United States or Monaco ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι όσοι έσφαλαν τα μέγιστα και είναι αθεράπευτοι και μεγίστη βλάβη εις την πόλιν, συνηθίζει να τους απομακρύνη.

Και αυτά, όσον διά να λεχθούν με αυτήν την συντομίαν, φαίνονται κάπως λογικά. Βεβαιότατα. Εάν δε αυτά έχουν τοιαύτην δύναμιν, πρέπει να εννοήσωμεν από αυτά και το εξής, ότι δηλαδή πάσα ψυχή ίσως μάλλον από την παιδικήν ηλικίαν συνηθίζει να κατέχεται από τρόμον. Αυτό δε βεβαίως ημπορεί κανείς να το ονομάση εξάσκησιν εις την δειλίαν, και όχι πλέον εις την ανδρείαν. Πώς όχι;

Το Τελώνιον κρατώντας πάντοτε το σπαθί γυμνόν έλαβεν ολίγην υπομονήν έως που ο δυστυχής πραγματευτής να τελειώση τους θρήνους του, και λέγει του· όλα αυτά τα θλιβερά λόγια σου δεν αξίζουν τίποτε, εσύ εσκότωσες τον υιόν μου, πρέπει εγώ να σε σκοτώσω, έτσι απεφάσισα... Τελειώνοντας τούτους τους λόγους η Χαλιμά και ηξεύροντας ότι ο βασιλεύς συνηθίζει να σηκώνεται ενωρίς να προσκυνήση και ύστερα να υπάγη εις το συμβούλιόν του εσιώπησε.

Τη γλώσσα που σήμερα λαλεί, την έχει από τα χρόνια τα παλιά, από τους αρχαίους την άκουσε, την πήρε, μπορώ να πω, μέσα από των αρχαίων το στόμα. Κι από πού το βλέπουμε; Από τους τύπους που συνηθίζει η γλώσσα μας ακόμη και σήμερα. Ο καθένας διάβασε στη γραμματική, μερικοί μάλιστα έμαθαν απ' όξω τα συνηρημένα ρήματα και κλίνουν το φιλέ-ω, φιλώ, φιλέ-εις, φιλείς, φιλέ-ει, φιλεί.

Συνηθίζει και λέγει ο Γέροντας, καπετάν Γεωργάκη, όπως λέει ο προφήτης Ησαΐας: «Πάσα κεφαλή εις πόνον, και πάσα καρδία εις λύπην». Ώστε δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμον που να μην πονέση και να μην πικρανθή, είτε απ' την καρδία, είτε απ' το κεφάλι.

Ο Μανώλης περιέφερε θηριώδη βλέμματα, αλλά τα παιδιά είχαν κρυβή ή τραπή εις φυγήν και δεν είδε κανένα. Το παρανόμι πλέον ολίγον τον επείραζε· το είχε συνηθίσει όπως συνηθίζει κανείς χρόνιον νόσημα. Άλλως τε τόσοι άλλοι εις το χωριό είχαν κοντά εις το αληθινόν και ένα χλευαστικόν όνομα. Δεν ήτο μόνος. Αλλ' η φράσις εκείνη του έκαμνεν εντύπωσιν ραπίσματος.

Το δε πολίτευμα μιας πόλεως, η οποία διοικείται από ολίγους, το ονομάζομεν αριστοκρατίαν και ολιγαρχίαν. Νέος Σωκράτης. Βεβαιότατα. Ξένος. Της δημοκρατίας όμως βεβαίως κανείς δεν συνηθίζει να μεταβάλλη το όνομα, είτε βιαίως είτε οικειοθελώς εξουσιάζει ο λαός τους έχοντας τας περιουσίας, και πάλιν είτε φυλάττει ακριβώς τους νόμους είτε όχι. Νέος Σωκράτης. Έχεις δίκαιον. Ξένος.

Τότε εκοκκίνιζεν η σκοτεινή αυτού όψις και εχαμηλούντο αι πυκναί οφρύς και διεστέλλοντο σπασμωδικώς τα χείλη του, και ετινάσσοντο οι σπινθήρες της βαθείας αυτού πίπας εις τον αέρα, ως εκ του βιαίου τρόπου καθ' ον συνηθίζει οσάκις θυμώνει, να την ανασκαλεύη και να ομιλή ενώ καπνίζει. Ιδού τι περίπου έλεγεν εκείνην την νύκτα: — Ιδέτε την ματαιόφρονα, την κούφον νεάνιδα!

Και αυτός, αφού με ήκουσεν, είπεν ειρωνικώτατα, όπως συνηθίζει, και πολύ σύμφωνα με τον χαρακτήρα του: — Φίλτατε Αλκιβιάδη, φαίνεσαι τωόντι αντιλαμβανόμενος το συμφέρον σου όχι και άσχημα, αν υποτεθή ότι είνε αληθή όσα λέγεις περί εμού και ότι υπάρχει εις εμέ δύναμίς τις, διά της οποίας ημπορείς να γείνης καλύτερος· θα βλέπης βέβαια εις εμέ κάποιον κάλλος θαυμάσιον και πάμπολυ της ιδικής σου ευμορφίας διαφέρον.

Ο καπετάν Κυριάκος, όστις εκάθητο ακόμη παρά την τράπεζαν, μη χορταίνων να ψιλοταΐζη και να κουτσοπίνη, όπως συνηθίζει ο ναυτικός όταν διά τινας ημέρας επιστρέψη παρά την εστίαν του, παρατείνων και αναλύων επ' άπειρον την τόσον σπανίαν δι' αυτόν ηδονήν ταύτην, εσηκώθη κ' εξήλθεν εις τον εξώστην. — Τ' είνε, βρε; — Να, πήρανε τ' βάρκα σ'. — Ποιος; — Ου Μαθιός τ' Μαλαμού. — Ποιος Μαθιός του Μαλαμού;