Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Τη δεύτερη φορά η Βασίλισσα αναγνώρισε το δαχτυλίδι με το πράσινο πετράδι. Τότε βαρυέστησε το παιγνίδι. Σκούντησε ελαφρά το χέρι του Ντινάς με τέτοιον τρόπο που πολλά κομμάτια έπεσαν με αταξία δω κ' εκεί. «Κυττάχτε, αυλάρχη· μου χαλάσατε το παιγνίδι, είπε, και δε μπορώ πεια να το εξακολουθήσω».

Ο Βασιληάς είχε συχωρέσει τους προδότες, και καθώς ο αυλάρχης Ντινάς ντε Λιντάν ηύρε μια μέρα σε κάποιο μακρυνό δάσος να πλανάται, άθλιο και ελεεινό, το νάνο καμπούρη, τον ξανάφερε στο Βασιληά, ο οποίος τον ελυπήθη και του συχώρεσε το σφάλμα του. Αλλά η καλωσύνη του δεν είχε άλλο αποτέλεσμα παρά να μεγαλώση το μίσος των βαρώνων.

Άλλοτε, όταν ήταν κατάκοιτος στην καλύβη μπρος στα κύματα και όλοι έφευγαν μακρυά από τη βρώμα των φρικτών πληγών του, τρεις άνθρωποι μολαταύτα τον παράστεκαν: ο Γκορνεβάλης, ο Ντινάς ντε Λιντάν, και ο Βασιληάς Μάρκος. Τώρα ο Ντινάς ντε Λιντάν και ο Γκορνεβάλης μένανε πάλι στο προσκέφαλό του.

Ο Ντινάς εγύρισε λοιπόν στο Τινταγκέλ, ανέβη τα σκαλιά, και μπήκε στην αίθουσα. Κάτω από το βασιλικό θόλο ο Μάρκος και η Ιζόλδη η Ξανθή, καθισμένοι, έπαιζαν ζατρίκι. Ο Ντινάς πήρε θέσι κοντά στη Βασίλισσα σ' ένα σκαμνί, για να παρακολουθήση τάχα το παιγνίδι, και δυο φορές κάνοντας ότι της δείχνει τα κομμάτια έβαλε το χέρι του στο ζατρίκι.

Κατά την αυγή, οι τέσσερες σύντροφοι ανέβαιναν στο Λιντάν, όταν είδαν νάρχεται πίσω τους ένας άνθρωπος που ακολουθούσε τον ίδιο δρόμο καβάλλα στο άλογό του που πήγαινε βήμα σιγά σιγά. Ερρίχτηκαν πίσω από τα δέντρα, κι' ο άνθρωπος πέρασε χωρίς να τους δη γιατί ήταν κοιμισμένος. Ο Τριστάνος τον ανεγνώρισε. — Αδερφέ, είπε σιγανά στον Καερδέν, είναι ο ίδιος ο Ντινάς ντε Λιντάν. Κοιμάται.

Οι φύλακες κι' ο Τριστάνος κατεβαίνουν στην πόλι, για τον τόπο της φωτιάς. Ένας καβαλλάρης τρέχει κατά πίσω τους, τους φτάνει, πηδάει από το άτι που τρέχει ακόμη. Είναι ο Ντινάς, ο καλός αυλάρχης. Στο άκουσμα των συμβάντων, άφησε αμέσως τον πύργο του Λιντάν. Ο αφρός, ο ιδρώτας, και το αίμα αυλάκια κυλάνε στα πλευρά του αλόγου του: «Υγιέ, πάω στο δικαστήριο του Βασιληά.

Κάμετε μου μια χάρι. Κρύψετέ με στο Λιντάν, πέστε της πώς ήρθα και κάμετε να την ξαναΐδώ μια φορά ακόμη». Ο Ντινάς απάντησε: «Λυπάμαι τη Βασίλισσα και δε θα της πω τίποτε, αν δε βεβαιωθώ ότι σου έχει μείνει αγαπητή πειο πολύ απ' όλες της γυναίκες του κόσμου. — Α! Άρχοντα, πέστε της ότι μου έμεινε αγαπητή περισσότερο από όλες της γυναίκες του κόσμου.

Φίλη κανείς δε θα τολμήση. Θα μείνω κρυμμένος στου Όρρι. Όποιος σε πειράξη, ας φυλαχτή το θυμό μου σαν το Διάβολο». Οι δύο όμιλοι είχαν αρκετά πλησιάσει ώστε ν' ανταλλάξουν τους χαιρετισμούς των. Σε απόστασι βέλους μπροστά από τους δικούς του, ο Βασιληάς Μάρκος εκάλπαζε τολμηρά: μαζύ του ήτανε ο Ντινάς ντε Λιντάν.

Αν νικήσω κράτησέ με κοντά σου. Ή, αν δε θέλης να με κρατήσης, θα φύγω σε μακρυνόν τόπο». Κανείς δεν εδέχθη την πρόκλησι του Τριστάνου. Ο Μάρκος πήρε στα χέρια του τα χαλινάρια του αλόγου της Ιζόλδης, κ' εμπιστευόμενος τη Βασίλισσα στο Λιντάν, πήγε παράμερα για να πάρη συμβουλή. Χαρούμενος ο Ντινάς έκαμε στη Βασίλισσα χίλιες τιμές και χίλιες περιποιήσεις.

Αμέσως η Βασίλισσα μετάνοιωσε. Όταν έμαθε από τον Ντινάς ντε Λιντάν με πόση λύπη έφυγε ο Τριστάνος άρχισε να πιστεύη ότι ο Περινίς της είχε πη την αλήθεια. Ότι ο Τριστάνος δεν είχε φύγει, προκαλεσμένος στ' όνομά της. Ότι πολύ άδικα τον έδιωξε: «Πώς, συλλογιζότανε, σας έδιωξα λοιπόν σας, Τριστάνε, φίλε! Τώρα πεια με μισείτε και ποτέ δε θα σας ξαναϊδώ.

Λέξη Της Ημέρας

θεληματικόν

Άλλοι Ψάχνουν