Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Αλλά ο Καερδέν, όρθιος στην κουπαστή, τον χτυπάει με το κουπί του. Ο Αντρέ κλονίζεται και πέφτει στη θάλασσα. Ο Καερδέν τονέ χτυπάει πάλι με το κουπί και τον βουλιάζει μέσα στα κύματα, φωνάζοντας: «Πέθανε, προδότη! Να η αμοιβή σου για το κακό που έκανες στον Τριστάνο και στη Βασίλισσα Ιζόλδη

Ειδοποίησαν τον Αντρέ, ο οποίος έβαλε μπρος στα δωμάτια των γυναικών, τρεις σπιούνους, αρματωμένους. Όταν ο Τριστάνος θέλησε να περάση την πόρτα: «Πίσω, τρελλέ, φώναξαν γύρισε στο σκυλλόσπιτό σου να κοιμηθής στ' άχερα. — Αι τι, ωραίοι άρχοντες, είπεν ο τρελλός δε θα πάω απόψε ν' αγκαλιάσω την Βασίλισσα; Δεν ξέρετε ότι μαγαπάει και με περιμένει;» Ο Τριστάνος σήκωσε το ρόπαλό του.

Αν πίσω από το παραπέτασμα δεν ιδήτε τότε ό,τι σας είπα, το κορμί μου να κάψετε, Άρχοντες!» Ο Αντρέ, ο Γκοντοΐν, και ο Ντενοαλέν, πιάστηκαν ποιος πρώτος θάχε τη χαρά να ιδή αυτό το θέαμα. Στο τέλος συνεφώνησαν υπέρ του Γκοντοΐν. Χωρίστηκαν. Την άλλη μέρα, την αυγή, ήθελαν πάλι συναντηθή. Την άλλη μέρα την αυγή, ωραίοι Άρχοντες, φυλαχθήτε τον Τριστάνο!

Λοιπόν ο Δούκας Αντρέ ήταν όπως και ο Τριστάνος, ανηψιός του Βασιληά Μάρκου. Γνωρίζοντας ότι ο Βασιληάς μελετούσε να γεράση άτεκνος για ν' αφήση την χώρα του στον Τριστάνο, ο φθόνος τους άναψε και με ψέμματα ερέθιζαν κατά του Τριστάνου τους Άρχοντες της Κορνουάλλης. «Πόσα θαύματα στη ζωή του! έλεγαν οι άπιστοι.

Όταν οι προδότες την είδαν έτσι ωραία και τιμημένη σαν άλλοτε, ωργισμένοι, εκάλπασαν προς το Βασιληά. Κείνη την στιγμή, ένας βαρώνος, ο Αντρέ Ντενικόλ προσπαθούσε να τον πείση: «Μεγαλειότατε, κράτησε κοντά σου τον Τριστάνο. Χάρις σ' αυτόν θα εμπνέης μεγαλύτερο φόβο στους εχθρούς σου». Και, σιγά σιγά, εμαλάκωνε την καρδιά του Μάρκου.

Θα φέρουν την είδησι στο Βασιληά: θα ιδούν την τρυφερότητα να γίνεται μανία, τον Τριστάνο διωγμένο ή σκοτωμένο, και της Βασίλισσας τα μαρτύρια. Εφοβούντο μολαταύτα το θυμό του Τριστάνου. Αλλά στο τέλος το μίσος ενίκησε τον τρόμο: μια μέρα οι τέσσερες βαρώνοι εζήτησαν ακρόασι από το Βασιληά Μάρκο. Και ο Αντρέ του είπε: — Ωραίε Βασιληά, δίχως άλλο η καρδιά σου θα οργισθή.

Στο τέλος, ο Δούκας Αντρέ — ο Θεός να τον παιδέψη! — λέει σ' τους συντρόφους του: «Άρχοντες, ας συμβουλευτούμε το νάνο Φροσίνο, τον καμπούρη. Γνωρίζει της εφτά τέχνες και όλα τα είδη της μαγείας. Ξέρει, όταν γεννιέται ένα παιδί, να κυττάζη τόσο καλά τους εφτά πλανήτες ώστε προκαταβολικώς απαριθμεί όλα τα γεγονότα της ζωής του.

Μισολιποθυμισμένη, απάντησε η Ιζόλδη: «Φίλε, θα σας ακολουθήσω. Αύριο, το πρωί, έχετε έτοιμο το καράβι σας γι' αναχώρησιΤην άλλη μέρα το πρωί, η Βασίλισσα είπε πως ήθελε να κυνηγήση με τα γεράκια κ' είπε να ετοιμάσουν τα σκυλιά της. Αλλά ο Δούκας Αντρέ την παραμόνευε, και την συνώδευσε. Όταν βγήκαν στα χωράφια, όχι μακρυά από την παραλία, ένας φασιανός πέταξε ψηλά.

Μολαταύτα, σαν έπεσε η νύχτα, — καθώς το είχε υποσχεθή στη Βασίλισσα, — ο Τριστάνος τρύπωσε στου δασοκόμου Όρρι, ο οποίος τον έκρυψε μυστικά στο ερειπωμένο κελλάρι. Ας τρέμουν οι προδότες! Γρήγορα ο Ντενοαλέν, ο Αντρέ, και ο Γκοντοΐν, επίστεψαν ότι σιγουρεύτηκαν. Δίχως άλλο ο Τριστάνος περνούσε τη ζωή του πέρα από τη θάλασσα, σε τόπο πολύ μακρυνό για να μπορή να τους φθάση.

Και της άλλες μέρες, καθώς συνέβη ν' αφήση ο Βασιληάς το Τινταγκέλ για να πάη στης δίκες του Σαιν-Λουβέν, ο Τριστάνος ξαναγύρισε στου Όρρι, και τόλμησε κάθε πρωίμε τον ήλιο! — να γλυστράη από τον κήπο ως της αίθουσες των γυναικών. Ένας σκλάβος τον έπιασε, κ' έτρεξε να βρη τον Αντρέ, τον Ντενοαλέν, και τον Γκοντοΐν. «Άρχοντες, το θερίο που το νομίζετε μακρυά ξαναγύρισε στη φωληά. — Ποιος;

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν