United States or Tajikistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι θέλετ' εδώ; έκραξε με αυστηρότητα η Ευανθία. Γλήγορα στα θρανία σας... στας θέσεις σας! Έδραξε την βέργαν, κ' εφοβέρισε τας μαθητρίας. Η γραία Μονεβασιά, η μητέρα της δευτέρας δασκάλας, συνέπλεξε τας χείρας, κ' έκραξε·Τώρα, τι να κάνουμε! τ' ήταν αυτό;... Μη λες πουλάκι, μ', πως το είχες παραγγελιά, για να μάθης τα κορίτσια κατά πώς είμαστε φτιασμένοι, ούλα τα πάντα.

Μεγάλο θάμμα έγεινε εις όλη τη γειτονιάκαι εις όλο το χωριό μάλισταένα Σάββατον πρωί, καθώς επήγεν η νεαρά δασκάλισσα, συνοδευομένη και από την μικρήν υπασπιστίναν της, το Ουρανιώ, το θυγάτριον του Παναγή του Κυραντώνη, διά ν' ανοίξη την πόρταν του σχολείου· η μικρή υπασπίστρια επροπορεύετο κρατούσα ένα κομψόν κουτί και δύο τυλιγμένα εργόχειρα, έκαμνε χαριτωμένους μορφασμούς και τσακίσματα, είχε την ξανθήν πλεξίδα της λοξά προς το ένα αυτί, κ' ήτο όλη μειδίαμα και χάρις, ώστε η μεν μυτίτσα της εγίνετο πλακαρή και σχεδόν εξηλείφετο από τους δύο μορφασμούς και τ' αυλακάκια τα σχηματιζόμενα εκατέρωθεν, από το πτερύγιον της ρινός έως τα κάτω βλέφαρα, και τα ματάκια της μισοκλεισμένα, ετόξευαν υγρόν σπινθήρα· η διδασκάλισσα χλωμή, με παιδικόν πρόσωπον, λευκοφορεμένη, καθώς και η μικρή συνοδός της, αναδεδεμένη τον στέφανον της πλουσίας κόμης της, άμεμπτος εις τα της μόδαςαλήθεια, τα κορίτσια του σχολείου, είχαν μάθει καλούς, πολιτισμένους τρόπους απ' αυτές της δασκάλες· εμάθαιναν γράμματα και χειροτεχνήματα, έκαμναν ως και γυμναστικήν, έν-δύο-τρία, εις το προπύλαιον του Σχολείου· η κόρη του Ντάκου είχε μάθει πώς να χτενίζη τ' αχυρόχροα μαλλιά της, ξέπλεκα, απλωμένα επί των νώτων, μέχρι της μέσης, λευκοφορούσα ωσάν ανεράιδα του βουνού· η παιδίσκη του Στάιου και του Λεγαντή είχον μάθει μπλε μαρρέν, και καρρέ, ακόμη και τρανσπαράν και το θυγάτριον του Σταμάτη του Μπλατσίνη είχε μάθει εις ένα μονότονον αχρωμάτιστον ήχον διάφορα ανόητα τραγουδάκια· όσον αφορά την ξανθήν πλεξίδα λοξήν προς το αυτί, όλαι σχεδόν αι μαθήτριαι την είχον αναπετάσει εσχάτως· άλλοι έλεγον ότι απ' εκείνο το αυτί εβγήκε το μυαλό της δασκάλας και των κοριτσιών, άλλοι έλεγον ότι εξητμίσθη από την κορυφήν της κεφαλής, διά μέσου των ριζών εκάστης τριχός, και άλλοι έλεγον ότι είχε φύγει απάνω από την οροφήν του Σχολείου· πλην ταύτα ήσαν λόγια των γραϊδίων της γειτονιάς, των γλωσσαλγών, όπου μεταχειρίζονται την ρόκαν μόνον ως συνόδευμα των κινήσεων της γλώσσας, ή έχουν την κακολογίαν οιονεί ως κέλευσμα προς ανακούφισιν του κόπου της ρόκας.

Η Ευθαλία και η γερόντισσα, εν τω μεταξύ αργοπατούσαι και συνομιλούσαι, μόλις έφθασαν πλησίον της πρώτης δασκάλας, και την εκαλημέρισαν. Πλην η μία άκρα της λευκής εμπροσθέλλας έπεσεν ακριβώς επί του νεκρικού κρανίου, και μόνον κατά τα δύο τρίτα το εσκέπασε. Το πρόσωπον, το στόμα, και το χάσμα της φαγωμένης ρινός του κρανίου έμειναν ορατά προς το μέρος οπόθεν ήρχοντο αι δύο γυναίκες.

Όμως τι μούλεγε και τι της έλεγα, δε σας το μολογώ. Μπορεί να το φαντάζεστε. Καβαλίκεψα κ' εγώ. Κάποιος λέει πως πλάγιασε σε κοριτσιού κρεββάτι και δεν τον άφηκαν να κλείση μάτι όλη τη νύχτα οι ψύλλοι. Εμένα, καθισμένον στην καβάλα της δασκάλας, δε μ' έφαγαν ούτε ψύλλοι ούτε κορέοι. Δεν έμεινα όμως κι ανέβλαβος ολότελα.

Εν πρώτοις χόρτα τινά και άγρια άνθη, παπαρούνες και σταχυοειδή, λυσσοχόρταρα, μαϊόχορτα, και ολίγαι κλωσταί καννάβιναι και καραβοσχοίνου, μακραί τρίχες γυναικείαι μαύραι, άλλαι τρίχες φοράδας κόκκινες, μικρά κόκκαλα από το Κοιμητήρι, και τέλος έν κρανίον ανθρώπινον. Τι ήσαν όλ' αυτά; και τι ήθελαν εκεί; Βεβαίως μάγια· εχθροί τα είχαν ρίξει της δασκάλας.

Όμως τι μούλεγε και τι της έλεγα, δε σας το μολογώ. Μπορεί να το φαντάζεστε. Καβαλίκεψα κ' εγώ. Κάποιος λέει πως πλάγιασε σε κοριτσιού κρεββάτι και δεν τον άφηκαν να κλείση μάτι όλη τη νύχτα οι ψύλλοι. Εμένα, καθισμένον στην καβάλα της δασκάλας, δε μ' έφαγαν ούτε ψύλλοι ούτε κορέοι. Δεν έμεινα όμως κι ανέβλαβος ολότελα.