United States or Cabo Verde ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά και η τέχνη αυτή η οποία ηξεύρει να τα τιμωρή και να τα κάμη συγχρόνως καλύτερα, είναι η ιδία μ' εκείνην που ηξεύρει τα καλά και τα κακότροπα σκυλλιά ή είναι καμμία άλλη; — Όχι, είναι η ιδία τέχνη. — Θα θελήσης λοιπόν να παραδεχθής το ίδιον και διά τους ανθρώπους; του είπα.

Ο ξένος, σκεφτικός και μελαγχολικός, έλυσε το μουλάρι του από ένα δέντρο, που το είχε δεμένο, κι' ακολούθησε τον προύχοντα, σα χωρίς να θέλη. Όλοι οι Μικροχωρίτες έρριξαν τα μάτια στον ξένο, σα να είταν κάτι τι περίεργο και αφύσικο, που μπορούσε ν' αγρυπνάη τη νύχτα έξω με τα σκυλλιά και με τα σκοτάδια, και να μπαίνη την ημέρα στην εκκλησιά και ν' ανταμόνεται με τους ανθρώπους.

Γιατί γαυγίζουν τα σκυλλιά «γκάβου, γκάβου, γκάβου»; Ποιος είν' ο ξένος που φέρνει γύρα το χωριό τη νύχτα «γκρουπ.. γκρουπ.. γκρουπ» καβάλλα στο μουλάρι, πώχει το κυπρί που λαλάει γλυκά-γλυκά «τριγκ... τριγκ... τριγκκκ»;

Μ' ακατάπαυταις τρομάραις Συγκρατούμεναις λαχτάραις, Μοναχοί είμαστε απ' όλα Δυστυχώτεροι καθόλα. Οι Αϊτοί θροφή μας έχουν Τα θεριά μας κατατρέχουν· Και του ανθρώπου η κακία Υστερνή μας δυστυχία. Με φωτιαίς αρματομένος, Με σκυλλιά συνοδεμένος, Αφορμής να ξεφαντόση Έρχεται να μας σκοτόση. Κι' είναι δίχως καταφύγι Της φυλής μας το κυνήγι.

Δυνάμεθα δε να είπωμεν και το ίδιον και διά τα σκυλλιά; Δεν ξεύρουν να τα κάμουν καλύτερα εκείνοι οι οποίοι γνωρίζουν και να τα τιμωρούν όπως πρέπει; — Ναι. — Εκ τούτου λοιπόν συμπεραίνομεν ότι μία και η αυτή είναι η τέχνη η οποία και τα τιμωρεί όπως πρέπει και τα κάμνει καλύτερα; — Ναι, καθώς φαίνεται, είναι η ιδία.

Αντραλλεύτηκαν τα σκυλλιά. Πετάχτηκαν όλοι ορθοί και σωρό-κουβάρι κατέβηκαν τη σκάλα και βγήκαν στην αυλή. — Ψυχούλα μ', παιδάκι μ'! φώναξε η γριά με ψυχόπονο. Δόξα σοι ο Θεός πούρθες γερός και καλά! — Ψυχούλα μ', πατερούλη μ'! φώναξε κ' η Μαριανθούλα. Καλώς ώρισες!

Αλλ' ο ξένος εχάνονταν σαν ίσκιωμα, χωρίς να δώση απάντηση στο ευγενικό προσκάλεσμα, από πίσω του ακολουθούσαν μανιωμένα τα σκυλλιά, γαυγίζοντας, και μοναχά το λάλημα του κυπριού του μουλαριού του ακούονταν γλυκά και θλιβερά «τριγκ.. τριγκ.. τριγκκκκ».

Τότε ο γέρων του λέγει· θέλω να προσμένω και εγώ εδώ διά να ιδώ το Τελώνιον και να γίνω μάρτυς εις τέτοιον συμβάν, και εκάθισε σιμά του συνομιλώντας παρόμοια. Και μετ' ολίγον ιδού έρχεται ένας άλλος γέρων με δυο σκυλλιά μαύρα συντροφεμένος, επλησίασεν αυτούς, τους εχαιρέτησε και τους ηρώτησε πώς ευρέθησαν εις ένα τέτοιον έρημον τόπον.

Τώρα γιατί τα σκυλλιά πώχουν αυτόν τον χρωματισμό λέγουνται Γκεσούληδες, δεν μπορώ να σας το ειπώ, γιατί είναι ξένο προς το θέμα μας, κι' έρχουμαι στο Γκεσούλη μου. Η ιστορία, που θα σας διηγηθώ τώρα έγεινε στην Ήπειρο, και λέγω ιστορία, γιατί το διήγημα μου είναι αληθινό, κι' ούτε πολλά χρόνια είναι πώγινε το πράμμα.

Τα κακά, που πάσα ημέρα Κακορρίζικοι τραβούμε Σ' άλλα ζώα δε θωρούμε, 850 Μ' ακατάπαυταις τρομάραις Συγκρατούμεναις λαχτάραις, Μοναχοί είμαστε απ' όλα Δυστυχώτεροι καθόλα. Οι Αϊτοί θροφή μας έχουν· 855 Τα θεριά μας κατατρέχουν· Και του αθρώπου η κακία Υστερνή μας δυστυχία. Με φωτιαίς αρματομένος, Με σκυλλιά συνοδεμένος, 860 Αφορμής να ξεφαντόση, Έρχεται να μας σκοτόση.