United States or Ghana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εβιαζόταν να μάθη και τη δική του μοίρα, ν' ακούση του συρμάτου τη φωνή, αν θα λαλήση κλάγγασμα χαράς ή νεκροσήμασμα; Αλύπητα έσπρωξε τον κόσμο ζερβόδεξα, ανέβηκε δυοδυο τα σκαλιά, έφτασε με κόπο εμπρός στη θυρίδα κ' ερώτησε με ολότρεμη φωνή: — Για τον Αρχάγγελο... το μπάρκο... μην ακούσατε τίποτα ; — Τίποτα· του άπαντα ξερά ο τηλεγραφητής.

Εκείνη τον γνώρισε αμέσως από τα μάτια, μάτια μεγάλα, αμυγδαλωτά με γαλαζοπράσινο χρώμα∙ ήταν τα μάτια των Πιντόρ, αλλά η αναστάτωσή της μεγάλωσε όταν ο ξένος πήδησε επάνω στα σκαλιά της εξώπορτας και την έσφιξε στα δυνατά του μπράτσα. «Θεία Έστερ! Εγώ είμαι…. Οι άλλες θείες;» «Είμαι η Νοέμι….», είπε λίγο προσβεβλημένη, αλλά αμέσως σκλήρυνε τη στάση της. «Δεν σε περιμέναμε.

Γιατί ως πολύ είτανε αψηλά τα πλοία τραβηγμένα 30 αλάργα απ' το μαβύ γιαλό, τι τράβηξαν στον κάμπο τα πρώτα, κι' έχτισαν τειχί σιμά στ' ακροκαράβια· τι το περγιάλι είταν πλατύ, μα δε μπορούσε κι' όλα ναν τα χωρέσει, κι' ο στρατός πολύ είταν στρυμωγμένος. Για αφτό σκαλιά τ' αράδιασαν, και γιόμισε όλη η άπλα 35 της αμμουδιάς ως πέρα εκεί που φράζανε οι διο άκρες.

Ο Ντινάς εγύρισε λοιπόν στο Τινταγκέλ, ανέβη τα σκαλιά, και μπήκε στην αίθουσα. Κάτω από το βασιλικό θόλο ο Μάρκος και η Ιζόλδη η Ξανθή, καθισμένοι, έπαιζαν ζατρίκι. Ο Ντινάς πήρε θέσι κοντά στη Βασίλισσα σ' ένα σκαμνί, για να παρακολουθήση τάχα το παιγνίδι, και δυο φορές κάνοντας ότι της δείχνει τα κομμάτια έβαλε το χέρι του στο ζατρίκι.

Ο ψηλός άνθρωπος με τον μπόγο κατέβηκε σιγά-σιγά τα σκαλιά και πάτησε τη βάρκα. Ο κόκκινος μπόγος κουνήθηκε. Τώρα άρχιζε να ξεχωρίζη σαν άνθρωπος. Φάνηκε το κεφάλι του, τα χέρια του, τα πόδια. Ένας άνθρωπος, κουβαριασμένος, γαντζωμένος από το λαιμό του ψηλού ανθρώπου, κουκκουλωμένος με μια κόκκινη τσέργα.

Κοπή =το κοπάδι, — Κοτάω =τολμώ. — Κρούει ο ήλιος =βγαίνει, ανατέλλει, χτυπάει. — Καρβανάρος , Ο αφέντης του καρβανιούΚράκουρα . η άκρα άκρα του ψηλού βουνούΚαπρί , αγριογούρουνο. — Κλαπατάρια , φτερούγες των πουλιώνΚούροι και κούρος Ο κουρεμός του κοπαδιού. — Κωλόκουρα , τα μαλλιά που βγάζουν κουρεύοντας τα πισινά των προβάτωνΚολτσίδες αγκάθια που κολλούν τα μαλλιά των προβάτων τα λεν και σκάλια από το σκαλώνω. — Καπούλια τα πισινά των ζώων. — Καταγός ποταμού ή αυλακιού, η πηγή, το κεφαλάρι, Γκλάβα εις Πωγώνιον της Ηπείρου. — Κλίτσα και αγκλίτσα , το ραβδί των ποιμένων. — Κόθρα τα ξύλινα στέφανα που δένουν τα κουδούνια και τα περούντους λαιμούς των προβάτων. — Καυκί =ξύλινον αγγείον. — Κιβούρι =το φέρετρον του νεκρού. — Κουρμαίνομαι , αφικράζομαι, ακροώμαι.

Τους είδε να κοιμούνται, τους ανεγνώρισε, και τρομαγμένος μην ξυπνήση ξαφνικά ο Τριστάνος, τώβαλε στα πόδια. Έφυγε μέχρι το Τινταγκέλ, δυο λεύγες μακρυά, ανέβη τα σκαλιά της Βασιλικής σάλλας και ηύρε το Βασιληά που προήδρευε σε κάποια δίκη, στη μέση των συναθρισμένων υποτελών του.

Χωρίς να περιμένη κυνηγούς και λαγωνικά, ο Βασιλιάς Μάρκος βάρεσε τ' άλογο για το Τινταγκέλ. Ανέβηκε τα σκαλιά της αιθούσης, κ' η Βασίλισσα άκουσε τα βιαστικά βήματά του ν' αντηχούν στης πλάκες. Σηκώθηκε, πήγε να τον συναντήση, του πήρε τάρματα, τούλυσε το σπαθί καθώς συνήθιζε, και υποκλίθηκε ως τα πόδια του.

Κ’ είναι πλασμέν’ η ασπίδα του μ’ έν’ άξιον τρόπο: άντρας αρματωμένος τα σκαλιά ’νεβαίνει σκάλας σε πύργο εχθρών, που θέλει να τον πάρη, κι αυτός με χαραμμένα γράμματα φωνάζει πως ουδ’ ο Άρης θα τον βγάλη απ’ τους πύργους. Στείλε λοιπόν και κατ’ αυτόν ένα να ’ν’ άξιος από ζυγό σκλαβιάς να σώζη αυτή την πόλη.

Ίσια ίσια γιατί βρίσκεται πιο κοντά στην αρχαία, μας φύλαξε καλήτερα η γραικική την ιστορική σειρά κάθε αλλαγής, και μπορούμε να διούμε, για να πη τινάς, πόσα σκαλιά έπρεπε να κατεβή ένας τύπος αρχαίος για να φτάξη ίσια με τα χρόνια μας. Τους βαθμούς αφτούς δεν τους έχουμε πάντα μήτε στις νεολατινικές γλώσσες. Είδαμε για ποιο λόγο· γιατί λείπουν τα μνημεία της λατινικής δημοτικής.