United States or Saint Helena, Ascension, and Tristan da Cunha ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μου είπε γλυκά και μώδειξε με το χεράκι της δίπλα στο πλευρό της κατά το ψυχικό. Καταλάβατε τ' ήθελε να 'πη η κόρη; Ε, σας φτάνουν ως εδώ, τάλλα δε σας τα φανερώνω. — Ακούστε, χωριανοί! Ταχιά, που θα σημάνουν η καμπάνες, να σκωθήτε όλ' σας, για να πάμε για μάρμαρα! Όποιος δε σκωθή και δεν πάη, νάχη τ' ΆιΝικόλα την κατάρα!

Τα ίδιο, όπως και ένας υγιής, που στέκεται παρά την κλίνην του ασθενούς, δεν δύναται να του ενστάξη ουδέ το ελάχιστον από τας δυνάμεις του. Για τον Αλβέρτο όλ' αυτά που είπα ήσαν πάρα πολύ γενικά.

Το χωράφι ήτον του γεωργού μόνον εις τας ημέρας που ήρχετο να οργώση ή να σπείρη, κ' έκαμνε τρις το σημείον του Σταυρού, κ' έλεγεν· «Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, σπέρνω αυτό το χωράφι, για να φάνε όλ' οι ξένοι κ' οι διαβάτες, και τα πετεινά τουρανού, και να πάρω κ' εγώ τον κόπο μουΕγώ, χωρίς ποτέ να οργώσω ή να σπείρω το εθέριζα εν μέρει.

Και περάνας την αποστροφήν του ο φίλος μου, έστη ενώπιόν μου προκλητικός ως ερωτηματικόν σημείον. — Δεν τ' αρνούμαι όλ' αυτά, υπέλαβον εγώ δειλώς, πολύ δειλώς, διότι είνε δυστυχώς αλήθεια· αλλά νομίζω ότι το συμπέρασμά σου είνε κάπως υπερβολικόν. — Πώς; υπερβολικόν; εφώνησεν εκείνος, και η ράβδος του εδούπησεν επί του πεζοδρομίου.

Στα πρόχειρα τραπέζια πάνω ήβλεπες μαχαιροπήρουνα γερά και σπασμένα, μικρά και μεγάλα, και φλιτζάνια καθένα με το χρώμα του και πιάτα βαθειά και απλωτά, καλά και πρόστυχα και μερικά μισοσπασμένα, όλ' ανάκατα βαλμένα εδώ κ' εκεί με αμέλεια, χωρίς καμμιά τάξι, γιατί εκείνο που δουλεύει στους χωριανούς, είνε η παλάμη και τα δάχτυλα.

Όλ' αυτά τα διέκρινα αορίστως κάπως και όχι άνευ κόπου, διότι ενώ εκοιμώμην η θέσις του σώματός μου είχεν υποστή σπουδαίας μεταβολάς. Ήμην ξαπλωμένος ανάσκελα, καθ' όλον το μήκος του σώματός μου, επάνω εις ένα ξύλινον κουτί, πολύ χαμηλόν.

Τότ' όλ' εκεί εφώναξαν οι Αχαιοί οι άλλοι, Τον ιερέα να 'ντραπούν, και να δεχθούν τα λύτρα. Όμως ο Αγαμέμνονας δεν τ' άρεσ', ο Ατρείδης· Αλλά κακά τον έδιωξε, και προσταγή φρικτή 'πε·

Και τον μεν Ευρυμέδοντα έστειλαν αμέσως εις την Σικελίαν περί τας χειμερινάς τροπάς του ηλίου μετά δέκα πλοίων και εκατόν είκοσι ταλάντων, διά να αναγγείλη εις τον στρατόν ότι επικουρίαι έμελλαν να φθάσουν και ότι ελάμβαναν φροντίδα δι' όλ' αυτά.

Δεν είναι και δική μου, είπε ψυχρά ο Ποκοκουράντης: με κάνανε άλλοτες να πιστεύω, πως ευχαριστιόμουνα διαβάζοντάς τον· αλλ' αυτή η συνεχής επανάληψη μαχών, που όλες μοιάζουν αναμεταξύ τους, αυτοί οι θεοί που ενεργούνε πάντα, χωρίς να κάμνουνε τίποτε το οριστικό, αυτή η Ελένη, που είναι η αιτία του πολέμου και που μόλις εμφανίζεται στο έργο· αυτή η Τροία, που την πολιορκούνε και δεν την κυριεύουνε ποτέ· όλ' αυτά μου προξενούσανε την πιο θανάσιμη πλήξη.

Εν πρώτοις χόρτα τινά και άγρια άνθη, παπαρούνες και σταχυοειδή, λυσσοχόρταρα, μαϊόχορτα, και ολίγαι κλωσταί καννάβιναι και καραβοσχοίνου, μακραί τρίχες γυναικείαι μαύραι, άλλαι τρίχες φοράδας κόκκινες, μικρά κόκκαλα από το Κοιμητήρι, και τέλος έν κρανίον ανθρώπινον. Τι ήσαν όλ' αυτά; και τι ήθελαν εκεί; Βεβαίως μάγια· εχθροί τα είχαν ρίξει της δασκάλας.