Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Μαΐου 2025


Από το άλλο όμως μέρος, όταν ιδή κανείς ότι οι πατέρες προσλαμβάνουν παιδαγωγούς και δεν επιτρέπουν εις τους αγαπωμένους να συνομιλούν με τους εραστάς και ότι τοιαύτη παραγγελία δίδεται ρητώς εις τον παιδαγωγόν, οι δε συνομίλικοι και οι φίλοι ονειδίζουν εάν βλέπουν τοιούτον τι γινόμενον, και ότι πάλιν οι πρεσβύτεροι δεν εμποδίζουν τους ονειδίζοντας ούτε τους επιτιμούν ως μη ορθά λέγοντας, τότε θα σχηματίση την ιδέαν ότι το πράγμα θεωρείται εδώ ως αισχρότατον.

Η παραγγελία μου, είπεν η Σελήνη, δεν είνε δύσκολος• θα σε παρακαλέσω να πης εκ μέρους μου προς τον Δία, ότι απέκαμα πλέον ν' ακούω ύβρεις και ανοησίας από τους φιλοσόφους, οι οποίοι δεν έχουν άλλην ασχολίαν παρά να εξετάζουν με αδιακρισίαν τα αφορώντά με, τι είμαι, τι μέγεθος έχω και διά ποίον λόγον φαίνομαι μισή ή ως δρέπανον.

Τι παραγγελία είναι αυτή, την οποίαν δίδεις, ω Σώκρατες, εις τον Ευηνόν; διότι συνήντησα πολλάς φοράς τον άνθρωπον· από εκείνο λοιπόν που εκατάλαβα, σχεδόν με κανένα τρόπον δεν θα παραδεχθή ευχαρίστως αυτήν. Πώς λοιπόν; είπεν ο Σωκράτης, ο Ευηνός δεν είναι φιλόσοφος; Νομίζω ότι είναι, είπεν ο Σιμμίας.

Η υπηρέτρια εδιάλεξε τον καλλίτερο νέο από τ' Αβδού, πούτον χωριό της· κιο Αγάς τον έστειλε παραγγελία να πάρη την υπηρέτρια του· τον έστειλε μαζή κένα φυσέκι, που σήμαινε «αν αρνηθής, θα σκοτωθής». Ο νέος, εννοείται, δέχτηκε κιο γάμος έγινε. Κουμπάρος ο Μόχογλους με αντιπρόσωπο. Μετά μια δυο μέρες πήγε η νύφη να χαιρετήση τον Αγά. Κιο Μόχογλους της είπε: — Αρέσει σου, μωρή, ο γαμπρός;

Δόξασα το θεό, που σας ξανάφερνε σε μένα ύστερ' από τόσες δοκιμασίες. Σύστησα στη γριά μου να σας περιποιηθή και να σας φέρη εδώ, μόλις θα ήτανε δυνατό. Έκαμε πολύ καλά την παραγγελία μου. Απόλαυσα την ανέκφραστη χαρά να σας ξαναϊδώ, να σας ακούσω, να σας μιλήσω. Πρέπει να πεινάτε πολύ· έχω μεγάλη όρεξη, ας αρχίσουμε από το φαγητό.

Όταν μαφήκε να γυρίση στο χωριό, μούπε: — Και δε θα μου κάμης εδά, Γιωργιό, κιαμιά παραγγελιά για το χωριό; Δε θα πω χαιρετίσματα σε κιανένα; — Σόλους να πης, τούπα ανόρεξα. — Και σε κιαμιά ψυχή ξεχωριστά; ξαναρώτησε με πονηρό χαμόγελο. Κύμα θυμού ανέβηκε στο λαιμό μου. Μου φάνηκε πως αυτός ο χωριάτης έβαλε τα χοντρά και λερωμένα χέρια του στην καρδιά μου και βεβήλωσε τάγια των αγίων.

Από την παραγγελία μου δεν άφησες το παραμικρό, εις ό,τι είχες να ειπής· και ιδού με καλή ζωή, και με θαυμάσια προσοχή, οι πλέον κατώτεροι υπηρέταις μου ενέργησαν καθένας εις το είδος τους. Ο ΠΡΟΣΠΕΡΟΣ αποπάνω φεύγει. ΓΟΝΖ. Εις τόνομα του Υψίστου, Κύριε, τι στέκεσαι μ' αυτό τακίνητο βλέμμα;

Λοιπόν, αυτή τη χρονιά, ο Βασιληάς έστειλε στο Τινταγκέλ, για να φέρη την παραγγελία του, ένα γίγαντα ιππότη, τον Μόρχολτ που είχε πάρει την αδελφή του γυναίκα και βασίλισσα. Κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να νικήση τον Μόρχολτ σε μονομαχία. Αλλά ο Βασιλιάς Μάρκος με σφραγισμένα γράμματα είχε συγκαλέσει στην Αυλή του όλους τους βαρώνους του τόπου του, για να πάρη τη συμβουλή τους.

Κάμνω απ' όλα, είπεν ανυπομόνως ο Γύφτος. — Τότε θα μου κάμης. — Θα σου κάμω. — Και εις πόσον καιρόν; — Τι πράγμα; — Πότε ειμπορείς να τελειώσης την παραγγελίαν μου; — Δεν μου την είπες. Ειπέ μου πρώτα. — Τι να σ' είπω; — Την παραγγελία σου. — Αλλά σου την είπα, μοι φαίνεται. — Πώς; — Απ' όλα αυτά μου χρειάζονται. — Ποία όλα; — Όλα όσα κάμνεις. — Θέλεις κάθε λογής πράγματα; — Ναι.

Τι διάολο, από μοναστήρι έτρωγε αυτός και το σπίτι του, ή μήπως χάλασε καμμιά εκκλησιά κανένας απ' το σόι του; Και για κακή γρουσουζιά, λες, η φαμελιά του, να μη κάμη έν' αγόρι κι αυτή η δυστυχισμένη τόσα χρόνια. Από τσούπα σε τσούπα. Παραγγελιά να της είχε, πάλι έτσι δε θα γίνουνταν. Οι γυναικούλες έλεγαν πως τους έχουν ρίξη μάγια. Αγγούρια ξυδάτα! πού τα πίστευε αυτός αυτά.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν