United States or Greece ? Vote for the TOP Country of the Week !


— Α! μα το Θεό, την λυπάμαι· είπεν ο ερωτότροπος Μάιος, θωπεύων τον ξανθόν μύστακά του φιλαρέσκως. — Τέτοιο κλήμα και να μην τρυγέται! επρόσθεσεν ο Τρυγητής. — Εγώ λυπάμαι το Μάρτη· είπε σοβαρώς, διακόψας τα ήκιστα κολακευτικά επιφωνήματά των, ο Άι Δημήτρης· γρήγορα θα πέση τ' αγριογούρουνοτην αυλή του. — Και θα καρπίση το μέτωπό του· διεκοψε καγχάζων ο Δεκέμβριος.

Εκεί που βράχος μελανός Κατέβαινε ως κάτου, Ένα σκαλίδι κύταξα Παρέκει· κατεβαίνω Σε μονοπάτι. Τρίβολα, Πέτραις, κρημνούς διαβαίνω. Γλυστράω, πέφτω και βαρώτους βράχους, 'στά πλευρά του. Κατέβαινα και μ' έλιπεν Ένας ολίγος δρόμος, Κ' εκεί ακούω μια φωνή Διαβολική να σκούζη, 'Σα μέγ' αγριογούρουνοτους λόγκους του να γρούζη. Κρυά τρεμούλα μ' έπιασε Μια φρίκη, ένας τρόμος.

Θεέ, γιατί του πέρασε αυτή η σκέψις; Ενώνει τα πόδια, μετράει την απόστασι, πηδάει, και ξαναπέφτει στο κρεββάτι του Βασιληά. Αλλοίμονο! την προηγουμένη, στο δάσος, ένα μεγάλο αγριογούρουνο τον είχε χτυπήσει στη γάμπα με το δόντι του, και, για τη δυστυχία του, η πληγή δεν ήταν δεμένη. Στο τάνημα του πηδήματος, άνοιξε κι' άρχισε να τρέχη.

Κοπή =το κοπάδι, — Κοτάω =τολμώ. — Κρούει ο ήλιος =βγαίνει, ανατέλλει, χτυπάει. — Καρβανάρος , Ο αφέντης του καρβανιούΚράκουρα . η άκρα άκρα του ψηλού βουνούΚαπρί , αγριογούρουνο. — Κλαπατάρια , φτερούγες των πουλιώνΚούροι και κούρος Ο κουρεμός του κοπαδιού. — Κωλόκουρα , τα μαλλιά που βγάζουν κουρεύοντας τα πισινά των προβάτωνΚολτσίδες αγκάθια που κολλούν τα μαλλιά των προβάτων τα λεν και σκάλια από το σκαλώνω. — Καπούλια τα πισινά των ζώων. — Καταγός ποταμού ή αυλακιού, η πηγή, το κεφαλάρι, Γκλάβα εις Πωγώνιον της Ηπείρου. — Κλίτσα και αγκλίτσα , το ραβδί των ποιμένων. — Κόθρα τα ξύλινα στέφανα που δένουν τα κουδούνια και τα περούντους λαιμούς των προβάτων. — Καυκί =ξύλινον αγγείον. — Κιβούρι =το φέρετρον του νεκρού. — Κουρμαίνομαι , αφικράζομαι, ακροώμαι.

Αυτήν τη στιγμή, να που ερχότανε από μακρυά, κατεβαίνοντας σιγά-σιγά το μονοπάτι, σ' ένα μαύρο αλογάκι που πήγαινε βάδην, ο Ντενοαλέν, ακολουθούμενος από δυο μεγάλα λαγωνικά. Ο Τριστάνος τον παραφύλαξε, κρυμμένος πίσω από μια μηλιά. Τον είδε που παρακινούσε τα σκυλλιά του να ξετρυπώσουν κάποιο αγριογούρουνο από μια συστάδα δέντρων και πυκνών χόρτων.