνό. Κεγώ έχω πίστη όχι όσο ο σπόρος του συναπιού, αλλά σα βουνό.

Είτανε δυνατό η γυναίκα μου μέσα σ' όλη τη λάμψη της ευτυχίας, που έδινε τον τόνο σ' όλο το είναι της, να έκρυβε το σπόρο της δυστυχίας, που έμελλε να πέση σ' όλη τη ζωή μας; Είτανε δυνατό αυτό; Ζούσε τάχα δυο ζωές; Μπορούσε να ζη μέσα στον ήλιο και ταυτόχρονα να αιστάνεται πως η νύχτα είτανε κοντά; Ή μήπως η προαίστηση του φόβου, που έδειχνε τώρα, είτανε μια από τις φαντασίες εκείνες, που είναι συνέπειες της κατάστασης που βρισκότανε;

Όλο που θελήσαμε να δείξουμε είναι πως το μεγαλόπρεπο έργο των καλλιτεχνών της εποχής της Ελισσάβετ και του Ιακώβου είχε αυτό το ίδιο μέσα του το σπόρο της ιδικής του αποσυνθέσεως, κι αν άντλησε τη λίγη του δύναμη από το μεταχείρισμα της ζωής σαν αρχικό υλικό, άντλησε όμως όλη του την αδυναμία από τη χρήση της ζωής σαν καλλιτεχνική μέθοδο.

Έγνοια σου, μωρή, της λέει ο στρατηγός, έχω και για 'σένα π. . . Μη θυμώνεις. Κάποτετα 1825, 'σ την εκστρατεία της Μεσσηνίας, μάλλωσε με τον Κουντουριώτη και του είπε·Ωρέ, Κουντουριώτη άκουγα και νόμιζα θα είναι όλο γιομάτο μυαλό το κεφάλι σου. Εσύ όμως έχεις τόσο μυαλό, όσο έχω 'γώ σπόρο 'σ τ' α . . . μου!

Συχνά όμως μέσα εις τους πόνους του ανεστέναζεν. — Αχ! έλεγε, δύο χρονιές κατά σειράν έσπειρα το χωράφι μου σιτάρι, και το ψωμί δεν μου έλειψεν· εφέτος έπρεπε ν' αλλάξω την σπορά για να μη αδυνατίσει παραπάνω η γη, και την έσπειρα με σπόρο βαμβακιάς. Θα εκέρδιζα και μ' αυτό όσο για να ζήσω, αλλά δεν θ' αξιωθώ ούτε να μαζεύσω το βαμβάκι, ούτε να το καθαρίσω ....

Και μάλιστα όταν λάχη Νάναι παληοί των σύντροφοι... Εμείς, ανατολίταις, Σύγνεφα διαβατάρικα, όταν περνούμ' εδώθε, Ομέρ Βριόνη, μάθε το, χαλάζι φορτωμένοι Κι' αστροπελέκια φλογερά, δεν έχομετο νου μας Παρά πώς να πλατύνωμε την ερημιά, το μνήμα. Ούτε το σπόρο μεςτη γη, ούτε κλαρίτο λόγγο, Ούτε παιδί μεςτην κοιλιά θ' αφήσωμε να ζήση. Ως τα θεμέλια ο χαλασμός.

Μαζί μου τραγουδήσετε, Μούσες, την κορασιά μου, γιατί ό,τι σεις εγγίζετε, ώμορφα γίνοντ' όλα, Βομβύκα αγαπημένη μου, Συριάνα όλοι σε λένε, ηλιοκαμμένη, αδύνατη, μα εγώ σε λέω σταράτη. Τα γιούλια είνε μαυρειδερά, μαυρειδεροί οι λαλέδες, μα στα στεφάνια πάντοτε την πρώτη θέση παίρνουν. Η γίδα γι' άνθη της ροδιάς, ο λύκος για τη γίδα, για σπόρο ο γερανός, κ' εγώ τρελλαίνομαι για σένα.

Το λουλούδι, άμα ξανοίξη, δείχτει στον καθέναν την ομορφιά του, κι ο κόσμος δεν έχει παρά να το κοιτάξη για να χαρή. Όταν είναι κρυμμένο κάτω στη γις, όταν ακόμη δε βγήκε και κάθεται όλο μαζί στο σπόρο του μαζωμένο, τότες είναι που αξίζει να διούμε με τι τρόπο γεννιέται και πως μεγαλώνει.

Είμαι ευτυχισμένος που υπέφερα, που αμάρτησα, γιατί δοκιμάζω το θεϊκό σου έλεος, τη συγχώρεσή σου, τη βοήθειά σου, την απέραντη μεγαλοσύνη σου. Πάρε την ψυχή μου, όπως το πουλί παίρνει το σπόρο του σιταριού. Κύριε, σκόρπισέ με στους τέσσερεις ανέμους, εγώ θα σε δοξάζω επειδή εισάκουσες την καρδιά μου…»