Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
— Λοιπόν καλά, ακολούθα με, Τριστάνε. θα σε βοηθήσω». Ο αυλάρχης έκρυψε στο Λιντάν τον Τριστάνο, τον Γκορνεβάλη, τον Καερδέν και τον ιπποκόμο του, κι' όταν ο Τριστάνος του ιστόρησε λέξι προς λέξι όλες της τελευταίες περιπέτειες του, ο Ντινάς πήγε στο Τινταγκέλ για να μάθη νέα της Αυλής.
Άλλοτε, όταν ήταν κατάκοιτος στην καλύβη μπρος στα κύματα και όλοι έφευγαν μακρυά από τη βρώμα των φρικτών πληγών του, τρεις άνθρωποι μολαταύτα τον παράστεκαν: ο Γκορνεβάλης, ο Ντινάς ντε Λιντάν, και ο Βασιληάς Μάρκος. Τώρα ο Ντινάς ντε Λιντάν και ο Γκορνεβάλης μένανε πάλι στο προσκέφαλό του.
Ο Μάρκος εγκαταλείπει την αίθουσα, η Βασίλισσα αποσύρεται στο δωμάτιο της, και καλεί τον Ντινάς κοντά της. «Φίλε, σε στέλνει ο Τριστάνος; — Ναι, Βασίλισσα. Βρίσκεται στο Λιντάν, κρυμμένος στον πύργο μου. — Είναι αλήθεια πως παντρεύτηκε στη Βρεττάνη; — Βασίλισσα, αλήθεια σας είπαν. Βεβαιώνει όμως ότι καθόλου δε σας πρόδωσε: Ότι ούτε μια μέρα δεν έπαψε να σας αγαπά περισσότερο απ' όλες της γυναίκες.
Ο Βασιληάς είχε συχωρέσει τους προδότες, και καθώς ο αυλάρχης Ντινάς ντε Λιντάν ηύρε μια μέρα σε κάποιο μακρυνό δάσος να πλανάται, άθλιο και ελεεινό, το νάνο καμπούρη, τον ξανάφερε στο Βασιληά, ο οποίος τον ελυπήθη και του συχώρεσε το σφάλμα του. Αλλά η καλωσύνη του δεν είχε άλλο αποτέλεσμα παρά να μεγαλώση το μίσος των βαρώνων.
Αμέσως η Βασίλισσα μετάνοιωσε. Όταν έμαθε από τον Ντινάς ντε Λιντάν με πόση λύπη έφυγε ο Τριστάνος άρχισε να πιστεύη ότι ο Περινίς της είχε πη την αλήθεια. Ότι ο Τριστάνος δεν είχε φύγει, προκαλεσμένος στ' όνομά της. Ότι πολύ άδικα τον έδιωξε: «Πώς, συλλογιζότανε, σας έδιωξα λοιπόν σας, Τριστάνε, φίλε! Τώρα πεια με μισείτε και ποτέ δε θα σας ξαναϊδώ.
Ο άνεμος τους ήρθε καλός κι' αλαφρός, κ' ένα πρωί, πριν από την αυγή, οι τέσσερες σύντροφοι ανέβαιναν στο Λιντάν. Εκεί δίχως άλλο ο καλός αυλάρχης, ο Ντινάς ντε Λιντάν, θα τους φιλοξενούσε και θα μπορούσε να κρατήση μυστικό τον ερχομό τους.
— Φίλη κανείς δε θα τολμήση. Θα μείνω κρυμμένος στου Όρρι. Όποιος σε πειράξη, ας φυλαχτή το θυμό μου σαν το Διάβολο». Οι δύο όμιλοι είχαν αρκετά πλησιάσει ώστε ν' ανταλλάξουν τους χαιρετισμούς των. Σε απόστασι βέλους μπροστά από τους δικούς του, ο Βασιληάς Μάρκος εκάλπαζε τολμηρά: μαζύ του ήτανε ο Ντινάς ντε Λιντάν.
Τότε ο Ντινάς σηκώθηκε: «Βασιληά, ξαναγυρίζω στο Λιντάν, και παραιτούμαι από την υπηρεσία σου». Κ' ενώ η Ιζόλδη του στέλνει θλιβερό μειδίαμα, ανεβαίνει στο άτι του κι' απομακρύνεται, περίλυπος και σκυθρωπός, με το κεφάλι σκυφτό. Όρθια στέκει η Ιζόλδη κοντά στην πυρά. Το πλήθος γύρω, φωνάζει, καταριέται το Βασιληά, καταριέται τους προδότες. Δάκρυα βρέχουν το πρόσωπό της.
Αν νικήσω κράτησέ με κοντά σου. Ή, αν δε θέλης να με κρατήσης, θα φύγω σε μακρυνόν τόπο». Κανείς δεν εδέχθη την πρόκλησι του Τριστάνου. Ο Μάρκος πήρε στα χέρια του τα χαλινάρια του αλόγου της Ιζόλδης, κ' εμπιστευόμενος τη Βασίλισσα στο Λιντάν, πήγε παράμερα για να πάρη συμβουλή. Χαρούμενος ο Ντινάς έκαμε στη Βασίλισσα χίλιες τιμές και χίλιες περιποιήσεις.
Οι φύλακες κι' ο Τριστάνος κατεβαίνουν στην πόλι, για τον τόπο της φωτιάς. Ένας καβαλλάρης τρέχει κατά πίσω τους, τους φτάνει, πηδάει από το άτι που τρέχει ακόμη. Είναι ο Ντινάς, ο καλός αυλάρχης. Στο άκουσμα των συμβάντων, άφησε αμέσως τον πύργο του Λιντάν. Ο αφρός, ο ιδρώτας, και το αίμα αυλάκια κυλάνε στα πλευρά του αλόγου του: «Υγιέ, πάω στο δικαστήριο του Βασιληά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν