United States or Uzbekistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατά το παράδειγμα δε του σοφού Αριστοτέλους, επρόσθεσεν ο Γεροστάθης, η πρωτίστη των επιθυμιών μας, η μεγίστη των ευτυχιών μας ας ήναι η ανάστασις, η ευδαιμονία, η δόξα της πατρίδος. Πάσα δε άλλη επιθυμία ας ήναι δευτερεύουσα και υποτελής εις εκείνην. Αλλά δεν είναι φιλοπάτριδες μόνον οι θυσιάζοντες την ζωήν ή την περιουσίαν των ή τα συμφέροντά των εις τον βωμόν της πατρίδος.

Και ο μέγας πολίτης της Αμερικής Βάσιγκτων, επρόσθεσεν ο Γεροστάθης, έδωκε δείγματα της προς την μητέρα του αγάπης και υπακοής. Περί το δέκατον τέταρτον έτος της ηλικίας του επεθύμησε ν' αφιερωθή εις το ναυτικόν στάδιον, το οποίον χωρίς ποτε να γνωρίση υπερβολικά ηγάπησεν.

Ο Φρύνιχος εβεβαίωνεν ότι αι πόλεις είχαν σχηματίσει εκ πείρας την αυτήν γνώμην και τέλος επρόσθεσεν ότι αυτός τουλάχιστον απεδοκίμαζε και τας προτάσεις του Αλκιβιάδου και τα πραττόμενα τότε.

Και δεν μου το έλεγες, αδελφέ, είπεν, ότι είχες όρεξιν διά περίπατον σήμερον, ώστε να εξέλθωμεν μαζή; Αλλά πώς ήργησες τόσον; Τώρα είναι ώρα επιστροφής. — Ήργησα τω όντι. Ενόμιζα όμως ότι θα σε απαντήσω μακρύτερα. Και μετά προσποιητής αδιαφορίας ο Κ. Λιάκος επρόσθεσεν: — Είναι πολύς κόσμος έξω; — Πολύ ολίγος!

Κυρ Σπυράκη, ανέκραξεν ο Παντελής χωρίς να εγερθή. Βλέπω τον καπνόν. — Δεν είναι ακόμη ώρα να φανή το ατμόπλοιον! — Το βοηθεί ο άνεμος, επρόσθεσεν ο Παντελής. Ο Κ. Σπυράκης, περικλείων τους οφθαλμούς διά των χειρών, παρετήρησε τον ορίζοντα, όπου οι ιδικοί μας αγύμναστοι οφθαλμοί δεν διέκρινον ούτε καπνόν, ούτε τίποτε. — Πραγματικώς! ανέκραξε.

Ό,τι έγεινε έγεινε πλέον! αλλά είναι καλόν το κακόμοιρον και κολυμβά πολύ καλά, κολυμβά μάλιστα καλλίτερα από τ' άλλα μου. Νομίζω ότι όσον μεγαλώνει θα ευμορφαίνη, και ίσως με τον καιρόν μικραίνει. Έμεινε πολύν καιρόν εις το αυγόν, και διά τούτο δεν είναι καλοκαμωμένον. Και ενώ έλεγεν αυτά του ετζίμπησε τον λαιμόν και εδιώρθωσε τα πτερά του. Το κάτω κάτω, επρόσθεσεν, είναι αγόρι και δεν πειράζει.

Κάθε λέξις, την οποίαν επρόφερε, μου περνούσε σαν ξίφος από την καρδιά. Δεν αισθάνετο τι ευσπλαγχνία θα ήτον, όλα αυτά να μου τα αποσιωπήση· και έπειτα, επρόσθεσεν ακόμη, τι θα εφλυαρούσαν κατόπι για μένα, και πόσον είδος τι ανθρώπων θα εθριάμβευε γι' αυτό.

Αυτή 'νε και στη χώρα μαθημένη κεμάς το παιδί μας είνε βοσκός, επρόσθεσεν η Ρηγινιώ. — Και πότε θαρθή, λέει, αυτή η σουρλάντα απού τη χώρα; — Σένα δυο μήνες, λέει. — Ας είνε, ο Μανώλης θα πάρη το Πηγιό. Τελειωμένη δουλειά, είπεν ο Σαϊτονικολής. Η συγκατάθεσις του Θωμά, του πατρός της Πηγής, ηδύνατο να θεωρηθή εκ των προτέρων βεβαία.

ΧΡΕΜΗΣ Και η γυναίκα έχει νου, επρόσθεσεν ακόμη, και κομποδένει τον παρά, κι' ούτε έβγαλε καμμιά φορά από το στόμα μυστικό κατά τα θεσμοφόρια, ενώ η ευγένειες μας το βγάζουμ' απ' τα όρια. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μα τον Ερμή! σε βεβαιώ κ' εδώ δεν είπε ψέματα. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Βρε και με μάρτυρας μπροστά τα ίδια καταντούνε.

Το εφίλησες; ηρώτησεν ο Λιάκος. — Και βέβαια, το εφίλησα! — Και τι σου είπε, τι της είπες; — Πού να σου τα λέγω τώρα όλα! Τι δεν της είπα και τι δεν μου είπε! Και ταπεινώσας την φωνήν. — Ηξεύρεις τι μου είπεν; επρόσθεσεν. Ότι είναι ευγνώμων και ευτυχής, διότι την ζητώ εις γάμον από αίσθημα φιλίας προς σε, διότι ο καλός φίλος θα είναι και καλός σύζυγος.