Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Ο Ιούδας τους είπε: καλύτερα να τον πουλήσουμε στους Ισμαηλίτες παρά να τον σκοτώσουμε. Έτσι και έκαναν. Την ξέρεις την ιστορία του εβραίου Ιωσήφ; Λυπάμαι που φεύγεις, αλλιώς θα σου την έλεγα.» «Όχι, δεν φεύγω», είπε ο Έφις, «θα σε συνοδεύω από τώρα και στο εξής. Θα οδηγούμε από το χέρι ο ένας τον άλλο.»
Λυπάμαι τη γυναίκα σου που άκληρη γερνάει• δεν ήταν άξια να πονή χωρίς παιδιά, που είνε από γενειά τόσο λαμπρή• άδικα μου παινεύεις της βασιλείας ταγαθά, πούνε γλυκειά στην όψι, μα μέσ' στο σπίτι θλιβερή• ποιος είν' ευτυχισμένος κι' αφρόντιστος, όταν περνά με φόβους τη ζωή του και δυσπιστίες; ήθελα να ήμ' ευτυχισμένος απλός πολίτης πειο καλά, παρά να βασιλεύω, και νάχω πάντα τους κακούς για φίλους μου τριγύρω, και τους καλούς να τους μισώ, και φόβο να τους έχω μη με σκοτώσουν.
Πάρε ένα μπισκότο, να, σου το προσφέρω σαν λουλούδι για να σου γλυκάνω την καρδιά….» Η καρδιά της Γκριζέντα όμως έσταζε δηλητήριο και δεν δεχόταν αστεία. «Εάν ήρθες για να με τσιγκλήσεις, είσαι γελασμένη, Νατόλια. Δεν έχεις αγκάθια εσύ, γιατί είσαι ένας φλόμος και όχι ένα τριαντάφυλλο. Εγώ δεν πονάω, ούτε λυπάμαι. Είμαι δυνατή σαν το πεύκο στην όχθη του ποταμού.
— Α! μα το Θεό, την λυπάμαι· είπεν ο ερωτότροπος Μάιος, θωπεύων τον ξανθόν μύστακά του φιλαρέσκως. — Τέτοιο κλήμα και να μην τρυγέται! επρόσθεσεν ο Τρυγητής. — Εγώ λυπάμαι το Μάρτη· είπε σοβαρώς, διακόψας τα ήκιστα κολακευτικά επιφωνήματά των, ο Άι Δημήτρης· γρήγορα θα πέση τ' αγριογούρουνο 'ς την αυλή του. — Και θα καρπίση το μέτωπό του· διεκοψε καγχάζων ο Δεκέμβριος.
Υποφέρει πολύ, η δυστυχισμένη, πάει να πλαγιάση... Ο Θανάσης ο Μελαχροινός αποκρίθηκε στον ίδιο τόνο: — Λυπάμαι πολύ, περαστικά της να δώση ο Θεός. Χάσαμε την καλή της τη συντροφιά. Και στρώθηκε στο τραπέζι. Το ανηψίδι τούβαλε ένα ποτήρι μπροστά του. Ο Παπα-Παρθένης του το γέμισε, προσφέροντας του μια φέτα μήλο, με την άκρη του μαχαιριού.
Κάμετε μου μια χάρι. Κρύψετέ με στο Λιντάν, πέστε της πώς ήρθα και κάμετε να την ξαναΐδώ μια φορά ακόμη». Ο Ντινάς απάντησε: «Λυπάμαι τη Βασίλισσα και δε θα της πω τίποτε, αν δε βεβαιωθώ ότι σου έχει μείνει αγαπητή πειο πολύ απ' όλες της γυναίκες του κόσμου. — Α! Άρχοντα, πέστε της ότι μου έμεινε αγαπητή περισσότερο από όλες της γυναίκες του κόσμου.
Μα δεν έχομε τα έξοδα. «Τα έξοδα βρίσκονται, μου είπε. Σ' ένα χρόνο μέσα θα τα βγάλης. Ας είνε καλά ο Μιχαληός! Να σου βρω εγώ, Νικόλα παιδί μου. Δεν έχω κ' εγώ, μα γιατί σ' αγαπώ και σε λυπάμαι, θα πάρω από το μπατζανάκη μου να σου δώσω...» Σήκωσα είκοσι λίρες κ' έβαλα το σπίτι υποθήκη. Αυτό μούμενε. Έφυγε ο Μιχαληός με το καλό.
Λυπάμαι σας να κάνετε αυτή την προσβολή στον άρχοντα Τριστάνο. Πολύ αργά θα είναι όταν μετανοήστε. — Φεύγα, δε σε πιστεύω. Και συ, Περινίς, συ ο Περινίς ο Πιστός, με πρόδωσες!». Πολύ περίμενε ο Τριστάνος τον Περινίς να του φέρη τη συγγνώμη της Βασίλισσας. Ο Περινίς δε φάνηκε.
Και κάποτε σαν έμεινε μόνη είπε και τέτοια λόγια: 14. — Τώρα εγώ είμαι άρρωστη, μα δεν ξέρω ποια η αρρώστια· πονώ και δεν έχω πληγή· λυπάμαι κι όμως κανένα από τα πρόβατά μου δεν έχασα. Καψόνω κι όμως κάθουμαι σε τέτοιον ίσκιο. Πόσα βάτα μ' αγκύλωσαν πολλές φορές και δεν έκλαψα. Πόσες μέλισσες μ' εκέντρισαν, μα έφαγα. Αυτό που μου τρυπάει τώρα την καρδιά είναι σκληρότερο από όλα εκείνα.
Κυττάχτε την πανούργα, που έβαλε σε πράξι τη μία με την άλλη της πονηρές της τέχνες: επήγε από φόβο στο θεϊκό βωμό, για όσα έχει πράξη να μην τιμωρηθή• μα ούτ' ο ναός του Φοίβου σωτήρας θα σου γίνη, ούτε κι' ο βωμός του θα σώση πεια εσέ! Περσότερο λυπάμαι τη μάννα μου από σένα, γιατί και χωρισμένος που είμαι από κείνη, δεν παύω τόνομά της συχνά να το καλώ.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν