Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Μαΐου 2025
Ανεμίγνυε ασβέστην εις κόλλαν, με την οποίαν κολλούν τα βιβλία, και το μίγμα τούτο εφ' όσον ήτο εκόμη μαλακόν, επέθετεν εις την σφραγίδα και αφήρει τον τύπον αυτής και έπειτα — ξηραίνεται δε το μίγμα αμέσως και γίνεται στερεώτερον κέρατος ή μάλλον σιδήρου — το μετεχειρίζετο προς σφράγισιν των αποσφραγιζομένων γραμμάτων.
Τούτα ενώ εκείνος έζυαζε 'ς τα βάθη της ψυχής του, τρανό κύμα τον έφερε προς τ' άγριον ακρογιάλι• 425 και θα 'γδερν' όλος, θα 'σπαε και όλα τα κόκκαλά του, εάν δεν τον εδίδαχνεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• με τα δυο χέρια τ' άρπαξε την πέτρα, και βογγώντας κρατιόνταν, ως 'που επέρασε το μέγα εκείνο κύμα. κ' έτσι εφυλάχθη, αλλ' έγυρε με ορμή το κύμα οπίσω, 430 κ' έκρουσ', επέταξεν αυτόν 'ς το πλάτος της θαλάσσης. και ως ότε, απ' το θαλάμι του αν σύρουν τ' οκταπόδι, εις τα μαζάρια του κολλούν πυκνότατα χαλίκια, όμοια 'ς ταις πέτραις έμειναν απ' τ' ανδρικά του χέρια τα γδάρματα• τον σκέπασε το μέγα κύμα• τότε 435 πάρωρα θα τελείονεν ο άμοιρος Οδυσσέας, φρόνησιν αν δεν του 'διδεν η γλαυκομμάτ' Αθήνη• απ' ένα κύμα των πολλών, 'που 'ς την στερηά βροντούσαν, εβγήκε, κ' έπλεε παρακεί, την γη κυττώντας, ίσως ακρογιαλιαίς απόσκεπαις και αράσματ' απαντήση. 440 αλλ' ότ' έφθασε πλέοντος εις ποταμού το στόμα, 'που εκύλα ωραία, κάλλιστος εκεί του εφάνη ο τόπος, χωρίς πέτραις και ανάνεμος• και άμ' ένοιωσε 'που εκύλα, μέσα του ευχήθη• «Βασιληά, εισάκου μ', όποιος είσαι• 'ς εσέ τον πολυεύχετον προσπέφτω, από τα βάθη 445 ως φεύγω τους φοβερισμούς του σείστη Ποσειδώνα. προς τον περιπλανώμενον κ' οι αθάνατοι έχουν σέβας, καθώς εγώ εις το ρεύμα σου τώρ' ήλθα και προσπέφτω 'ς τα γόνατά σου, απ' τα πολλά τα πάθη ν' ανασάνω. ελέησέ με, βασιληά, και ικέτης σου καυχιούμαι». 450
ΠΕΤ. Ακόμη το θυμάσαι εκείνο το όνειρον και διατηρείς εις την μνήμην σου μάταια πράγματα και, ως ο ποιητής λέγει, καταδιώκεις με την φαντασίαν σου μίαν ευτυχίαν που ήτο καπνός και διελύθη; ΜΙΚ. Ούτε θα λησμονήσω ποτέ, κυρ κόκορα, τα πράγματα που είδα• τόση πολλή γλύκα μου αφήκε εις τα μάτια το όνειρο, ώστε μόλις δύναμαι ν' ανοίγω τα βλέφαρα μου που κολλούν από το μέλι.
Θα διαπεράσης θάλασσαις, ψηλά βουνά και κάμπους, Θα διαπεράσης σύγνεφα και θε να πας πουλί μου, 'Στά στοιχειωμένα τα βουνά που πάντα ανοιγοκλειούνε Κι' οπού τ' αθάνατο νερό περνάει ανάμεσά τους. Πέτα γοργό μέσ' 'ςτ' άνοιγμα, πάρε νερό και φεύγα. Πετάει εκείνο και γοργό με το νερό γυρνάνει, Και το σταλάζει ανάλαφρα 'ςτ' αραδιαστά κομμάτια. Κ' εκεί που πέφτει το νερό, κολλούν και ζωντανεύουν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν