United States or Vanuatu ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η αξία του, στα μάτια του βασιληά, ετριπλασιάζετο από το παράστημά του που ήταν νάνο και καμπούρικο.

Αλλά είστε υποτελείς μου, και δε θέλω να χάσω την υπηρεσία των ανθρώπων μου. Συμβουλεύτε με λοιπόν, σας παρακαλώ, σεις που μου οφείλετε συμβουλή. Καλά γνωρίζετε ότι αποφεύγω κάθε υπερβολή και κάθε αγέρωχο εγωισμό. — Λοιπόν, Άρχοντα, καλέστε δω το νάνο Φροσίνο. Δεν τούχετε εμπιστοσύνη, από την ιστορία του κήπου.

Στο τέλος, ο Δούκας Αντρέ — ο Θεός να τον παιδέψη! — λέει σ' τους συντρόφους του: «Άρχοντες, ας συμβουλευτούμε το νάνο Φροσίνο, τον καμπούρη. Γνωρίζει της εφτά τέχνες και όλα τα είδη της μαγείας. Ξέρει, όταν γεννιέται ένα παιδί, να κυττάζη τόσο καλά τους εφτά πλανήτες ώστε προκαταβολικώς απαριθμεί όλα τα γεγονότα της ζωής του.

Με μεγάλη βουή μαζεύονται: όλοι κλαίνε εκτός από τον νάνο του Τινταγκέλ. Τότε ο Βασιληάς τους μίλησε έτσι: «Άρχοντες, αυτή η πυρά είναι για τον Τριστάνο και τη Βασίλισσα, γιατί εγκλημάτησαν». Όλοι φώναξαν: «Δίκη, Βασιληά. Να γίνη δίκη πρώτα. Είναι ντροπή και κρίμα, να τους σκοτώσουμε χωρίς δίκη. Βασιληά, αναβολή και έλεος γι' αυτούς

Σαν έπεσε η νύχτα, άφησε τους κυνηγούς του στο δάσος, πήρε το νάνο πισοκάπουλα, και γύρισε στο Τινταγκέλ. Από μια είσοδο που ήξερε, μπήκε στον κήπο κι' ο νάνος τον ωδήγησε κάτω από το μεγάλο πεύκο. «Ωραίε Βασιληά, πρέπει ν' ανεβήτε στα κλαδιά αυτού του δένδρου. Πάρ'τε κει πάνω το τόξο και τα βέλη σας: ίσως σας χρειασθούν. Και ησυχάστε, δε θα περιμένετε πολύ.

Πέντε κανόνια, πέντε τοπομαχικά θα στήσω στη σκάλα και θα τ' αδειάσω μπουμ!.. καταπάνω του. Στάχτη μπούλμπερη θα τον κάνω· όχι θα πατήση τα χτίρια των προγόνων μου. Κύτταξε περήφανα τον αδερφό του, σα να τον έβλεπε νάνο μπροστά του.

«Τι πα να πη αυτό; Αυτός ο νάνος δεν συνηθίζει να με υπηρετή για το καλό μου. Αλλά θα την πάθη. Πολύ τρελλός θάταν όποιος θάφηνε να του πιάσουν τ' αχνάρια των βημάτων του». Κατά τα μεσάνυχτα, ο Βασιληάς σηκώθηκε και βγήκε έξω, ακολουθούμενος από τον νάνο καμπούρη. Σκοτάδι ήταν μέσ' το δωμάτιο. Ούτε κερί αναμμένο, ούτε λάμπα. Ο Τριστάνος σηκώθηκε όρθιος στο κρεββάτι του.

Δε θυμόσαστε το νάνο που έσπειρε τη φαρίνα μέσα στα κρεββάτια μας; Και το πήδημα που έκαμα, και το αίμα που έτρεξε από την πληγή μου, — και το δώρο που σας έστειλα, το σκύλλο Πτικρού με το μαγικό κουδουνάκι; Δε θυμόσαστε τα χαλοκομμένα ξυλάκια που έρριχνα στο ρυάκι

Ο Βασιληάς είχε συχωρέσει τους προδότες, και καθώς ο αυλάρχης Ντινάς ντε Λιντάν ηύρε μια μέρα σε κάποιο μακρυνό δάσος να πλανάται, άθλιο και ελεεινό, το νάνο καμπούρη, τον ξανάφερε στο Βασιληά, ο οποίος τον ελυπήθη και του συχώρεσε το σφάλμα του. Αλλά η καλωσύνη του δεν είχε άλλο αποτέλεσμα παρά να μεγαλώση το μίσος των βαρώνων.